Έλεγχος στις τιμές – Αυξήσεις στους μισθούς και στα μεροκάματα τώρα!

εφημερίδα Αριστερά!
28 Αυγούστου 2008 στις 03:42 μ.μ.

Η ακρίβεια είναι πολιτικό πρόβλημα

Η ακρίβεια παρουσιάζεται από τους κυβερνητικούς ιθύνοντες και ορισμένους οικονομικούς αναλυτές σαν ένα πρόσκαιρο, συγκυριακό πρόβλημα που εξαρτάται από διεθνείς παράγοντες ή το φυσικό περιβάλλον, όταν πρόκειται για τα τρόφιμα. Άλλοι πιο “ριζοσπάστες” δημοσιογράφοι κάνουν λόγο για “δυσλειτουργίες της αγοράς” που όμως είναι δυνατό να ξεπεραστούν κάτω από την επίδραση του “ελεύθερου ανταγωνισμού”. Πρόκειται για καθαρή απάτη. Το πρόβλημα της ακρίβειας είναι πρόβλημα πολιτικό. Μπορεί, κατά καιρούς, να παίρνει εκρηκτικές διαστάσεις, αλλά πάντα υπάρχει και πλήττει αποκλειστικά τα λαϊκά νοικοκυριά.

Είναι γέννημα του καπιταλισμού, συμπληρωματικός μηχανισμός της απόσπασης υπεραξίας από τους εργαζόμενους, θεμελιώδες στοιχείο της εκμετάλλευσης.

Όπως μετά την κρίση του ’73 και ’79 επιβλήθηκαν σε παγκόσμιο επίπεδο τα διαρθρωτικά προγράμματα του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας και γενικεύτηκαν οι ιδιωτικοποιήσεις και οι πολιτικές λιτότητας, φορτώνοντας τα βάρη της κρίσης στους εργαζόμενους όλου του κόσμου, έτσι και σήμερα, με το όργιο κερδοσκοπίας του χρηματιστηριακού κεφάλαιου στο πετρέλαιο, στις πρώτες ύλες και δτα τρόφιμα, γίνεται μια τεράστια μεταφορά πόρων από τους εργαζόμενους στην οικονομική ολιγαρχία.

Η ακρίβεια μαζί με τις ιδιωτικοποιήσεις, την υπερχρέωση από τις τράπεζες, την άδικη φορολογία, τη συμπίεση του κόστους εργασίας και την εργασιακή ευλυγισία αποτελούν την παγκόσμια συνταγή του καπιταλιστικού συστήματος. Είναι οι πηγές και οι κινητήριες δυνάμεις της συγκέντρωσης του κοινωνικά παραγόμενου πλούτου στην οικονομική ολιγαρχία. Οι πηγές της χλιδής των λίγων σε βάρος της πλειοψηφίας της κοινωνίας.

Είναι το ζητούμενο των πολιτικών που εξαπολύονται σε πλανητική κλίμακα υπό τον έλεγχο των πολυεθνικών μονοπωλιακών συγκροτημάτων.

Είναι το αντικείμενο των πολιτικών επιλογών των κυβερνήσεων και των αστικών κομμάτων, που μοντελοποιούνται και συγχρονίζονται από το ΔΝΤ, την Παγκόσμια Τράπεζα, το διευθυντήριο των Βρυξελλών και όλους τους διεθνείς οργανισμούς-πυλώνες του σημερινού συστήματος.

Στη χώρα μας, είναι γνήσιο τέκνο των κυβερνήσεων ΝΔ και ΠΑΣΟΚ.

Το αποτέλεσμα είναι περισσότερο φανερό από κάθε άλλη φορά. Όλο και περισσότερο φτωχοί, όλο και περισσότεροι οι φτωχοί του κόσμου. Η πείνα σαρώνει τις φτωχές γειτονιές του πλανήτη, οδηγεί σε εξεγέρσεις. Η ακρίβεια εξανεμίζει τους εργατικούς μισθούς στις μητροπόλεις του καπιταλισμού.

