ΦΑΚΕΛΟΣ: Οικονομική κρίση, το σύστημα στο χείλος της κατάρρευσης

εφημερίδα Αριστερά!
6 Οκτωβρίου 2008 στις 08:57 μ.μ.

Image

Στην Ευρώπη το ντόμινο των τραπεζικών καταρρεύσεων

Αντιμέτωπος με τη χειρότερη κρίση του βρίσκεται ο παγκοσμιοποιημένος καπιταλισμός. Η κατάρρευση των τραπεζικών κολοσσών στις ΗΠΑ πέρασε με τον πλέον ηχηρό τρόπο και στην Ευρώπη, παρά τις προσπάθειες ΕΕ και κυβερνήσεων να πείσουν τους λαούς ότι η κρίση αφορά κυρίως το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Αμερικής.

Καθημερινά πληθαίνουν οι γκουρού του νεοφιλελευθερισμού που λένε ότι πρόκειται για την “σοβαρότερη οικονομική κρίση του αιώνα” με απρόβλεπτες διαστάσεις και συνέπειες. Όλο το οικοδόμημα του νεοφιλελευθερισμού, που πλουτίζει επί σειρά ετών πουλώντας κυριολεκτικά αέρα και υποθηκεύοντας το μέλλον ολόκληρων χωρών, φτάνει στα όριά του και δείχνει ότι δεν μπορεί να ξεπεράσει τα αδιέξοδα που γέννησε και γιγάντωσε.

Τα χρηματιστήρια στις μητροπόλεις του καπιταλισμού καταρρέουν εξανεμίζοντας ιλιγγιώδη ποσά. Τράπεζες καταρρέουν η μια μετά την άλλη και κρατικοποιούνται κοινωνικοποιώντας τις ζημιές. Την προηγούμενη Δευτέρα ήταν η σειρά της Ευρώπης να βρεθεί στη δίνη της κρίσης με ένα ντόμινο καταρρεύσεων και κρατικών παρεμβάσεων, ενώ το μέλλον διαγράφεται ακόμα πιο ζοφερό, αφού σχεδόν όλοι συμφωνούν ότι ακόμα είμαστε στην αρχή. Τα “τοξικά” ομόλογα, όπως έχουν εύστοχα χαρακτηριστεί, αποτελούν τη θρυαλλίδα για τον “τοξικό”-παρασιτικό παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό.

Μόνο τη Δευτέρα: Οι κυβερνήσεις του Βελγίου, της Ολλανδίας και του Λουξεμβούργου έριξαν 11,2 δισ. ευρώ στη Fortis, αγοράζοντας το 49% του μετοχικού κεφαλαίου της. Η τράπεζα, που είναι ο μεγαλύτερος εργοδότης του ιδιωτικού τομέα στο Βέλγιο και απασχολεί σε όλο τον κόσμο 85.000 εργαζόμενους, υπέστη ζημιές πάνω από 40 δισ. ευρώ από επενδύσεις σε “τοξικά” ομόλογα με εγγύηση αμερικανικά στεγαστικά δάνεια μειωμένης εξασφάλισης (subprime). Η βρετανική κυβέρνηση αγόρασε τις ζημιές της τράπεζας χορήγησης στεγαστικών Βradford & Βingley με 39 δισ. ευρώ καταθέσεις Βρετανών και πούλησε το δίκτυο των 197 καταστημάτων της στην ισπανική Santander.

Στο χορό και η Γερμανία. Η τράπεζα Ηypo Real Εstate Ηolding ΑG, που ειδικεύεται στη χορήγηση στεγαστικών δανείων σε επιχειρήσεις, ζήτησε και έλαβε πιστοληπτική διευκόλυνση 35 δισ. ευρώ από τη γερμανική κυβέρνηση για να αποφύγει τη χρεοκοπία – οι μετοχές της βυθίστηκαν χθες πάνω από 60%.

Η Roskilde Βank Α/S ζήτησε και έλαβε οικονομική βοήθεια από την Κεντρική Τράπεζα της Δανίας όταν ανακοίνωσε μεγάλες ζημιές από καθυστερήσεις σε δάνεια και πούλησε το δίκτυό της στις τράπεζες Νordea Βank, Spar Νord Βank και Αrbejdernes Landsbank. Επίσης, η κυβέρνηση της Ισλανδίας εξαγόρασε το 75% της τράπεζας Glitnir έναντι 600 εκατ. ευρώ, προκειμένου να τη σώσει από τη χρεοκοπία. Αντίστοιχη τύχη είχε και η γαλλοβελγική τράπεζα Dexia.

