Οι προεδρικές εκλογές στις 17 και 24 Φεβρουαρίου στην Κύπρο αναζωπυρώνουν το ενδιαφέρον των ΜΜΕ και της διεθνούς επίσημης πολιτικής για τις προοπτικές και το μέλλον του νησιού. Στον απλό κόσμο στην Ελλάδα υπάρχει μάλλον ένα κλίμα του “τι μας νοιάζει εμάς”. Ένα κλίμα που δεν ήταν πάντα έτσι, καθώς υπήρχε στο παρελθόν ισχυρή αλληλεγγύη με το δοκιμαζόμενο κυπριακό λαό. Αυτό το κλίμα αδιαφορίας “πέρασε” παράλληλα με το γενικότερο εκφυλισμό του ριζοσπαστισμού από τη δεκαετία του ‘80 και μετά. Όμως ενισχύθηκε και από την άτυπη αλλά ουσιώδη αντίληψη του ελλαδικού αστισμού για την Κύπρο: “Καλύτερα να βυθιστεί να τελειώνουμε”. Για τον προοδευτικό κόσμο, η Κύπρος οφείλει να παραμένει κοντά, όσο κι αν το επίσημο ρεύμα τείνει να τη σπρώχνει μακριά. Η Κύπρος του “Δεν ξεχνώ”, η ματωμένη από τον ιμπεριαλισμό και από τον Αττίλα Κύπρος μάς καλεί σε αταλάντευτη αντιμπεριαλιστική αλληλεγγύη. Προϋπόθεση είναι πάντα η γνώση. Γι’ αυτό παρακάτω δημοσιεύουμε: α) κάποια στοιχεία για τη σύγχρονη πολιτική και οικονομική κατάσταση στην Κύπρο β) ένα κωδικοποιημένο ιστορικό από τη δεκαετία του ’30 μέχρι σήμερα και γ) μια συνέντευξη με τον συνταξιούχο πρέσβη Θέμο Στοφορόπουλο για τις τωρινές εξελίξεις στο Κυπριακό.
Αποτελέσματα βουλευτικών 2006
Εγγεγραμμένοι
501.024
Ψηφίσαντες
445.989
89,02%
ψήφοι
ποσοστά
έδρες
Λευκά
10.104
2,27%
Άκυρα
14.737
3,30%
Έγκυρα
421.148
56
ΑΚΕΛ (Χριστόφιας)
131.237
31,16%
18
ΔΗΣΥ (Αναστασιάδης)
127.734
30,33%
18
ΔΗΚΟ (Τ. Παπαδόπουλος)
75.429
17,91%
11
Σοσιαλδημοκρατικό Κίνημα
– πρώην ΕΔΕΚ (Ομήρου)
37.531
8,91%
5
Ευρωπαϊκό Κόμμα (Συλλούρης)
24.152
5,73%
3
Πράσινοι (Περδίκης)
8.192
1,95%
1
Άλλα κόμματα
16.873
4,01%
0
Σημείωση: Η Βουλή έχει 80 έδρες, αλλά οι 24 αντιστοιχούν στην τουρκοκυπριακή κοινότητα και παραμένουν από το 1963 κενές. Στις προεδρικές εκλογές υποψήφιος του ΔΗΣΥ είναι ο Ιωάννης Κασουλίδης.
Δημοψήφισμα για σχέδιο Ανάν (2004)
Εγγεγραμμένοι
480.564
Σύνολο εγκύρων
413.680
ΝΑΙ
99.976
24,17%
ΟΧΙ
313.704
75,83%
Η οικονομία της Κύπρου σήμερα
Ιστορικά μια γεωργική χώρα με ελάχιστους φυσικούς πόρους η Κύπρος μετατράπηκε από αγροτική σε οικονομία με ελαφρά βιομηχανία τη δεκαετία του ’70-’80 και σε οικονομία υπηρεσιών τη δεκαετία του ’90. Η τουρκική εισβολή στην Κύπρο ήταν ένα μεγάλο πλήγμα, αφού τα εδάφη που σφετερίστηκε ο τουρκικός στρατός συνεισέφεραν σε 75% του ΑΕΠ τον τότε καιρό. Όμως η ανοδική οικονομική πορεία συνεχίστηκε στηριζόμενη κυρίως στις υπηρεσίες (τουρισμό, ναυτιλία, χρηματοοικονομικές υπηρεσίες) οι οποίες συνεισφέρουν κατά 76% στο Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ).
Η επεκτατική δημοσιονομική πολιτική που ακολουθήθηκε μετά το 1974 οδήγησε στη ραγδαία ανάπτυξη του μεταποιητικού τομέα εντάσεως εργασίας. Η πολιτική αυτή ευνοήθηκε και από άλλους εξωγενείς παράγοντες, όπως η κρίση στο Λίβανο, η οποία οδήγησε στη μεταφορά σημαντικού μέρους του εμπορίου στην Κύπρο. Παρόλο που ο μεταποιητικός τομέας γνώρισε εντυπωσιακή εξέλιξη μετά το 1974, η απώλεια της δασμολογικής προστασίας, λόγω της εφαρμογής της συμφωνίας Τελωνειακής Ένωσης Κύπρου – ΕΟΚ το 1987, δημιούργησε σοβαρά προβλήματα ανταγωνιστικότητας. Την ίδια εποχή, όμως, άρχισε να γνωρίζει έντονη ανάπτυξη ο τομέας των υπηρεσιών, με επίκεντρο τον τουρισμό.
Η Κυπριακή οικονομία χαρακτηρίζεται από σχετικά υψηλό ανά κεφαλή εισόδημα. Θεωρώντας το μέσο κατά κεφαλή ΑΕΠ στην ΕΕ των 27 σαν 100, τότε το αντίστοιχο κυπριακό βρίσκεται στο 94, ενώ το ελληνικό είναι στο 89. Το μεγάλο έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο καλύπτεται από τα έσοδα από τον τουρισμό και τις ξένες εταιρίες που εδρεύουν στην Κύπρο. Το δημοσιονομικό έλλειμμα κυμαίνεται γύρω στο 1,5% του ΑΕΠ ενώ το δημόσιο χρέος βρίσκεται στο 65,3% του ΑΕΠ. Το ποσοστό της ανεργίας ανέρχεται στο 4,2% (16.000 άτομα) του ενεργού πληθυσμού, ενώ ήταν 5,2% το 2005 (19.000 άτομα). Ο πληθωρισμός είναι 2,49%, ενώ ήταν 2,56% το 2005.