Κείμενα: Σπύρος Παναγιώτου, Μιχάλης Σιάχος

Στο στόχαστρο οι μισθοί και οι συντάξεις

Το ζήτησε ο Γκαργκάνας και το υπέγραψε η ΓΣΕΕ

Η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε κίνδυνο λόγω των ελλειμμάτων, του αυξημένου πληθωρισμού και της χαμηλής παραγωγικότητας, απεφάνθη ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, Γκαργκάνας, και ζήτησε περιορισμό των αυξήσεων σε μισθούς και συντάξεις. Δεν πρόλαβαν να περάσουν μερικές βδομάδες, και από κοινού ΔΑΚΕ και ΠΑΣΚΕ, οι υποταγμένοι συνδικαλιστές της ΓΣΕΕ, υπέγραψαν μια διετή Συλλογική Σύμβαση που προβλέπει αύξηση ίση με ένα κουλούρι την ημέρα για τους εργαζόμενους.

Τι κι αν ο επίσημος πληθωρισμός αυξάνει με ρυθμό 4,4% τον τελευταίο χρόνο; Τι κι αν η ακρίβεια (όπου δεν μετρά ο επίσημος πληθωρισμός) φουντώνει και αφορά πια τα πιο στοιχειώδη αγαθά της καθημερινής επιβίωσης εκατομμυρίων μισθωτών και συνταξιούχων; Τι κι αν είκοσι και παραπάνω χρόνια λιτότητας και αλλεπάλληλων “δημοσιονομικών προσαρμογών” κατάφεραν να χειροτερεύσουν την οικονομική κατάσταση της χώρας, μοιράζοντας πλούτο για λίγους και γενικευμένη φτώχεια και κοινωνική απόρριψη για πολλούς στη χώρα;

Για τη ΓΣΕΕ δεν φταίει η κυβέρνηση, δεν έχει ευθύνες ο επιχειρηματικός κόσμος και ο Ν. Γκαργκάνας. Για άλλη μια φορά, συνυπογράφει να πληρώσουν οι εργαζόμενοι. Και όσο σκύβει το κεφάλι ο υποταγμένος συνδικαλισμός, τόσο αποθρασύνονται οι κυβερνώντες.

Στην τελευταία σύνοδο του Δ.Σ. της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα, τόσο ο πρόεδρος της Τρισέ όσο και ο υποδιοικητής Λ. Παπαδήμος δεν άφησαν περιθώρια για ήσυχες συνειδήσεις. Και οι δυο επισήμαναν τον κίνδυνο κάμψης της ανάπτυξης της οικονομίας και της απασχόλησης και ζήτησαν να ληφθούν άμεσα μέτρα. Στο στόχαστρο της κριτικής τους, βέβαια, στάθηκαν οι μισθοί: “Η διαρκής υποχώρηση της ανταγωνιστικότητας όλα αυτά τα χρόνια, στην οποία συνέβαλε και η εξέλιξη του μισθολογικού κόστους, οδήγησε στην εκρηκτική διεύρυνση του εξωτερικού ισοζυγίου της χώρας”, σημείωσε ο Λ. Παπαδήμος και προειδοποίησε ότι “η κατάσταση αυτή δεν είναι βιώσιμη, αν δεν προχωρήσουν οι διαρθρωτικές αλλαγές και δεν συγκρατηθεί το κόστος εργασίας”, και κάλεσε επιτακτικά “τα εμπλεκόμενα μέρη στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα να ανταποκριθούν στις ευθύνες τους στον καθορισμό των μισθών, λαμβάνοντας υπόψη την εξέλιξη της παραγωγικότητας και τα υψηλά επίπεδα ανεργίας”.