Στις ΗΠΑ, με τον Μπους να εκλιπαρεί για την έγκριση του σχεδίου διάσωσης του χρηματοπιστωτικού συστήματος, τα λουκέτα και οι συγχωνεύσεις καλπάζουν. Ενδεικτικά, αυτή την εβδομάδα, η Citigroup προχώρησε στην εξαγορά περιουσιακών στοιχείων της αμερικανικής Wachovia έναντι 2,2 δισ. δολ., ενώ οριστικοποιήθηκε η πώληση του 21% της Μorgan Stanley στη Μitsubishi Βank έναντι 9 δισ. δολαρίων. Επίσης, αίτηση υπαγωγής στο άρθρο 11 του Πτωχευτικού Δικαίου των ΗΠΑ υπέβαλε η μητρική εταιρία Washington Μutual Ιnc, η οποία πούλησε κομμάτια της στην JΡ Μorgan.

Εικόνα κατάρρευσης και στις ευρωπαϊκές αγορές. Το χρηματιστήριο της Αθήνας βούτηξε σε νέα χαμηλά ρεκόρ έτους, κλείνοντας με απώλειες 5,87% στις 2.840 μονάδες, εξανεμίζοντας σε μία μέρα 6 δισ. ευρώ.Τα χρηματιστήρια του Άμστερνταμ και των Βρυξελλών υποχώρησαν κατά 8,75% και 7,98% αντίστοιχα, ενώ μεγάλες ήταν οι απώλειες και στα χρηματιστήρια του Λονδίνου (-5,30%), της Φρανκφούρτης (-5,04%) και του Παρισιού (-4,23%). Στην Ιρλανδία το χρηματιστήριο βούτηξε κατά 13,03%. Ο πανευρωπαϊκός δείκτης FTSEurofirst υποχώρησε στο 4,95%, στο χαμηλότερο επίπεδο από τις 24 Ιανουαρίου 2005.

Οι κεντρικές τράπεζες ρίχνουν καθημερινά δισ. ευρώ στο τραπεζικό σύστημα σε μια προσπάθεια να ελεγχθεί η κατάσταση. Οι τράπεζες που συμμετέχουν με ενίσχυση της ρευστότητας είναι η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Fed), η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) καθώς και οι: Τράπεζα του Καναδά (ΒoC), Τράπεζα της Αγγλίας (ΒoΕ), Τράπεζα της Ιαπωνίας (ΒoJ), Εθνική Τράπεζα της Δανίας (Dansmarks Νationalbank), Τράπεζα της Νορβηγίας (Νorges Βank), Ομοσπονδιακή Τράπεζα της Αυστραλίας, Τράπεζα της Σουηδίας (Sveriges Riksbank) και Τράπεζα της Ελβετίας (SΝΒ).

Ενδεικτική της κατάστασης είναι η δήλωση του επικεφαλής της διεύθυνσης νομισματικής πολιτικής και κεφαλαιαγορών του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, Jaime Caruana, ότι “εκτός από τις ΗΠΑ, και οι υπόλοιπες χώρες πρέπει να ετοιμάσουν σχέδια έκτακτης ανάγκης”.

Κείμενα: Μιχάλης Σιάχος

Χτύπημα στην καρδιά του νεοφιλελευθερισμού

Οι κερδοσκόποι έκαναν τη δουλειά τους “αποτελεσματικά” και οδήγησαν το χρηματοπιστωτικό σύστημα στην κατάρρευση. Ο νεοφιλελευθερισμός που αποθέωσε την αγορά, η οποία “αυτορρυθμίζεται”, έφτασε στα όριά του και γκρεμίζεται κάτω από τα αδιέξοδα που δημιούργησε. Χρηματιστές και “golden boys”, που με τις ευλογίες των κυβερνήσεων δημιούργησαν φούσκες σε μια επί σειρά ετών φρενήρη άντληση υπερκερδών, βλέπουν όλο το οικοδόμημα της παρασιτικής οικονομίας τους να περνάει –ίσως– τη μεγαλύτερή του κρίση.

Η κρίση στο αμερικάνικο χρηματοπιστωτικό σύστημα, που επεκτείνεται με ταχύτατους ρυθμούς και στην Ευρώπη, παίρνει απρόβλεπτες διαστάσεις και δεν μπορεί κανείς πλέον να προβλέψει την έκταση και το βάθος της. Η κρίση, που σιγά σιγά ξεκίνησε πριν από περίπου ένα χρόνο αρχικά στην αμερικανική στεγαστική πίστη, εξαπλώνεται σε όλο τον κόσμο, αγκαλιάζοντας σχεδόν το σύνολο του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού. Χτυπά την καρδιά του κυρίαρχου νεοφιλελεύθερου μοντέλου, που “επενδύει αέρα” και παράγει υπερκέρδη, υποθηκεύοντας το μέλλον ολόκληρων λαών και χωρών.