Η απασχόληση των αλλοδαπών συνεχίζει να αυξάνεται, ανεβάζοντας το σύνολο των απασχολούμενων αλλοδαπών το 2006 στο 16% του συνόλου του εργατικού δυναμικού. Επίσης, στις ελεύθερες περιοχές απασχολούνται περίπου 2.700 Τουρκοκύπριοι, δηλαδή περίπου 1% του εργατικού δυναμικού. Υιοθετώντας το κριτήριο που ακολουθεί η ΕΕ για τη φτώχεια (ως φτωχά ορίζονται τα νοικοκυριά που έχουν εισόδημα κάτω από το 60% του διάμεσου εισοδήματος), το ποσοστό φτώχειας για τα νοικοκυριά στην Κύπρο ήταν 22,1% το 1991, αυξήθηκε σε 22,6% το 1997 και μειώθηκε σε 21,4% το 2003.
Ένας σημαντικός λόγος για την ανάπτυξη της κυπριακής οικονομίας είναι ότι λειτουργεί σαν “φορολογικός παράδεισος” αλλά και “πλυντήριο χρήματος” από πάσης φύσεως “μαύρες δραστηριότητες”. Η “βιομηχανία” των κυπριακών off shore εταιριών όχι μόνο δεν αποδυναμώθηκε μετά την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά αντιθέτως ενισχύθηκε περαιτέρω. Το νησί μπορεί να έπαψε να λογίζεται επισήμως ως φορολογικός παράδεισος, αλλά καθιερώθηκε διεθνώς σαν “καθεστώς χαμηλής φορολογίας”. Οι λεγόμενες off shore ονομάζονται πλέον Εταιρίες Διεθνών Επιχειρήσεων και φορολογούνται μόλις με συντελεστή 10%, ενώ δημιουργείται μια νέα ελκυστική “φάμπρικα” μέσω της ίδρυσης εταιριών holdings, οι οποίες έχουν μηδενική φορολόγηση στην περίπτωση μεταβίβασης μετοχών. Παράλληλα, ισχύει το οικονομικό απόρρητο.
Χρίστος Καραμάνος
Από τον εθνικοαπελευθερωτικό – αντιαποικιακό αγώνα στην ιμπεριαλιστική διχοτόμηση
Αν θέλουμε να δούμε την ιστορία του Κυπριακού με ένα σύγχρονο και επιστημονικό τρόπο, μακριά από προκαταλήψεις και ιδεοληψίες, για να βγάλουμε χρήσιμα συμπεράσματα για την Αριστερά και το αντιμπεριαλιστικό κίνημα, για τα λάθη, τις ελλείψεις αλλά και τις “ηρωικές σελίδες”, θα πρέπει να δούμε την ιστορία των ταξικών, αντιαποικιακών και εθνικοαπελευθερωτικών αγώνων του κυπριακού λαού, τις μεθοδεύσεις των αντιδραστικών ντόπιων αστικών τάξεων, αλλά και τις επεμβάσεις του ιμπεριαλιστικού παράγοντα. Η ιστορία του Κυπριακού δεν είναι η συρραφή των βιογραφικών των αστών ιστορικών ηγετών ούτε γράφτηκε πίσω από τις βαριές κουρτίνες της διεθνούς διπλωματίας, όπως θέλει η αστική ιστοριογραφία. Η ιστορία του Κυπριακού δεν περικλείεται αποκλειστικά και μόνο στο πλέγμα των αντιθέσεων της ελληνικής και τουρκικής αστικής τάξης, όπως υποστηρίζουν διάφορες συνιστώσες της Αριστεράς. Στα ταραγμένα Βαλκάνια το ταξικό διαπλέκεται με το εθνικό, και η ιστορική πραγματικότητα απεχθάνεται τις “καθαρότητες”.
Ο αντιαποικιακός αγώνας
Από τις αρχές της δεκαετίας του ’30 έως το τέλος της δεκαετίας του ’40 στον αντιαποικιακό και εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα ηγείται το Κομμουνιστικό Κόμμα Κύπρου και μεταγενέστερα ΑΚΕΛ. Το 1931 πραγματοποιείται μεγάλη εξέγερση του κυπριακού λαού με αίτημα την ένωση. Οι Άγγλοι αποικιοκράτες απαντούν με άγρια καταστολή. Στη δεκαετία του ’40 έχουμε τη δημιουργία κοινών ταξικών μετώπων μεταξύ Ελληνοκύπριων (Ε/Κ) και Τουρκοκύπριων (Τ/Κ), με αποκορύφωμα το 1948, που ξεσπούν πολλές απεργίες, αρκετές από τις οποίες ήταν διακοινοτικές, και κατάληψη των ορυχείων αμιάντου. Το σύνθημα τότε του ΑΚΕΛ ήταν “Ελεύθερη Κύπρος σε ελεύθερη Ελλάδα”.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’50, το σκηνικό αλλάζει. Οι δυσμενείς συσχετισμοί δύναμης για το λαϊκό παράγοντα στον ελλαδικό χώρο μετά την ήττα του αντάρτικου αλλά και οι λανθασμένες αντιλήψεις και εκτιμήσεις του ΑΚΕΛ οδηγούν στην υποβάθμιση του αντιαποικιακού αγώνα και, συνακόλουθα, στην αποδοχή από την ηγεσία του ΑΚΕΛ της “αυτοδιοίκησης” που παραχωρούσαν οι Άγγλοι.
Παράλληλα, εκείνη την εποχή, διαμορφώνονταν οι βάσεις της αμερικανοκρατίας στην Ελλάδα. Η Κύπρος έπρεπε, πάση θυσία, να ενταχθεί στην αμερικανική σφαίρα επιρροής λόγω της γεωστρατηγικής θέσης της. Έτσι, κάτω από την αμερικανική “ανοχή”, ή ιθύνουσα τάξη της Ελλάδας υιοθετεί το αίτημα της ένωσης και ξεκινάει προσφυγές στον ΟΗΕ, ενώ η Εθναρχία της Κύπρου, η Ε/Κ αστική τάξη και η ΕΟΚΑ μπαίνουν στο προσκήνιο του αντιαποικιακού αγώνα. Την 1η Απριλίου ξεσπά ο ένοπλος αγώνας της ΕΟΚΑ, η οποία αποκλείει τους Τ/Κ και τους κομμουνιστές από τις δραστηριότητές της, ενώ ηγέτης της αναλαμβάνει ο γνωστός φασίστας Γ. Γρίβας, πρώην αρχηγός της κατοχικής Χ. Παρ’ όλα αυτά, ο αγώνας εκείνος αγκαλιάστηκε και στηρίχτηκε από την πλειοψηφία του Ε/Κ λαού, ενώ ΑΚΕΛ και ΚΚΕ έμειναν απ’ έξω. Στην Ελλάδα, εκείνη την περίοδο, οργανώνονται μαζικές και μαχητικές πορείες αλληλεγγύης στον κυπριακό αγώνα από νεολαίους, φοιτητές κ.λπ., που καταλήγουν σε συγκρούσεις με την αστυνομία.