Στην Ελλάδα οι χαμηλότεροι μισθοί στην Ευρώπη

Κάνουν ότι δεν καταλαβαίνουν και παραμένουν προκλητικά μονότονοι οι εκπρόσωποι του πολυεθνικού κεφαλαίου. Είναι, για παράδειγμα, ψέμα ότι δεν βελτιώθηκε η παραγωγικότητα τόσο στην Ελλάδα όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη σαν αποτέλεσμα των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων. Σύμφωνα με στοιχεία της Συνομοσπονδίας Εργατικών Συνδικάτων της Ευρώπης, μεταξύ των ετών 2000-2007 ο μέσος μισθός στην Ε.Ε. των “27” αυξήθηκε λιγότερο από 1% ετησίως, ενώ στην ευρωζώνη η αντίστοιχη μέση αύξηση των μισθών ήταν λιγότερη του 0,5% ετησίως. Από το 1995, το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν ανά εργαζόμενο αυξήθηκε πολύ ταχύτερα από την αύξηση των μισθών και συντέλεσε ώστε ο μέσος πραγματικός μισθός στην ΕΕ να υπολείπεται κατά περίπου 10 μονάδες της παραγωγικότητας. Η επιδείνωση της οικονομικής θέσης των εργαζόμενων αποτυπώνεται και από το μερίδιο των μισθών στο συνολικό ΑΕΠ της ΕΕ. Μεταξύ 1995 και 2007 το μερίδιο των μισθών στο ΑΕΠ της ΕΕ υποχώρησε από 59,6% στο 57,1%, ενώ στην ευρωζώνη από 59,4% στο 55,8%!

Ειδικά για την Ελλάδα, σύμφωνα με τα κοινοτικά στοιχεία, οι μισθοί συμμετέχουν κατά 31% στην κατανομή του ΑΕΠ, που αποτελεί το χαμηλότερο ποσοστό σε ολόκληρη της Ευρώπη. Δεν είναι μόνο αυτό. Στη χώρα υπολογίζεται ότι πάνω από 1,2 εκατομμύρια εργαζόμενοι είναι ανασφάλιστοι, άρα “παραγωγικοί”, καθώς δεν επιβαρύνουν την εργοδοσία με μη “μισθολογικά κόστη”. Εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι εργάζονται με καθεστώς μερικής ή πρόσκαιρης απασχόλησης ή με προγράμματα κατάρτισης τύπου Stage, χωρίς δικαιώματα, και με μισθούς πείνας, “απαλλάσσοντας” την εργοδοσία από “περιττά βάρη”, βελτιώνοντας έτσι την παραγωγικότητα των επιχειρήσεων. Μάλιστα, ο δημόσιος τομέας είναι ο μεγάλος πρωταγωνιστής των ευέλικτων εργασιακών σχέσεων.

Φαίνεται, όμως, ότι δεν τους φτάνουν αυτά. Σχεδιάζουν την πλήρη απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων. Την ίδια στιγμή, η διοίκηση της ΕΚΤ αντιλαμβάνεται την αύξηση της παραγωγικότητας αποκλειστικά και μόνο σαν ευθύνη των μισθών. Δεν αναρωτήθηκαν ποτέ γιατί, παρά τον πακτωλό των επιδοτήσεων και των χαριστικών δανείων, η ελληνική οικονομία στηρίζεται κυρίως στην εκμετάλλευση της εργασίας παρά στον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό. Δεν βρίσκουν καμιά δική τους ευθύνη για την επιδείνωση της ανταγωνιστικότητας λόγω της αποδοχής από την ΕΚΤ της συστηματικής και σχεδιασμένης υποτίμησης του δολαρίου.

Όχι, δεν χρειάζονται μέτρα για τον Λ. Παπαδήμο και την κυβέρνηση. Η συνταγή είναι μοναδική και σίγουρη. Επιλέγουν τη συστηματική υποτίμηση της αξίας της εργατικής δύναμης.