Η κατάρρευση των επενδυτικών τραπεζών στις ΗΠΑ μπορεί να είναι ακόμα μία από τις “περιοδικές και κλασικές” κρίσεις του καπιταλισμού, ωστόσο δείχνει να έχει πολλαπλασιαστικές και απρόβλεπτες συνέπειες. Πλέον οι επενδυτικές τράπεζες, που απογείωσαν το νεοφιλελευθερισμό, δεν υπάρχουν. Η χρεοκοπία της Lehman Brothers, η εξαγορά των Merrill Lynch και Bear Stearns και η μετατροπή των Morgan Stanley και Goldman Sachs σε παραδοσιακές εμπορικές τράπεζες αλλάζουν τα δεδομένα στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, αλλά ταυτόχρονα αναδεικνύουν τη φύση, τα μέσα, τα όρια και τα αδιέξοδα του νεοφιλελεύθερου μοντέλου, που έγινε θρησκεία για τις ΗΠΑ και την ΕΕ.

Οι επενδυτικές τράπεζες, που προκάλεσαν την κρίση, αποτέλεσαν για πολλά χρόνια το σούπερ καύσιμο του παγκόσμιου τραπεζικού και οικονομικού συστήματος, τροφοδοτώντας το με μετρητά από τα τρομακτικά κέρδη που κατέγραφαν. Κλειδί της “επιτυχίας” τους ήταν σύνθετα επενδυτικά προϊόντα που “ανακάλυψαν” για να κερδοσκοπούν με “αέρα”, αφού το “πρωτοποριακό” χαρακτηριστικό τους ήταν η δυνατότητα να επενδύσει κανείς ποσά πολλαπλάσια των κεφαλαίων που διέθετε, τα οποία –επειδή ακριβώς κατέγραφαν υπερκέρδη– είχαν κερδίσει όχι προνομιακό καθεστώς λειτουργίας αλλά απόλυτη ασυδοσία.

Το τέλος των επενδυτικών τραπεζών, λοιπόν, δεν είναι απλά μια νέα σελίδα στον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό, αλλά η χρυσή ευκαιρία για να φτάσουμε στην πλήρη απονομιμοποίηση του νεοφιλελευθερισμού και να τελειώνουμε, επιτέλους, με τους μονόδρομους των Βρυξελλών και των εκάστοτε υποτακτικών κυβερνήσεων του δικομματισμού.

Φορτώνουν τις ζημιές τους στο λαό

Αμερικάνικος κυνισμός και ευρωπαϊκή υποκρισία

Με τον πλέον κυνικό και απροκάλυπτο τρόπο, ΗΠΑ και ΕΕ κοινωνικοποιούν τις τεράστιες ζημιές της οικονομικής κρίσης, οι οποίες, σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις του ΔΝΤ, ίσως ξεπεράσουν το 1,5 τρισ. δολάρια. Οι θύτες, αυτοί που με τις πολιτικές τους είναι αποκλειστικά υπεύθυνοι για το κραχ το οποίο βρίσκεται σε εξέλιξη, φορτώνουν στις πλάτες των λαών το κόστος των δικών τους στρατηγικών επιλογών.

Αγοράζοντας με χρήματα των φορολογούμενων τις υπό κατάρρευση τράπεζες, προστατεύουν το παγκοσμιοποιημένο καπιταλιστικό οικοδόμημα, μεταβιβάζοντας στο λαό το κόστος της κρίσης. Τα λαϊκά στρώματα, που επί δεκαετίες οδηγούνται στη φτώχεια και την ανασφάλεια ακριβώς εξαιτίας των πολιτικών που καλλιέργησαν την κρίση, καλούνται τώρα να πληρώσουν και την ταμπακέρα, με στόχο να συνεχίσει το σύστημα τη με όσο το δυνατό λιγότερους κλυδωνισμούς πορεία του προς την επόμενη φούσκα.

Η μη έγκριση, την προηγούμενη Δευτέρα, του σχεδίου της κυβέρνησης Μπους για τη διάσωση του αμερικανικού χρηματοπιστωτικού συστήματος δεν οφείλεται στην ευαισθησία των Ρεπουμπλικάνων και των Δημοκρατικών για το κόστος που θα μοιραστεί στους Αμερικανούς, ούτε βέβαια στο ότι αντιβαίνει στις φιλελεύθερες αρχές για μη παρέμβαση του κράτους κ.λπ. Οφείλεται στα προεκλογικά παιχνίδια αλλά και στο γεγονός ότι η συγκεκριμένη κρίση ανοίγει δρόμους στα λόμπι για να ασκήσουν πιέσεις σε μια προσπάθεια να έρθουν στο προσκήνιο οι επόμενοι κεφαλαιοκράτες στη θέση αυτών που σήμερα καταρρέουν. (Να σημειώσουμε ότι το σχέδιο αναμενόταν τελικά να υπερψηφιστεί χτες, αλλά ο χρόνος έκδοσης της εφημερίδας δεν μας επέτρεπε να έχουμε το αποτέλεσμα).