Ανεξαρτησία υπό όρους και το έκτρωμα της Ζυρίχης
Ο αγώνας εκείνος, που σαν κεντρικό αίτημά του είχε την αυτοδιάθεση – ένωση, ανάγκασε τους ιμπεριαλιστές σε παραχώρηση ανεξαρτησίας υπό όρους για την Κύπρο. Ο ανταγωνισμός μεταξύ των Άγγλων (των παλιών αποικιοκρατών), οι οποίοι βάζουν εκείνη την περίοδο τις βάσεις για τον εθνοτικό διαχωρισμό Ε/Κ και Τ/Κ, κατά την πάγια και προσφιλή πρακτική τους, αλλά και των Αμερικάνων (των νέων αποικιοκρατών), που θέλουν να αποκτήσουν τον έλεγχο της Ανατολικής Μεσογείου αλλά και ορμητήρια για τα στρατεύματά τους δίπλα στην εκρηκτική και πλούσια ενεργειακά Μέση Ανατολή, έχουν σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία του θνησιγενούς κράτους-προτεκτοράτου των συμφωνιών της Ζυρίχης (1960). Ένα κράτος υπό την κηδεμονία των Εγγυητριών Δυνάμεων της Ελλάδας, Τουρκίας και Μ. Βρετανίας (η οποία διατηρεί το 5% των κυπριακών εδαφών υπό την κατοχή της και στα εδάφη αυτά αναπτύσσει στρατιωτικές βάσεις). Το σύστημα διακυβέρνησης του κράτους της Ζυρίχης ήταν εξαιρετικά δυσλειτουργικό και αποσκοπούσε στον εθνοτικό ανταγωνισμό και διαχωρισμό. Αξίζει να σημειωθεί πως το καθεστώς της Ζυρίχης αποτέλεσε μοντέλο και για τη δημιουργία των σύγχρονων καθεστώτων-προτεκτοράτων στα Βαλκάνια μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας.
Στο πρώτο μισό της δεκαετίας του ’60 έχουμε όξυνση των κοινωνικών και ταξικών αγώνων σε Ελλάδα και Κύπρο. Στα τέλη του 1963, ο Μακάριος προσπάθησε να τροποποιήσει το σύνταγμα με τις προτάσεις που υπέβαλε στην Τ/Κ ηγεσία (κατάργηση βέτο, κατάργηση χωριστών πλειοψηφιών, ρύθμιση ποσοστών συμμετοχής Ε/Κ και Τ/Κ στις δημόσιες υπηρεσίες και στην άμυνα, στα αντίστοιχα πληθυσμιακά ποσοστά κ.λπ.), για να βελτιωθεί η λειτουργικότητα του κράτους. Επίσης, κάτω από την πίεση του λαϊκού εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος, που ποτέ δεν πίστεψε ούτε ενστερνίστηκε το καθεστώς της Ζυρίχης, ο Μακάριος αναγκάστηκε να ζητήσει ακόμη και την κατάργηση των συνθηκών εγγύησης.
Η Τ/Κ ηγεσία αρνήθηκε κατηγορηματικά την αλλαγή του συντάγματος που τους παραχωρούσε, δυσανάλογα σε σχέση με μέγεθος του Τ/Κ πληθυσμού, πολλά προνόμια. Παράλληλα, εκείνη την εποχή, στον Τ/Κ λαό θεριεύει η προπαγάνδα του Taksim (διχοτόμηση – διαχωρισμός) από τους φασίστες του Ντενκτάς και της ΤΜΤ. Η πολιτική αυτή απαιτούσε από τους Τ/Κ να κόψουν κάθε συνεργασία, συναλλαγή ακόμη και επαφή με τους Ε/Κ. Η πολιτική αυτή εκπορευόταν από την ιθύνουσα τάξη της Άγκυρας και έριχνε νερό στο μύλο του ιμπεριαλισμού. Απέναντι στο Τaksim αντιστάθηκαν σθεναρά πολλοί Τ/Κ αγωνιστές, συνδικαλιστές και κομμουνιστές, υποστηρίζοντας έμπρακτα την ειρηνική συνύπαρξη και αλληλεγγύη μεταξύ των δυο κοινοτήτων, πληρώνοντας πολλές φορές με τη ζωή τους αυτή τους τη στάση.
Έτσι, κάτω από αυτές τις εκρηκτικές συνθήκες, η πολιτική κρίση με τις προτάσεις Μακάριου μετατράπηκε σε σφοδρή διακοινοτική σύγκρουση. Σε εκείνες τις εχθροπραξίες “διέπρεψε” ο φασίστας και μετέπειτα πραξικοπηματίας Σαμψών, με σφαγές αμάχων Τ/Κ σε διάφορα χωριά (Κοφίνου κ.λπ.). Ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός δεν άφησε την ευκαιρία να πάει χαμένη και προσπάθησε να προωθήσει σχέδιο αποστολής δυνάμεων του ΝΑΤΟ για τη “διατήρηση της ειρήνης”. Αμέσως ξέσπασαν μαχητικές πορείες φοιτητών σε Λευκωσία και Αθήνα ενάντια στη διαγραφόμενη αμερικανονατοΐκή επέμβαση. Ο Μακάριος τελικά απέρριψε κατηγορηματικά το σχέδιο επέμβασης του ΝΑΤΟ. Αργότερα όμως έγινε δεκτή η αποστολή της δύναμης της UNFICYP (που σταθμεύει ακόμη και σήμερα στο νησί), υπό τον έλεγχο του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Από τα διχοτομικά αμερικανικά σχέδια στον Αττίλα
Αφού οι Αμερικανοί απέτυχαν σε πρώτη φάση να μπάσουν το ΝΑΤΟ στην Κύπρο, προώθησαν το σχέδιο Άτσεσον (1965), η εφαρμογή του οποίου θα είχε ως συνέπεια την κατάργηση του ζυριχικού καθεστώτος: τη διχοτόμηση της Κύπρου με διπλή ένωση αλλά και την αποκατάσταση της σταθερότητας στη Ν.Α. πτέρυγα του ΝΑΤΟ, την πλήρη ένταξη της Κύπρου στην αμερικάνικη σφαίρα επιρροής και την εκμηδένιση της σοβιετικής επιρροής στην Κύπρο, η οποία είχε αρχίσει να δραστηριοποιείται δυναμικά, την εποχή εκείνη, στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή.
Ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός όμως θα αποτύχει, για άλλη μια φορά, να απλώσει την κυριαρχία του στο “αβύθιστο αεροπλανοφόρο”, όπως χαρακτήριζαν την Κύπρο, εξαιτίας της αποφασιστικότητας του κυπριακού λαού και παρά τη θετική άποψη που είχε η κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου για το σχέδιο Άτσεσον.