Μονοπωλιακός έλεγχος της αγοράς

Ο “ελεύθερος ανταγωνισμός” σε μια “ελεύθερη αγορά” αποτελεί τον πιο ασφαλή παράγοντα ρύθμισης της αγοράς, δηλώνουν κυβερνητικοί παράγοντες και “γκουρού” της οικονομίας και αισθάνονται ότι λένε κάτι σημαντικό. Αν κρίνονταν μόνο από τα αποτελέσματα των “κατορθωμάτων”, δικαιολογημένα θα τους έπαιρνε ο κόσμος με τις ντομάτες, αν και είναι ιδιαίτερα ακριβές. Και θα ήταν αυτό πιο σημαντικό από οποιαδήποτε άλλη ανάλυση.

Για να υποβοηθηθούν όμως μελλοντικά γεγονότα, χρειάζεται να πούμε άλλη μια φορά ότι σε συνθήκες μονοπωλιακού καπιταλισμού ο “ελεύθερος ανταγωνισμός” είναι αέρας κοπανιστός. Οι μεγάλες πολυεθνικές εταιρίες, ελέγχοντας την αγορά σε παγκόσμια κλίμακα, είναι σε θέση να διαμορφώνουν τις τιμές των προϊόντων που διακινούν, υπηρετώντας αποκλειστικά την κερδοφορία τους.

Αν μείνουμε μόνο στην αγορά τροφίμων, είναι γνωστό ότι μια χούφτα πολυεθνικές ελέγχουν σε συντριπτικό βαθμό την παραγωγή και την εμπορία γεωργικών εφοδίων, καθορίζοντας έτσι σε σημαντικό βαθμό το κόστος παραγωγής. Είναι λιγότερο γνωστό ότι επίσης μια χούφτα πολυεθνικές, που δεν χωρίζονται με σινικά τείχη από τις πρώτες, ελέγχουν σε σημαντικό βαθμό τη διακίνηση και την εμπορία του παγκόσμιου γεωργικού προϊόντος. Συγκεκριμένα, είναι χαρακτηριστικό ότι, ενώ ο όγκος και η αξία των αγροτικών προϊόντων έχει αυξηθεί τα τελευταία 30-40 χρόνια, όλο και λιγότερες πολυεθνικές εταιρίες ελέγχουν, και μάλιστα σε συντριπτικό ποσοστό, το παγκόσμιο εμπόριο. Συγκεκριμένα, ελέγχουν το 90% του παγκόσμιου εμπορίου σταριού, αραβόσιτου, καφέ και κακάο, το 70% της παγκόσμιας παραγωγής τσαγιού, μπανάνας και ρυζιού και το 60% της ζάχαρης. Μόνη της η αμερικάνικη Cargill ελέγχει το 50% περίπου της παγκόσμιας αγοράς δημητριακών. Η κερδοσκοπία, λοιπόν, στηρίζεται στις ολιγομονοπωλιακές συνθήκες που έχουν εγκαθιδρυθεί στην αγορά γεωργικών εφοδίων και αντίστοιχα στις ολιγοψωνιακές συνθήκες στην αγορά του γεωργικού προϊόντος. Σ’ αυτό το έδαφος αναπτύσσεται και η τεράστια αισχροκέρδεια στις χρηματιστηριακές αγορές προϊόντων που ανθούν τελευταία.

Αν γυρίσουμε στα δικά μας, σε έρευνα, που πραγματοποίησε το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθήνας το 2005 και δημοσίευσε πρόσφατα ο “Ριζοσπάστης”, φαίνεται η τεράστια συγκέντρωση που έχει πραγματοποιηθεί στον τομέα των προμηθειών των super market σε αγαθά. Συγκεκριμένα, σε 55 κατηγορίες προϊόντων, που αντιπροσωπεύουν το 90% των πωλήσεων επώνυμων προϊόντων, οι τρεις πρώτοι προμηθευτές ελέγχουν το 62% της αγοράς. Ειδικότερα ελέγχουν: γάλα 93%, αναψυκτικά 89%, μαργαρίνες 98%, μπίρες 84%, φυσικοί χυμοί 70%, καφές 81%, μαγιονέζα 98%, οσπρια 80%, σούπες-ζωμοί 100%, πατατάκια-γαριδάκια 80%, τσάι 94%, πάνες 98%.