Είναι σημαντικό να δούμε τι σημαίνει πρακτικά το σχέδιο της κυβέρνησης Μπους για τους Αμερικανούς και πώς τελικά η κατάρρευση όλων αυτών των παρασιτικών μηχανισμών, που επί σειρά ετών θησαύριζαν, περνάει στις πλάτες του λαού. Το συνολικό κόστος του σχεδίου, λοιπόν, φτάνει τα 700 δισ. δολάρια, τα οποία θα φύγουν από το δημόσιο – από τις τσέπες, δηλαδή, των φορολογουμένων. Θα επιβαρύνει κατά 37.500 δολάρια κάθε Αμερικανό πολίτη και θα εκτοξεύσει στα 11,3 τρισ. δολάρια το χρέος της κυβέρνησης, ενώ αντίστοιχα τρομακτικές θα είναι και οι βραχυπρόθεσμες συνέπειες στον προϋπολογισμό. Αν προστεθεί και το κόστος από τις κρατικοποιήσεις της Fannie Mae, της Freddie Mac και του ασφαλιστικού ομίλου AIG, τότε το έλλειμμα του προϋπολογισμού θα εκτιναχθεί στο 6,7% του ΑΕΠ, καταγράφοντας μεταπολεμικό ρεκόρ. Είναι προφανές ότι, εκτός των άλλων, τα παραπάνω σημαίνουν ακόμα λιγότερες κοινωνικές δαπάνες και ακόμα μεγαλύτερη φτωχοποίηση για το λαό.

Η “κοινωνική” Ευρώπη

Μεσούσης της κρίσης, η Ευρώπη, ξεπερνώντας κάθε όριο υποκρισίας και κοροϊδίας, επιχειρεί να θολώσει τα νερά, ακολουθώντας όμως κατά γράμμα την τακτική των κρατικοποιήσεων και της μεταβίβασης των ζημιών στο λαό.

Τα πιο τρανταχτά παραδείγματα αυτής της εβδομάδας είναι οι δύο κρατικοποιήσεις τραπεζών στην ευρωζώνη, της βελγικής Fortis και της γερμανικής Hypo Real Estate, και άλλη μία εθνικοποίηση στη Βρετανία, της Bradford & Bingley, ενώ ακολούθησε και η Dexia. Αξίζει να σταθούμε –επειδή δείχνει περίτρανα την κατεύθυνση που ακολουθείται– στην Bradford & Bingley, μία από τις μεγαλύτερες τράπεζες στεγαστικής πίστης στη Βρετανία, της οποίας τις ζημιές η κυβέρνηση του Γκόρντον Μπράουν κρατικοποίησε και πούλησε κυριολεκτικά κοψοχρονιά τα υγιή περιουσιακά της στοιχεία στην ισπανική Banco Santander.

Σε κάθε ευκαιρία, όμως, οι χωροφύλακες των Βρυξελλών τονίζουν με κάθε τρόπο ότι “η ΕΕ δεν είναι ΗΠΑ”. Χαρακτηριστική ήταν η ανακοίνωση της Κομισιόν την Τετάρτη: “Η αναταραχή που ζούμε ξεκίνησε από τις Ηνωμένες Πολιτείες και εξελίχθηκε σε παγκόσμιο πρόβλημα. Οι ΗΠΑ έχουν ξεχωριστό μερίδιο ευθύνης σ’ αυτή την κατάσταση… Περιμένουμε ταχεία εφαρμογή του σχεδίου διάσωσης των τραπεζών”. Ενώ λίγες μέρες πριν, η Μέρκελ και ο Σαρκοζί εξαπέλυαν μύδρους: “Για πολλά χρόνια”, δήλωσε η Γερμανίδα καγκελάριος, “το πάγιο μότο ήταν αφήστε τις αγορές να ρυθμίσουν οι ίδιες τη λειτουργία τους. Τώρα φύγαμε από αυτή τη λογική, επειδή ακόμη κι η Αμερική και η Βρετανία αναγκάζονται πλέον να παραδεχθούν πως έχουν ανάγκη μεγαλύτερης διαφάνειας στη λειτουργία των αγορών”. Ενώ ο πρόεδρος της Γαλλίας, Νικολά Σαρκοζί, σημείωσε: “Ποιος είναι υπεύθυνος γι’ αυτή την καταστροφή; Εκείνοι που είναι υπεύθυνοι πρέπει να τιμωρηθούν και να αναλάβουν τις ευθύνες τους”.