Στις αρχές της δεκαετίας του ’70, ο στενότερος εναγκαλισμός της ελληνικής ιθύνουσας τάξης (της χούντας) με τον αμερικανικό παράγοντα, η είσοδος της ΕΣΣΔ στον ανταγωνισμό για κυριαρχία στην Ανατολική Μεσόγειο αλλά και ο συνεχιζόμενος αγώνας του κυπριακού λαού για ανεξαρτησία θα μεταβάλουν το πολιτικό τοπίο στην Κύπρο. Έτσι θα έχουμε διάσπαση του Ε/Κ λαού, με πολύ έντονα πολωτικά χαρακτηριστικά στα όρια του εμφυλίου πολέμου, ανάμεσα σε ενωτικούς (φασίστες, ΕΟΚΑ Β, υποστηρικτές της χούντας και σημαντικό τμήμα της αστικής τάξης) και σε υπερασπιστές της ανεξαρτησίας (ΑΚΕΛ, αριστεροί, Μακάριος και δημοκρατικό μπλοκ). Μπαράζ βομβιστικών επιθέσεων, απαγωγές, πολιτικές δολοφονίες και γενικότερα δολιοφθορά από τα όργανα της χούντας στην Κύπρο βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη.
Μετά την υποχώρηση του εθνικοαπελευθερωτικού λαϊκού κινήματος και την εγκατάλειψη του αιτήματος για αυτοδιάθεση – ένωση, το αίτημα της ανεξαρτησίας αποτελεί σημείο συσπείρωσης των αριστερών πολιτικών κομμάτων στην Κύπρο, ενώ το αίτημα για αυτοδιάθεση – ένωση, που καθοδηγούσε το σφριγηλό λαϊκό κίνημα μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’60, διαστρέφεται πλέον σε ένωση – συγχώνευση της κυπριακής δημοκρατίας με την ελληνική χούντα από τους κατοπινούς προδότες και φασίστες της ΕΟΚΑ Β, που ρίχνουν νερό στο μύλο του ιμπεριαλισμού προετοιμάζοντας τη διχοτόμηση.
Ο Μακάριος αρχικά δεν έρχεται ανοιχτά σε ρήξη με τους συνταγματάρχες, αλλά προσπαθεί να κρατήσει αποστάσεις. Όταν όμως σφίγγει ο κλοιός των συνταγματαρχών, στέλνει επιστολή-τελεσίγραφο προς τον Γκυζίκη, με την οποία ζητάει την αποχώρηση των Ελλήνων αξιωματικών-οργάνων της χούντας από την Κύπρο.
Η απάντηση είναι σκληρή. Η εθνοφρουρά, κάτω από την ηγεσία των Ελλήνων χουντικών αξιωματικών, πραγματοποιεί το από καιρό σχεδιαζόμενο από τους Αμερικάνους πραξικόπημα στις 15 Ιουλίου 1974. Βομβαρδίζεται το προεδρικό μέγαρο, και ο Μακάριος διασώζεται την τελευταία στιγμή. Η τουρκική κυβέρνηση, υπό την ηγεσία του “σοσιαλιστή” Ετσεβίτ, στις 20 Ιουλίου πραγματοποιεί στρατιωτική εισβολή για “ειρηνικούς λόγους”, αφού προηγουμένως έχει εξασφαλίσει την ανοχή των Άγγλων και κυρίως των Αμερικανών ιμπεριαλιστών (που ρισκάρουν αποσταθεροποίηση της Ν.Α. πτέρυγας του ΝΑΤΟ προκειμένου να προωθήσουν τα συμφέροντά τους στην Κύπρο). Η άλλοτε λαλίστατη ΕΣΣΔ τηρεί σιγή ιχθύος. Η χούντα κηρύσσει γενική επιστράτευση-παρωδία.
“Δεν ξεχνώ”
Ο ελληνοτουρκικός πόλεμος αποφεύγεται και η ισορροπία στη Ν.Α. πτέρυγα του ΝΑΤΟ αποκαθίσταται, με μοναδική απώλεια την αποχώρηση της Ελλάδας από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ, κατόπιν απόφασης της κυβέρνησης εθνικής ενότητας του Καραμανλή μετά από μαζική λαϊκή αγανάκτηση και κινητοποίηση.
Οι συνέπειες όλων αυτών: διχοτόμηση, το 36% του εδάφους (βόρειο τμήμα) του νησιού καταλαμβάνεται από τον τουρκικό στρατό, καταστροφές, νεκροί, αγνοούμενοι μέχρι σήμερα, προσφυγιά. Η Κύπρος θα αλλάξει μορφή για πάντα. Ο εθνοτικός διαχωρισμός Ε/Κ και Τ/Κ, που ξεκίνησε τη δεκαετία του ’60, θα ολοκληρωθεί.
Από την πρώτη στιγμή του πραξικοπήματος, η πλειοψηφία του λαού αντιστέκεται με κάθε μέσο. Τελικά, ο Σαμψών ανατρέπεται και Πρόεδρος της Δημοκρατίας αναλαμβάνει ξανά ο Μακάριος, κατόπιν λαϊκής απαίτησης. Μα και στην τουρκική εισβολή, απλοί πολίτες αντιστέκονται όπως μπορούν (με κασμάδες και τσουγκράνες) στον προελαύνοντα τουρκικό στρατό, ενώ επικρατεί χάος στις Ε/Κ στρατιωτικές δυνάμεις, που απλώς υποχωρούν κάτω από τις διαταγές των χουντικών-προδοτών αξιωματικών και παρά τις εκκλήσεις των απλών φαντάρων για να πολεμήσουν. Το μεγαλύτερο και καλύτερο τμήμα του οπλισμού βρισκόταν στα χέρια των πραξικοπηματιών και φυλασσόταν για να μη φτάσει στα χέρια του κυπριακού λαού.
Μετά την καταστροφή του Αττίλα, ένα μεγαλειώδες λαϊκό, αντιδικτατορικό, αντικατοχικό και αντιμπεριαλιστικό κίνημα ξεδιπλώνεται και δραστηριοποιείται στην Κύπρο, χρονικά και πολιτικά παράλληλα με το μεγάλο μεταπολιτευτικό κίνημα στην Ελλάδα. Το “δεν ξεχνώ” συγκινεί και κινητοποιεί πλατύτατες μάζες λαού σε Κύπρο και Ελλάδα. Οργανώνονται πορείες έξω από την αμερικάνικη πρεσβεία (μια από αυτές κατέληξε σε ένοπλη σύγκρουση με Αμερικάνους πεζοναύτες) και στις αγγλικές βάσεις (και εδώ συμπλοκές με τους Εγγλέζους, στις οποίες σκοτώνεται ένας μαθητής), στις οποίες συμμετέχει όλη η Κύπρος, και απαιτείται να φύγουν οι ιμπεριαλιστές από το νησί. Αλλά και το ταξικό στοιχείο παίζει κυρίαρχο ρόλο στο κίνημα αυτό. Στο τέλος του Φλεβάρη του 1975, γίνεται κατάληψη του εργοστασίου της Coca Cola με οικονομικά, θεσμικά και αντικατοχικά αιτήματα.