Την ίδια στιγμή, 4 μεγάλα super market κατέχουν το 54,7% του συνολικού τζίρου της αγοράς.

Τα καρτέλ ελέγχουν τις τιμές

Πρόσφατα δημοσιεύτηκε στις εφημερίδες έρευνα του Κέντρου Προστασίας Καταναλωτών (ΚΕΠΚΑ), που πραγματοποιήθηκε σε πολυεθνική αλυσίδα super market, στο Βερολίνο και στη Θεσσαλονίκη. Στην έρευνα αυτή αποδεικνύεται ότι οι τιμές βασικών αγαθών είναι πιο ακριβές στην Ελλάδα απ’ ό,τι στο Βερολίνο.

Συγκεκριμένα, από τα 86 είδη, τα 70 ήταν ακριβότερα στην Ελλάδα, δύο είχαν ίδια τιμή και 14 ήταν φθηνότερα.

Ενδεικτικά, όπως αναφέρεται στη μελέτη, από τη σύγκριση τιμών στην ίδια αλυσίδα super market, υπήρχαν οι παρακάτω διαφορές στις τιμές:

“Φρέσκο γάλα 1 λίτρου με 1,5% λιπαρά” ήταν 66 λεπτά στο Βερολίνο και 94 λεπτά στη Θεσσαλονίκη (ακριβότερο κατά 42,42%). “Γιαούρτι 1 κιλού” ήταν 93 λεπτά στο Βερολίνο και 2,49 ευρώ στη Θεσσαλονίκη (ακριβότερο κατά 167,74%). Φέτα ελληνική 1,39 ευρώ στο Βερολίνο και 1,88 ευρώ στην Ελλάδα (ακριβότερη κατά 35,25%). “Ψωμί για τοστ” 1 ευρώ στο Βερολίνο και 1,99 ευρώ στην Ελλάδα (ακριβότερο κατά 99,00%). “Παιδικό ρόφημα σε σκόνη 500 γρ.” ήταν στο Βερολίνο 1,49 ευρώ και στη Θεσσαλονίκη 2,81 ευρώ (ακριβότερα κατά 88,69%). “Σέλινο” ήταν στο Βερολίνο 0,99 ευρώ και στη Θεσσαλονίκη 1,49 ευρώ (ακριβότερο κατά 50,51%).

Τι, αλήθεια, είναι αυτό που καθιστά το ίδιο προϊόν, που σε πολλές περιπτώσεις παράγεται στην ίδια χώρα, να πωλείται πιο ακριβά εδώ από ό,τι στη Γερμανία; Τίποτα περισσότερο από το κυνήγι του κέρδους, στο οποίο επιδίδονται οι πολυεθνικές και στηρίζει η κυβέρνηση με πράξεις και παραλήψεις.

Δεν είναι άλλωστε τυχαίο το κύμα εξαγορών ελληνικών αλυσίδων από ξένα μονοπώλια ή η αυτόνομη παρουσία των μεγαλύτερων πολυεθνικών του λιανικού εμπορίου στην Ελλάδα. Ο Γ. Αλογοσκούφης μπορεί να πανηγυρίζει με ήσυχη συνείδηση για αύξηση των επενδύσεων στη χώρα και οι πολυεθνικές να τρίβουν τα χέρια από μια απρόσμενη σε μέγεθος κερδοφορία. Οι εργαζόμενοι; Καταβάλλουν το μισθό τους σαν κεφαλικό φόρο για τα πιο στοιχειώδη προϊόντα.