Οποία υποκρισία και κοροϊδία! Οι ταγοί του Μάαστριχτ και της στρατηγικής της Λισαβόνας, οι πρωτεργάτες του ευρωσυντάγματος, που επιχείρησε να συνταγματοποιήσει το νεοφιλελευθερισμό, έρχονται τώρα να “στηλιτεύσουν” τα αποτελέσματα της πολιτικής που προωθούν οι ίδιοι εις βάρος των λαών της Ευρώπης.

Αποκαλυπτικές οι προβλέψεις από τους θιασώτες του νεοφιλελευθερισμού

Άκρως αποκαλυπτικές για το μέγεθος της οικονομικής κρίσης είναι οι εκτιμήσεις των γκουρού του νεοφιλελευθερισμού. Από τον πρόεδρο των ΗΠΑ μέχρι το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), το σκληρό πυρήνα της ευρωζώνης και διακεκριμένους οικονομολόγους και χρηματιστές, όλοι συμφωνούν στη διαπίστωση ότι η κρίση έχει ακόμα μεγάλο και, εν πολλοίς, απρόβλεπτο βάθος και συνέπειες.

Τζορτζ Μπους (σε μία από τις τελευταίες προσπάθειές του για την έγκριση του σχεδίου Πόλσον)

“Εάν το έθνος μας συνεχίσει το δρόμο αυτόν, η οικονομική ζημιά θα είναι οδυνηρή και διαρκής”, προειδοποίησε ο Μπους, μία ημέρα μετά την απόρριψη του σχεδίου διάσωσης της αμερικανικής οικονομίας από τη Βουλή των Αντιπροσώπων. “Διαβεβαιώνω τους πολίτες μας και τους πολίτες ολόκληρου του κόσμου ότι αυτό δεν είναι το τέλος της κοινοβουλευτικής διαδικασίας. Βρισκόμαστε σε μία κρίσιμη στιγμή για την οικονομία μας και χρειαζόμαστε νομοθεσία που να αντιμετωπίζει το πρόβλημα, που να επιτρέπει στην αμερικανική οικονομία να τεθεί και πάλι σε κίνηση”.

**Ντομινίκ Στρος-Καν
**διευθυντής του ΔΝΤ

“Αντιμετωπίζουμε μία πρωτοφανή χρηματιστηριακή κρίση, επειδή ξεκίνησε από την καρδιά του συστήματος, τις ΗΠΑ, και όχι από την περιφέρειά του, κι έπληξε ταυτόχρονα ολόκληρο τον κόσμο. Όλη η παγκόσμια οικονομία θα επιβραδυνθεί από μισή ως δύο μονάδες. Η επιβράδυνση είναι γενική”. Παραλληλίζοντας την τρέχουσα κρίση με το κραχ του ’29, υποστήριξε ότι μία διαφορά “είναι ότι διαθέτουμε εργαλεία που δεν επιτρέπουν να αποφευχθεί η κρίση, αλλά να μετριαστούν οι συνέπειές της και να διορθωθούν οι επιπτώσεις της”. Τέλος, πρόβλεψε ότι στο τέλος της τρέχουσας κρίσης “ο παγκόσμιος χρηματοοικονομικός τομέας θα είναι πολύ πιο περιορισμένος”.

**Ζαν Κλοντ Γιούνκερ
**πρόεδρος του Eurogroup

“Σχεδόν όλοι μας αιφνιδιαστήκαμε από την οικονομική συρρίκνωση που καταγράφηκε στις αρχές του καλοκαιριού. Υποτιμήσαμε τις επιπτώσεις της πιστωτικής κρίσης. Η ευρωζώνη επηρεάζεται πλέον από την κάμψη της παγκόσμιας οικονομίας”.

**Τζορτζ Σόρος
**Αμερικανός χρηματιστής

“Φοβάμαι ότι δεν είμαστε κοντά στην έξοδο της χρηματιστηριακής αναταραχής, η οποία κατά κάποιον τρόπο οδεύει περισσότερο προς μία καταιγίδα παρά προς τον τερματισμό της. Το χρηματοπιστωτικό σύστημα απέκτησε πολύ μεγάλο βάρος στην παγκόσμια οικονομία και, τώρα που κλυδωνίζεται, θα ακολουθήσουν νέες ρυθμίσεις για τον έλεγχό του, με αποτέλεσμα να καταστεί λιγότερο επικερδές. Ο τρόπος με τον οποίο ο υπουργός Οικονομικών, Χένρι Πόλσον, αντιμετώπισε την κρίση θυμίζει πολύ την αντίδραση των υπευθύνων της Ομοσπονδιακής Τράπεζας στη δεκαετία του ’30, την εποχή της Μεγάλης Ύφεσης”.