Μετά το ’76 – ’77, οι μνήμες της εθνικής καταστροφής ξεθωριάζουν, οι κοινωνικές-ταξικές αντιθέσεις αμβλύνονται, αρκετοί πρόσφυγες φεύγουν από τα τσαντίρια και εγκαθίστανται σε κανονικά σπίτια. Σαν φυσικό επακόλουθο όλων αυτών, αλλά και σαν συνέπεια της “εντός εθνικού κορμού” στάσης του ΑΚΕΛ, έρχεται η ενσωμάτωση και η απονεύρωση του αντικατοχικού κινήματος.
Από το ψευδοκράτος στην ευρω-διχοτόμηση
Το Νοέμβριο του 1983, έχουμε ανακήρυξη της Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου (ΤΔΒΚ). Απόφαση του συμβουλίου ασφαλείας του ΟΗΕ κηρύσσει άκυρη και μη γενόμενη την ανακήρυξη της ΤΔΒΚ. Το μόνο κράτος στον κόσμο που αναγνωρίζει το ψευδοκράτος μέχρι σήμερα είναι η Τουρκία και ελάχιστες μουσουλμανικές χώρες.
Τον Ιούλιο – Αύγουστο του 1996, έχουμε μαζικές πορείες Ε/Κ νεολαίων μοτοσικλετιστών (μέχρι και 7.000 μηχανές), με στόχο το σπάσιμο της πράσινης γραμμής και την είσοδο στα κατεχόμενα. Στα γεγονότα που ακολουθούν θα γίνει η άγρια και βάναυση δολοφονία των Τάσου Ισαάκ και Σολομώντα Σολωμού από τους φασίστες γκρίζους λύκους, ενώ οι άνδρες της UNFICYP παρακολουθούν απαθείς. Οι μνήμες του αντιαποικιακού, εθνικοαπελευθερωτικού και αντιμπεριαλιστικού κινήματος ξυπνούν και πάλι.
Το κίνημα αυτό αποτελούνταν από νεολαίους, προλεταριακής κυρίως προέλευσης, που προέρχονταν από προσφυγικές οικογένειες και δεν είχαν σχέση με κανένα κόμμα ή οργάνωση. Αποτέλεσαν τη φυσική συνέχεια του αντικατοχικού νεολαιίστικου κινήματος του ’74 – ’75. Όλα τα κυπριακά κόμματα άσκησαν κριτική στη στάση τους, χαρακτηρίζοντάς τη ανεύθυνη και επικίνδυνη. Η Αριστερά σε Ελλάδα και Κύπρο, για άλλη μια φορά, ήταν αμήχανη και απούσα. Το μόνο κόμμα που ενθάρρυνε τη στάση τους ήταν το σοσιαλδημοκρατικό ΕΔΕΚ.
Το Δεκέμβριο του 1997 η Κυπριακή Δημοκρατία καθίσταται υποψήφια χώρα για ένταξη στην ΕΕ – κοινό σχέδιο ελληνικής και ελληνοκυπριακής ηγεσίας ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’90. Οι ιθύνουσες τάξεις Ελλάδας και Κύπρου εντείνουν τις προσπάθειές τους για ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, προβάλλοντας το πρόσχημα ότι η εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου στην Κύπρο θα πιέσει για δίκαιη λύση του Κυπριακού. Στην πραγματικότητα επιχειρούν να αντιρροπίσουν την ισχυρή αμερικάνικη στήριξη της Τουρκίας, βάζοντας και το γερμανογαλλικό άξονα στο παιχνίδι.
Παράλληλα, αρχίζει μια βήμα με βήμα προσέγγιση της Ελλάδας με την Τουρκία, που σπρώχνεται βέβαια από τους Αμερικάνους, οι οποίοι παίζουν πλέον χωρίς αντίπαλο στη σκακιέρα της Ανατολικής Μεσογείου μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ το 1989 και την είσοδο στην περίοδο της Νέας Τάξης Πραγμάτων. Επίσης προωθείται η τουρκική υποψηφιότητα για ένταξη στην ΕΕ.
Η Ελλάδα όχι μόνο παύει να θέτει προσκόμματα για την ενταξιακή πορεία της Τουρκίας, αλλά γίνεται και θερμός υποστηρικτής της τουρκικής υποψηφιότητας. Εκτιμάται ότι η προοπτική εισόδου της Τουρκίας στην ΕΕ θα την υποχρεώσει να σεβαστεί το διεθνές δίκαιο στο Αιγαίο και στην Κύπρο.
Είναι αξιοσημείωτο ότι η πολιτική αυτή υιοθετήθηκε από το σύνολο των κυπριακών κομμάτων (από το ΑΚΕΛ μέχρι το ΔΗΣΥ) και από όλα τα κοινοβουλευτικά ελληνικά κόμματα (πλην ΚΚΕ, που όμως συνέχισε την προνομιακή σχέση με το ευρωπροσανατολισμένο ΑΚΕΛ). Πάντως, απ’ όσους επί της ουσίας αντιτάχθηκαν σ’ αυτόν τον προσανατολισμό (π.χ. ένα σημαντικό κομμάτι της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς) δεν προωθήθηκε μια σημαντική και δυναμική αντιθετική κίνηση.
Το αντινεοταξικό ΟΧΙ στο σχέδιο Ανάν
Η χρεοκοπία του ευρωπαϊκού προσανατολισμού θα έρθει με την κατάθεση του σχεδίου Ανάν, που οριστικοποιεί τη διχοτόμηση, δημιουργεί δύο προτεκτοράτα (“συστατικά κράτη” με ξεχωριστή “κρατική” οντότητα και μια χαλαρή συνομοσπονδία) και νομιμοποιεί τον Αττίλα, ανατρέποντας τα ψηφίσματα που ο ίδιος ο ΟΗΕ είχε εκδώσει όταν ήταν ακόμα νωπές οι μνήμες της εισβολής. Παράλληλα, ενώ θέτει εμπόδια στην επιστροφή των προσφύγων και στην ανάκτηση των περιουσιών τους, παρατείνει την παραμονή του τουρκικού στρατού κατοχής για μεγάλο χρονικό διάστημα και το καθεστώς των εγγυήσεων των συνθηκών Ζυρίχης – Λονδίνου. Η Τουρκία κρατά το 30% του εδάφους και επιστρέφει Μόρφου, Αμμόχωστο (εκτός από το λιμάνι) και μερικά χωριά.