Με τη γλώσσα των αριθμών

Είναι πολλοί που υποστηρίζουν, όχι άδικα, ότι δεν χρειάζονται στοιχεία για να αποδειχθούν τα προφανή. Πράγματι δεν έχουν να προσφέρουν πολλά οι επίσημες ανακοινώσεις για την αύξηση του πληθωρισμού στο 4,4% τον περασμένο μήνα. Άλλωστε, αυτός ο δείκτης διαμορφώθηκε σκόπιμα έτσι ώστε να μην αντικατοπτρίζει την ακρίβεια που βιώνει ο κάθε εργαζόμενος, τη δυσκολία να προμηθευτεί τα αναγκαία για τη διατροφή του.

Δίνονται παρακάτω δύο πίνακες, όχι για να αποδειχθεί το μέγεθος της ακρίβειας που μαστίζει την αγορά, αλλά για να γίνει, και με τη δύναμη των αριθμών, κατανοητό ότι η ακρίβεια για τους καταναλωτές είναι το δίδυμο αδελφάκι της κερδοφορίας για τον επιχειρηματικό κόσμο.

Στον πρώτο πίνακα δίνονται οι αυξήσεις στις τιμές βασικών ειδών διατροφής, όπως τις κατέγραψε η ΕΣΥΕ, και αφορούν το δωδεκάμηνο Απρίλης 2007-2008. Στο δεύτερο πίνακα παρουσιάζεται η κερδοφορία των μεγάλων επιχειρήσεων που βρίσκονται στο χρηματιστήριο για το 2007, σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα ο ICAP.

Πίνακας 1: Αυξήσεις σε βασικά είδη

Ψωμί

17,3%

Ζυμαρικά

22,4%

Αλεύρι

19%

Φρυγανιές-παξιμάδια

10,8%

Γάλα νωπό

6,5%

Γάλα διατηρημένο

8,7%

Όσπρια

14,2%

Αυγά

14,2%

Φρούτα νωπά

12,2%

Πουλερικά νωπά

12,2%

Τυριά σκληρά

15,8%

Βούτυρο γάλακτος

31,5%

Σπορέλαιο

35,4%

Φυσικό αέριο

45%

Πετρέλαιο θέρμανσης

38,6%

Πίνακας 2: Κερδοφορία εισηγμένων το 2007

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ

ΑΥΞΗΣΗ ΚΕΡΔΩΝ

ΑΥΞΗΣΗ ΤΖΙΡΟΥ

Μεταποίηση

14,10%

6,70%

Εμπόριο

35,60%

13,90%

Ενεργειακός τομέας

26,90%

8,60%

Κατασκευές

64%

25,40%

Μεταφορές-Επικοινωνίες

5,80%

4,60%

Λοιπές υπηρεσίες

18%

9,80%

Χρηματοπιστωτικός τομέας

34%

37,20%

Στα παραπάνω έχει αξία να αναφερθεί ότι οι τράπεζες ανάπτυξαν την κερδοφορία τους κατά 69,5%. Πραγματοποιώντας κέρδη 5,7 δισ. ευρώ, ο ιδιωτικός τομέας Υγείας πραγματοποίησε κέρδη ύψους 12,3 εκατ. ευρώ (από 1,02 εκατ. ευρώ πέρσι) και τα διυλιστήρια ΕΛΠΕ και “Μότορ Όιλ” μοιράστηκαν περίπου 501 εκατ. ευρώ (από 387,8 εκατ. ευρώ για το 2006), πετυχαίνοντας άνοδο 29,2%.

Ακόμα οι επιχειρήσεις του χονδρικού εμπορίου απέσπασαν 498,57 εκατ. ευρώ (από 280,8 εκατ. ευρώ) με ποσοστό αύξησης 77,5%, ενώ οι αντίστοιχες του λιανικού εμπορίου πραγματοποίησαν μέση αύξηση που προσεγγίζει το 24% και τα κέρδη τους διογκώθηκαν σε 144,9 εκατ. ευρώ (από 117,1 εκατ. ευρώ).