**Γουόρεν Μπάφετ
**δισεκατομμυριούχος επενδυτής

“Οικονομικό Περλ Χάρμπορ” χαρακτήρισε ο Μπάφετ την κρίση στις αγορές και στήριξε το σχέδιο διάσωσης του χρηματοπιστωτικού συστήματος της αμερικανικής κυβέρνησης, υποστηρίζοντας ότι είναι απολύτως αναγκαίο. “Η αγορά δεν θα άντεχε άλλη μία εβδομάδα…”

**Τζόζεφ Στίγκλιτς
**βραβευμένος με Νόμπελ Οικονομίας

“Θα δούμε στις αγορές το δείκτη Dow Jones να τίθεται σε ελεύθερη πτώση, περισσότερο απ’ όσο μπορούμε να φανταστούμε. Θα έχουμε κι άλλες θεαματικές πτωχεύσεις χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Η αμερικανική οικονομία κατευθύνεται προς μακρά ύφεση”.

Τα διακριτά χαρακτηριστικά της χρηματοπιστωτικής κρίσης, του Κώστα Μελά*

Αντικείμενο τούτου του άρθρου αποτελεί η διερεύνηση του χαρακτήρα της ευρισκόμενης σε πλήρη εξέλιξη διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης με επίκεντρο τις ΗΠΑ.

Είναι πλέον κοινώς αποδεκτό ότι η ανάπτυξη του καπιταλισμού είναι συνυφασμένη με κρίσεις. Ο καπιταλισμός είναι ένα σύστημα που εγγενώς ρέπει προς την ανισορροπία. Στη διαδικασία συνολικής και διευρυμένης αναπαραγωγής του κοινωνικού κεφαλαίου, η παρουσία κρίσεων αποτελεί ένα αλλεπάλληλα επαναλαμβανόμενο φαινόμενο. Οι κρίσεις λαμβάνουν διαφορετικές μορφές αναλόγως σε ποιο τομέα της οικονομικής δραστηριότητας πρωταρχικά εμφανίζονται. Έτσι, μπορούν να χαρακτηριστούν ως κρίσεις οικονομικές, χρηματιστηριακές, νομισματικές ή χρηματοπιστωτικές. Οι τελευταίες αποτελούν κρίσεις οι οποίες εκδηλώνονται πρωταρχικά και αφορούν κυρίως το χρηματοπιστωτικό τομέα. Θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι οι χρηματοπιστωτικές κρίσεις δεν είναι όλες ίδιες ως προς την ένταση ή τις επιπτώσεις τους ούτε ως προς τους μηχανισμούς γέννησής τους. Το πώς συνδέονται οι χρηματοπιστωτικές κρίσεις με τις υπόλοιπες μορφές κρίσεων, το πώς επηρεάζουν ή επηρεάζονται από τους υπόλοιπους τομείς της οικονομίας αποτελεί αντικείμενο ιδιαίτερης μελέτης της κάθε συγκεκριμένης χρηματοπιστωτικής κρίσης με βάση τα διακριτά χαρακτηριστικά της.

Ανατρέχοντας στην ιστορία των χρηματοπιστωτικών κρίσεων, διακρίνουμε περιπτώσεις τέτοιων κρίσεων που εκδηλώνονται με τρόπο “αυτόνομο” από την υπάρχουσα οικονομική συγκυρία, περιπτώσεις που αποτελούν, υπό μια έννοια, την αιτία σοβαρών δυσμενών επιδράσεων στην οικονομική πραγματικότητα και περιπτώσεις στις οποίες οι χρηματοπιστωτικές κρίσεις είναι το αποτέλεσμα της κρίσης που διέπει τη γενικότερη οικονομική συγκυρία. Θα μπορούσαμε με ευκολία να υποστηρίξουμε ότι τα τελευταία 35 χρόνια είμαστε μάρτυρες μιας σημαντικότατης αύξησης του αριθμού των χρηματοπιστωτικών κρίσεων που εμφανίστηκαν τόσο στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες1, όσο και στις υπόλοιπες χώρες του πλανήτη2.

Σε άμεση σύνδεση με τον αυξητικό ρυθμό των χρηματοπιστωτικών κρίσεων βρίσκεται η παρατηρούμενη διόγκωση του χρηματοπιστωτικού τομέα. Τούτη η διόγκωση είναι, κατ’ αρχάς, το αναγκαίο, αλλά όχι ικανό αποτέλεσμα του νέου ρυθμιστικού πλαισίου που επιβλήθηκε (κατεξοχήν με ενέργειες των ΗΠΑ) στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Χαρακτηριστικά του σύγχρονου ανοιχτού χρηματοπιστωτικού συστήματος είναι η ελεύθερη κίνηση των κεφαλαιακών ροών, η απορρύθμιση και αποκανονικοποίηση των πλαισίων λειτουργίας του, η ευρύτατη πρακτική arbitrage και τα πολύπλοκα συστήματα κάλυψης κινδύνων (παράγωγα προϊόντα), τα οποία ως επί το πλείστον μετατρέπονται και λειτουργούν ως κερδοσκοπικά συστήματα.