Στις τετραμερείς συνομιλίες που ακολούθησαν υπήρξε αφόρητη και μονομερής πίεση προς Ελλάδα και Κύπρο, που έφτανε και σε ωμές απειλές, για να ψηφίσει θετικά ο κυπριακός λαός στο δημοψήφισμα που θα ακολουθούσε.
Παρ’ όλα αυτά, τον Απρίλη του 2004, ο Ε/Κ λαός θα απορρίψει το σχέδιο Ανάν με συντριπτική πλειοψηφία 77%. Το ΟΧΙ, με κατά βάση αντικατοχική και αντιμπεριαλιστική διάσταση, διαπέρασε τη βάση όλων των κομμάτων. Υπέρ του ΟΧΙ εξαρχής τάχθηκε ο Τάσσος Παπαδόπουλος, ενώ αντίθετα ο ΔΗΣΥ τάχθηκε ανοιχτά υπέρ του ΝΑΙ, ενώ το ΑΚΕΛ, την τελευταία στιγμή, τοποθετήθηκε υπέρ του ΟΧΙ, όταν πλέον είχε διαφανεί ένα ισχυρό ρεύμα, ενώ στη ηγεσία του υπήρχε μια ισχυρή τάση υπέρ του ΝΑΙ ή του κριτικού ΝΑΙ. Στην Ελλάδα, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΝ τοποθετήθηκαν ξεκάθαρα υπέρ του ΝΑΙ, ενώ η κυβέρνηση Καραμανλή τάχθηκε εμμέσως υπέρ του ΝΑΙ.
Από την άλλη πλευρά, οι Τ/Κ θα ψηφίσουν θετικά, έχοντας ίσως την αυταπάτη πως η όποια λύση και η ευρωπαϊκή ένταξη θα τους απάλλασσε από το φασιστικό καθεστώς του Ντενκτάς.
Μετά το μεγάλο ΟΧΙ του κυπριακού λαού, οι ιμπεριαλιστές επιχείρησαν και επιχειρούν να τον τιμωρήσουν γι’ αυτή του τη στάση, προσπαθώντας να επιβάλουν διπλωματική απομόνωση της Κύπρου.
Παράλληλα, με όχημα την άρση της απομόνωσης των Τ/Κ, οι Αμερικάνοι και Ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές προσπαθούν να επιβάλουν αναγνώριση του ψευδοκράτους και εν κατακλείδι οριστικοποίηση της διχοτόμησης και νομική, ηθική και υλική δικαίωση του Αττίλα.
Μόνο ο αγώνας των εργατικών τάξεων και του λαϊκού παράγοντα σε Ελλάδα, Τουρκία και Κύπρο ενάντια στον ιμπεριαλισμό, για Κύπρο ενιαία, ανεξάρτητη, μπορεί να εξασφαλίσει μια δίκαιη και βιώσιμη λύση. Η αποφασιστικότητα του κυπριακού λαού, που σταμάτησε τα σχέδια των Αμερικάνων σε δύο περιπτώσεις (σχέδιο Άτσεσον και σχέδιο Ανάν), δείχνει το δρόμο και κυρίως δείχνει ότι ο εχθρός δεν είναι ανίκητος.
Δημήτρης Αντωνιάδης
Οι κυπριακές εκλογές, οι ιμπεριαλιστικές επιδιώξεις και το σχέδιο Ανάν
συνέντευξη: Θέμος Στοφορόπουλος
Για τις κυπριακές εκλογές, τα ιμπεριαλιστικά σχέδια για την Κύπρο, τους πολιτικούς συσχετισμούς και τις τακτικές των κομμάτων της Κύπρου αλλά και για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις μίλησε στην “Αριστερά!” ο συνταξιούχος πρέσβης Θέμος Στοφορόπουλος. Υπήρξε από τους βασικούς υποστηρικτές του “Όχι” στο σχέδιο Ανάν, και σίγουρα η συνέντευξη που μας παραχώρησε έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
Τέσσερα χρόνια μετά το ΟΧΙ στο σχέδιο Ανάν, το στρατόπεδο του ΟΧΙ παρουσιάζεται διασπασμένο. Εκτός από την ξεχωριστή κάθοδο Χριστόφια στις προεδρικές εκλογές αυτό αφορά, κατά τη γνώμη σας, και την ουσία του ζητήματος; Πού αποδίδετε αυτή την εξέλιξη;
Στις 17 και 24 Φεβρουαρίου θα διεξαχθούν στην Κύπρο προεδρικές εκλογές και όχι δημοψήφισμα για το Κυπριακό. Όμως το αποτέλεσμα των εκλογών θα επηρεάσει τον χειρισμό του Κυπριακού λόγω των εξουσιών που έχει ο εκάστοτε Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας αλλά και λόγω της πρόθεσης των ιμπεριαλιστών, που δεν την κρύβουν, να εμφανίσουν τυχόν μη επανεκλογή του Τάσσου Παπαδόπουλου ως νέα λαϊκή ετυμηγορία αντίθετη εκείνης της 24ης Απριλίου του 2004. Για να προσπαθήσουν να επιβάλλουν ένα Σχέδιο που δεν μπορεί να διαφέρει ουσιαστικά από τα προηγούμενα που έχουν παρουσιάσει. Την προσπάθειά τους αυτή θα διευκόλυνε το γεγονός ότι ο κ. Κασουλίδης, αλλά και αρκετά στελέχη του ΑΚΕΛ, είχαν ταχθεί υπέρ του Σχεδίου Ανάν.
Πώς σχολιάζετε τις πρόσφατες αναφορές Χριστόφια, ότι στο Μπίρκενστοκ ο Τάσσος Παπαδόπουλος δεν επεδίωξε μια καλύτερη συμφωνία; Θα μπορούσε άραγε να επιτευχθεί τότε ένα “καλύτερο” σχέδιο Ανάν;
Ο Δημήτρης Χριστόφιας, που γνώρισα ως Γραμματέα της Νεολαίας του ΑΚΕΛ, είναι ταλαντούχος πολιτικός και πατριώτης. Αναρωτιέμαι όμως αν μπορεί να κρίνει τη διαπραγματευτική τακτική του Προέδρου Παπαδόπουλου, ο οποίος (καίτοι δυστυχώς δέχεται τη “διζωνική-δικοινοτική ομοσπονδία”) διαθέτει το γνωστό σθένος, είναι διαπρεπής δικηγόρος με πολύχρονη διεθνή πείρα και, κυρίως, έχει μετάσχει σε όλη τη διπλωματική πορεία του Κυπριακού από το 1959. Αφού αναφέρομαι και σε προσωπικές αναμνήσεις (ίδιον της ηλικίας μου) σημειώνω ότι τον Τάσσο Παπαδόπουλο συνάντησα για πρώτη φορά το 1965 στη Νέα Υόρκη, όταν ήταν μέλος της κυπριακής αντιπροσωπείας στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών, που τότε πήραν μία από τις καλύτερες αποφάσεις τους για την Κύπρο.