Τέλος, είναι χαρακτηριστικό ότι τα προκλητικά επιχειρηματικά κέρδη δεν προέρχονται από αντίστοιχη αύξηση του όγκου των πωλήσεών τους. Με απλά λόγια, η κερδοφορία τους είναι αποτέλεσμα των συνεχών ανατιμήσεων που έχουν φορτώσει στα είδη λαϊκής κατανάλωσης.

Οργάνωση της αντίστασης – στοχοποίηση των υπεύθυνων

Δεν υπάρχουν πια άλλα περιθώρια. Η υπομονή εξαντλήθηκε. Η οικονομία και η περιστολή στοιχειωδών δαπανών έχει φτάσει και αυτή στο όριο. Ο κύκλος ακρίβειας που άνοιξε με την καθιέρωση του ευρώ σήμερα έχει γενικευτεί. Οι “στρογγυλοποιήσεις” προς τα πάνω, που ξεκίνησαν το Γενάρη του 2002, έχουν σήμερα δώσει τη θέση τους στο όργιο κερδοσκοπίας στα τρόφιμα, στις πρώτες ύλες, στο πετρέλαιο. Οι τιμές στα πιο αναγκαία αγαθά έχουν διπλασιαστεί. Οι μισθοί και τα μεροκάματα παραμένουν καθηλωμένα στην τελευταία θέση της Ευρώπης.

Οι κυβερνώντες, υπάλληλοι και διαχειριστές των συμφερόντων των πολυεθνικών μονοπωλιακών συγκροτημάτων, έχουν το βλέμμα τους στραμμένο αποκλειστικά και μόνο στη λιτότητα, στην εργασιακή ευλυγισία, στη συμπίεση του εργατικού κόστους.

Επιχειρούν να επιβάλλουν σε ολόκληρη την κοινωνία σαν υπέρτατη θεότητα την αγορά, την επιχειρηματικότητα, την ανταγωνιστικότητα, την κερδοφορία. Επιχειρούν να εξοστρακίσουν από τη σκέψη και την πράξη στοιχειώδη μέτρα ανακούφισης των εργαζομένων.

Θεωρείται παράλογη κάθε ουσιαστική αναφορά, κάθε μέτρο για την επιβολή ελέγχων στις τιμές.

Απαγορεύεται κάθε αναφορά στην απαίτηση για αύξηση μισθών, για αύξηση του μεροκάματου, για επιδότηση της ανεργίας από τους εργοδότες που την προκαλούν.

Απορρίπτεται κάθε απαίτηση για εθνικοποίηση των επιχειρήσεων.

Αναχρονισμός θεωρείται το αίτημα της αυτοδύναμης ανάπτυξης.

Έχουν καταργηθεί με νόμο όλα τα χρηματοοικονομικά εργαλεία για τον έλεγχο των κρίσεων. Νομισματική και οικονομική πολιτική ασκεί αποκλειστικά και μόνο η Κομισιόν, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, το ΔΝΤ, ο ΠΟΕ, η Παγκόσμια Τράπεζα, το G7.

Αυτές οι πολιτικές, αυτοί οι μηχανισμοί είναι οι αιτίες της ακρίβειας, της φτώχειας, της διατροφικής κρίσης σε ολόκληρο τον πλανήτη. Αυτοί οι οργανισμοί πρέπει να στοχοποιηθούν. Αυτές οι πολιτικές πρέπει να ανατραπούν.

Αν το πρόβλημα της ακρίβειας είναι πολιτικό, το ίδιο πολιτικοί πρέπει είναι και στόχοι.

Είναι αναγκαίο να οργανωθεί η λαϊκή οργή σε έναν αποφασιστικό, διαρκή αγώνα με άμεσο στόχο: Να παγώσουν άμεσα οι τιμές, να αυξηθούν τώρα οι μισθοί.