Η διαδικασία απορρύθμισης και η έντονη διεθνοποίηση (παγκοσμιοποίηση) των χρηματοπιστωτικών αγορών συμβαδίζουν κατά τρόπο ανακλαστικό, δηλαδή με έναν τρόπο, σύμφωνα με τον οποίο η μια διαδικασία (απορρύθμισης) αποτελεί παράγοντα δημιουργίας της άλλης (παγκοσμιοποίησης). Οι ρυθμίσεις που απορρυθμίστηκαν ήσαν πρωτίστως εθνικές, αφορούσαν, δηλαδή, τον οικονομικό χώρο που ονομάζεται έθνος, και ως εκ τούτου οι λιγότερες ρυθμίσεις οδηγούν σε μεγαλύτερη ένταση της διεθνοποίησης. Παράλληλα, η καινοτομικότητα του χρηματοπιστωτικού τομέα, δημιουργώντας νέες χρηματοπιστωτικές δραστηριότητες, μετέβαλε και τον τρόπο με τον οποίο χρηματοδοτούνται οι βιομηχανικές και εμπορικές δραστηριότητες καθώς και τον τρόπο με τον οποίο τα νοικοκυριά διαχειρίζονται τις οικονομικές πλευρές της ζωής τους. Συγχρόνως, άλλαξαν τις παραμέτρους που καθορίζουν τη λειτουργία των κυβερνήσεων, σχετικά με τη χάραξη και την άσκηση της οικονομικής πολιτικής.

Η άσκηση της χρηματοπιστωτικής λειτουργίας ουσιαστικά μετατράπηκε σε συνεχή προσπάθεια διαχείρισης κινδύνων μέσα σ’ ένα εντελώς αβέβαιο και ρευστό περιβάλλον.

Όμως, σύμφωνα με τη δική μας αντίληψη, η ικανή συνθήκη, η οποία θα μας επιτρέψει να κατανοήσουμε τις παρατηρούμενες εξελίξεις, θα πρέπει να αναζητηθεί στην ίδια τη διαδικασία της συσσώρευσης του κεφαλαίου και ειδικά στη “σημερινή” συγκυρία της διευρυμένης αναπαραγωγής του.

Σε παλαιότερες χρονικές περιόδους, πριν από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά και την πρώτη δεκαετία της μεταπολεμικής περιόδου, η χρηματοπιστωτική σφαίρα αντιμετωπιζόταν ως το λιπαντικό που ήταν απαραίτητο στην εξυπηρέτηση των αναγκών της παραγωγής. “Παρ’ όλα αυτά, υπήρχε η τάση σχετικής αυτονόμησής της και δημιουργίας κερδοσκοπικών υπερβολών στα τελευταία στάδια της ανόδου του οικονομικού κύκλου. Κατά κανόνα, τα επεισόδια αυτά είχαν σύντομη διάρκεια και δεν επέφεραν μακροχρόνιες επιπτώσεις στη δομή και τη λειτουργία της οικονομίας”3.

Αλλά και ο Μαρξ είχε με σαφήνεια περιγράψει τον προσδιορισμό αλλά και την ενδεχόμενη σχετική αυτονόμηση της κίνησης του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου από την κίνηση του “πραγματικού παραγωγικού κεφαλαίου”. Είχε, δηλαδή, δείξει τη δυνατότητα αυτονόμησης των χρηματοπιστωτικών κεφαλαίων από τον επιχειρηματικό κύκλο4 και τη δυνατότητα κερδοσκοπικών υπερβολών, ανεξάρτητων από την κατάσταση της παραγωγής.

Τα τελευταία χρόνια, όμως, κυρίως στις αναπτυγμένες χώρες της Δύσης, παρατηρείται ένας δομικός μετασχηματισμός στην ίδια τη διαδικασία συσσώρευσης του κεφαλαίου, με την έννοια ότι ο χρηματοπιστωτικός τομέας τείνει να αυτονομηθεί από την παραγωγή και, από κυριαρχούμενος, να μετατραπεί σε κυρίαρχο. Βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τη νέα συγκρότηση της παγκόσμιας οικονομικής τάξης υπό την καθοδήγηση του νέου χρηματιστικού κεφαλαίου και, ειδικά, του αμερικάνικου, το οποίο τείνει να επιβληθεί στον πραγματικό τομέα της οικονομίας, δηλαδή στην παραγωγή, στην απασχόληση, στους μισθούς και στην κατανομή του παραγόμενου πλούτου, καθορίζοντας σε μεγάλο ποσοστό τη λειτουργία τους.