Επί της ουσίας: ούτε στο Μπίρκενστοκ ούτε πουθενά αλλού ήταν δυνατόν να επιτευχθεί ένα πραγματικά καλύτερο Σχέδιο Ανάν. Γι’ αυτό είμαστε πολλοί που υποστηρίξαμε, ευθύς εξαρχής, ότι το Σχέδιο εκείνο έπρεπε να είχε παρακαμφθεί, με κατάλληλους χειρισμούς, ώστε να μη γίνει δεκτό ως βάση διαπραγμάτευσης.
Πριν δύο χρόνια υπήρξε η συμφωνία της 8ης Ιουλίου μεταξύ Τάσσου Παπαδόπουλου και Μεχμέτ Αλί Ταλάτ με τη μεσολάβηση του βοηθού γενικού γραμματέα του ΟΗΕ Ισμαΐλ Γκαμπαρί. Η συμφωνία αυτή προβλήθηκε σαν σημαντική από τον Τ. Παπαδόπουλο. Δύο χρόνια μετά, τι μπορούμε να πούμε ότι απέδωσε; Ανοίγει κάποιες προοπτικές; Γενικότερα, έχει αποδυναμωθεί ή ισχυροποιηθεί στο διάστημα μετά το σχέδιο Ανάν η διεθνής θέση της Κύπρου;
Τίποτα δεν έχει αποδώσει μέχρι σήμερα η συμφωνία της 8ης Ιουλίου. Ευτυχώς, διότι στηρίζεται στο ολέθριο για τον κυπριακό λαό σύστημα της γεωγραφικής ομοσπονδίας. Κινδυνεύει δε να αποδυναμωθεί η διεθνής θέση της Κυπριακής Δημοκρατίας, ιδίως στο Ευρωκοινοβούλιο: συνέπεια τόσο της αποδοχής του Σχεδίου Ανάν ως βάσης διαπραγμάτευσης όσο και της συναίνεσης στη διαιτησία Ανάν (συναίνεσης και του Δ. Χριστόφια, όπως γνωρίζω), καθώς και της ορθότατης, ασφαλώς, αλλά τόσο καθυστερημένης, απόρριψης, από την ελληνική κυπριακή πλευρά, του Σχεδίου που οι ιμπεριαλιστές είχαν μπορέσει προηγουμένως να μεταμφιέσουν ως “προϊόν ακριβοδικαίας διαιτησίας του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ”. Μπορούμε βέβαια να προσθέσουμε πως το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος του 2004 δεν προκάλεσε, ούτε μπορούσε να προκαλέσει, τη “νέα μικρασιατική καταστροφή” με την οποία μας απειλούσε ο κ. Κασουλίδης.
Διζωνική-δικοινοτική ή ενιαίο ανεξάρτητο κράτος; Ποια γραμμή πρέπει να ακολουθήσει ο προοδευτικός χώρος κατά τη γνώμη σας;
Ο αγγλοαμερικανικός ιμπεριαλισμός και ο επεκτατισμός του τουρκικού καθεστώτος, θέλοντας να ελέγξουν την Κύπρο, πιέζουν τον κυπριακό λαό στο σύνολό του να δεχτεί κάποια μορφή διαίρεσής του: ή μια γεωγραφική ομοσπονδία ή περαιτέρω παγίωση της de facto διχοτόμησης με προσθήκη ορισμένων στοιχείων de jure αναγνώρισης του ψευδοκράτους (πλήρης επίσημη αναγνώριση δεν φαίνεται να συμφέρει τους ιμπεριαλιστές και την Άγκυρα). Πρόκειται για δύο τόσο μεγάλα κακά ώστε να μην έχει πρακτική αξία η συζήτηση περί του μη χείρονος. Ο άμεσος όμως κίνδυνος συνίσταται στην επιβολή παραλλαγής του σχεδίου Ανάν, που θα απέκλειε τη δυνατότητα λαϊκού αντικαπιταλιστικού – αντιιμπεριαλιστικού αγώνα για μια ενιαία (δηλαδή μη ομοσπονδιακή), ανεξάρτητη και δημοκρατική Κύπρο, χωρίς στρατεύματα κατοχής και εποίκους, απαλλαγμένη από όλες τις βρετανικές βάσεις (τόσο από τις γνωστές μεγάλες όσο και από τις μικρές που βρίσκονται στο υπόλοιπο νησί), επίσης από τις βρετανικές στρατιωτικές “διευκολύνσεις”, από τις “εγγυήσεις”, όπως και από την ΤΟΥΡΔΥΚ και το άλλοθί της, που είναι η ΕΛΔΥΚ.
Η τυχόν μονομερής ανεξαρτητοποίηση του Κοσόβου εκτιμάτε ότι θα μπορούσε να ακολουθηθεί σαν μεθόδευση και στα κατεχόμενα; Υπάρχει περίπτωση η Κύπρος να ασκήσει βέτο στα πλαίσια της αναγνώρισης του Κοσόβου (εάν μονομερώς ανεξαρτητοποιηθεί) από την ΕΕ;
Τι επιδιώκει η Κυπριακή κυβέρνηση με τις πετρελαϊκές έρευνες; Σε ποιο σημείο βρίσκεται σήμερα το ζήτημα αυτό; Ποια η στάση Αμερικανών, Ρώσων και άλλων διεθνών παραγόντων;
Καίτοι στη διεθνή ζωή δεν υπάρχει δεσμευτική “νομολογία”, είναι φανερό ότι αν οι ιμπεριαλιστές θελήσουν αν προωθήσουν την παγίωση και μερική νομιμοποίηση της de facto διχοτόμησης της Κύπρου, θα τους διευκόλυνε ένα “προηγούμενο” στο Κοσυφοπέδιο. Με αυτή τη σκέψη, αλλά και παρέχοντας διπλωματική εκδούλευση στη Ρωσία που βοηθάει την Κύπρο στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, η Λευκωσία έχει δηλώσει ότι θα αντιταχθεί σε αναγνώριση ανεξαρτησίας του Κοσόβου από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ούτε όμως τα δικαιώματα αρνησικυρίας σε ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς, όπως είναι η ΕΕ, ούτε οι απόπειρες αξιοποίησης των βλέψεων και αντιθέσεων του ιμπεριαλιστικού καπιταλισμού, όπως είναι οι σχετιζόμενες με πετρελαϊκές έρευνες, μπορούν να αντικαταστήσουν τους λαϊκούς αγώνες.
Πώς εκτιμάτε τη στάση της Τουρκίας στο Κυπριακό και το Αιγαίο; Είναι σωστό να συσχετιστεί η στάση της με τις ενδεχόμενες εξελίξεις στο Ιράκ και στο Κουρδικό ζήτημα; Υπάρχει κάποια τροποποίηση το τελευταίο διάστημα με βάση την ισχυροποίηση Ερντογάν;
Οι κυρίαρχες τουρκικές τάξεις συνεχίζουν συστηματικά την πολιτική που αποβλέπει στην πραγματική ακύρωση των διεθνών πράξεων της Λωζάννης του 1923. Από τότε μέχρι σήμερα, ο αναθεωρητισμός αυτός πλήττει την Κύπρο, το Αιγαίο, την Δυτική Θράκη, τους Έλληνες Πόλης, Ίμβρου και Τενέδου, το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Πρόκειται για μία ολόκληρη στρατηγική, ο οποία, στηριζόμενη στην έντονη αίσθηση του μακρού χρόνου που έχουν οι Τούρκοι, δεν αναστέλλεται ουσιαστικά από άλλους παράγοντες όπως οι εξελίξεις στο Ιράκ και στο Κουρδικό. Επειδή δε ο Ερντογάν και οι συνεργάτες του δεν έχουν καθόλου προοδευτική κοσμοθεώρηση, εφαρμόζουν και αυτοί τον εναντίον μας επεκτατισμό.
Πιστεύετε ότι το επόμενο διάστημα στο Αιγαίο θα έχουμε ήρεμα ή ταραγμένα νερά; Σε ποιο σημείο βρίσκονται τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης και ποια πρακτική σημασία έχουν; Τι νέο πρόσθεσε το ταξίδι του Καραμανλή στην Τουρκία; Ήδη ξεκινούν τουρκικές έρευνες για πετρέλαια στο Αιγαίο. Τι δείχνει αυτό; Σε ποια περιοχή γίνονται; Υπάρχει η άποψη ότι, αν η ελληνική πλευρά εφαρμόσει τα 12 μίλια, τότε το Αιγαίο μετατρέπεται σε ελληνική λίμνη; Είναι ακριβές αυτό; Πώς το σχολιάζετε; Θα είχε, κατά τη γνώμη σας, νόημα η επέκταση των χωρικών υδάτων της χώρας στα 10 μίλια σαν τακτική κίνηση;
Σύμφωνα με τις υποδείξεις των Ηνωμένων Πολιτειών και του μεγάλου ντόπιου και ξένου κεφαλαίου (τα δύο πλέον συγχέονται), η ελληνική κυβέρνηση πολλαπλασιάζει τις ενέργειες αποενοχοποίησης της Τουρκίας: επίσημη επίσκεψη του πρωθυπουργού, “Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης”.
Οι τουρκικές έρευνες στο Αιγαίο (κοντά στις μικρασιατικές ακτές, αλλά με δυνατότητα διεξαγωγής τους και αλλού) δείχνουν πως αναλλοίωτη παραμένει όχι μόνο η στρατηγική αλλά και η τακτική που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε. Πράγματι, μεταξύ Καραμανλή και Ερντογάν συμφωνήθηκε εντατικοποίηση των διερευνητικών συνομιλιών, προφανής στόχος των οποίων είναι να συμφωνήσουμε με την τουρκική πλευρά πού και πώς θα ασκήσουμε το δικαίωμά μας να καθορίζουμε το εύρος της ελληνικής αιγιαλίτιδας ζώνης. Όμως, οι συνομιλίες αυτές, εκτός του ότι είναι κατ’ αρχήν απαράδεκτες, αφού μονομερές είναι το δικαίωμά μας, διεξάγονται με το τουρκικό πιστόλι στον ελληνικό κρόταφο: casus belli, και, επιπλέον, πριν ή κατά τη διάρκεια των συνομιλιών, έρευνες των Τούρκων σε περιοχές που παράνομα διεκδικούν ή απειλή τέτοιων ερευνών.
Οι επιδιώξεις του τουρκικού καθεστώτος συμπίπτουν με εκείνες των ιμπεριαλιστών. Και αυτοί θέλουν όσο γίνεται λιγότερη ελληνική κυριαρχία στο Αιγαίο, για να αλωνίζουν ελεύθερα. Η διαφύλαξη, συνεπώς, των δικαιωμάτων μας στο ελληνικό αρχιπέλαγος και η μελλοντική άσκησή τους εντάσσονται στην αναγκαία άμυνά μας εναντίον του ιμπεριαλισμού. Εξάλλου είναι προς το συμφέρον των λαών να έχει στο Αιγαίο ισχυρότερη θέση η Ελλάδα, που είναι μικρή χώρα με παράδοση αντιστασιακών αγώνων.
Προβάλλεται (από εκείνους που υποστηρίζουν τους ιμπεριαλιστικούς πολέμους και μετέχουν σ’ αυτούς) το δήθεν φιλειρηνικό ερώτημα: “δηλαδή, θέλετε ελληνοτουρκικό πόλεμο;” Όπως όμως έχουμε δει, είναι οι συνεχείς υποχωρήσεις που αποθρασύνουν τους παρανομούντες και φέρνουν πιο κοντά τον πόλεμο, ενώ τον απομακρύνει η εμφανής θέληση για παλλαϊκή αντίσταση και για συνέχισή της ακόμα και στην περίπτωση μιας πρώτης ήττας.
Στο Αιγαίο δεν πρέπει να επικρατήσουν ούτε τουρκικές ούτε ελληνικές απόψεις. Την αμερόληπτη λύση περιγράφει, σαφώς και λεπτομερώς, η όσο γίνεται πιο αντικειμενική Διεθνής Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας. Προβλέπει τη δυνατότητα διεύρυνσης των ελληνικών χωρικών υδάτων μέχρι τα 12 ναυτικά μίλια, προστατεύοντας συγχρόνως (και πώς μπορούσε να είναι αλλιώς;) τα συμφέροντα της Τουρκίας και της διεθνούς ναυσιπλοΐας. Για να διαφυλάξουμε την ακεραιότητα του (γεωγραφικού) ελληνικού αρχιπελάγους, θα πρέπει να επεκτείνουμε την αιγιαλίτιδα ζώνη (μαζί με τον εναέριο χώρο και τον εθνικό βυθό) στα 12 ναυτικά μίλια από ευθείες γραμμές βάσης. Καθορίζοντας και τα διεθνή θαλάσσια περάσματα, ώστε να μη δημιουργηθούν στενά ελεύθερης διέλευσης εκεί όπου αυτό θα ήταν επικίνδυνο για την ασφάλεια της χώρας μας.