Το χρηματιστικό κεφάλαιο αντιστοιχεί στο χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο, όταν αυτό το τελευταίο υπερισχύει σε οποιαδήποτε ιστορική συγκυρία έναντι του παραγωγικού κεφαλαίου. Όταν, δηλαδή, οι διαμεσολαβούμενες από το χρηματοπιστωτικό σύστημα και τους οιονεί χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς πιστώσεις (κλασικές ή νέας μορφής) δεν κατευθύνονται στην εξυπηρέτηση των αναγκών της πραγματικής οικονομίας, αλλά, αυτονομούμενες από αυτές, καθίστανται αυτάρκεις μορφές “επενδυτικής τοποθέτησης” στην υπηρεσία εξυπηρέτησης των ίδιων συμφερόντων των κοινωνικών ομάδων που τις κατέχουν.

Η ουσία της προβληματικής που επιχειρούμε να αναπτύξουμε μπορεί να συνοψιστεί στο εξής:

Το χρηματιστικό κεφάλαιο δεν αποτελεί απλή “συγχώνευση” του τραπεζικού κεφαλαίου με το βιομηχανικό… Αντιθέτως, το φαινόμενο αυτό σηματοδοτεί την οριστική, στην ιστορική περίοδο που διάγουμε, κατίσχυση των χρηματικών προδιαγραφών πάνω στις οικονομικές και παραγωγικές – με την επικράτηση της εισοδηματικής λογικής εις βάρος της παραγωγικής λογικής, του χρήματος εις βάρος της οικονομίας. Το χρηματιστικό κεφάλαιο δεν σηματοδοτεί τόσο έναν ιδιαίτερο τρόπο παραγωγής “καθαρού εισοδήματος”, όσο κυρίως έναν τρόπο συγκέντρωσης και οικειοποίησης του ήδη διαθέσιμου εισοδήματος.

Παράλληλα, παρατηρούμε ότι οι σημερινές μορφές χρηματιστικής συσσώρευσης δεν επαναδιοχετεύουν τον παραγόμενο πλούτο στην οικονομία, ώστε να συνεχίζει να λειτουργεί αναπόσπαστο ένα σύστημα διευρυμένης αναπαραγωγής, αλλά τον αποσπούν μονόπλευρα από τη σφαίρα της παραγωγής και τον εναποθέτουν στη χρηματοπιστωτική οικονομία, δηλαδή σε αυτήν που χωρίς να παράγει συντηρείται από τις παραγωγικές δυνατότητες της πρώτης. Το χρηματιστικό κεφάλαιο και ο συγκεκριμένος τρόπος με τον οποίο χρησιμοποιείται, παραγόμενο και αναπαραγόμενο, στη σημερινή παγκόσμια αλλά και ελληνική συγκυρία, παράγει ασύγκριτα περισσότερες εισοδηματικές προσόδους, που εκτρέφουν κυρίως αργούντες αποταμιευτές, εισοδηματίες και χρηματιστηριακούς κερδοσκόπους παρά παραγωγικά επιχειρηματικά εισοδήματα και εργατικούς μισθούς.

Διαπιστώνεται, λοιπόν, μια μεγάλη μεταφορά κεφαλαίου από τους άμεσα παραγωγικούς τομείς στους χρηματοπιστωτικούς. Ο λόγος που πραγματοποιείται αυτή η μεταφορά, αν παρακολουθήσουμε τη λογική του Μαρξ5, θα πρέπει να αναζητηθεί στην αδυναμία διεύρυνσης της παραγωγής. Στις δυσκολίες, δηλαδή, που συναντά το κεφάλαιο να διευρύνει την αναπαραγωγή του. Το ερώτημα που προκύπτει αβίαστα είναι αν οι σημερινές περιοδικές κρίσεις αντιπροσωπεύουν απλά πρόσκαιρες διακοπές σε μια διαδικασία επιταχυνόμενης οικονομικής μεγέθυνσης ή παραπέμπουν σε σοβαρούς και μακροχρόνιους περιορισμούς στη συσσώρευση του κεφαλαίου.

Αν ισχύει το πρώτο, τότε μπορούμε να αναμένουμε στο προσεχές μέλλον, με την απομάκρυνση των νεοφιλελεύθερων οικονομικών δογμάτων και την επανάκαμψη των άμεσα παρεμβατικών οικονομικών πολιτικών, τη “ρύθμιση της συσσώρευσης” σύμφωνα με κεϋνσιανές-σοσιαλδημοκρατικές πολιτικές και, άρα, την επαναδιοχέτευση του παραγόμενου πλούτου στην οικονομία, ώστε να συνεχίζει να λειτουργεί αναπόσπαστο ένα σύστημα διευρυμένης αναπαραγωγής.

Αντιθέτως, αν ισχύει το δεύτερο και η διόγκωση του χρηματοπιστωτικού τομέα αποτελεί δομικό χαρακτηριστικό της συσσώρευσης του κεφαλαίου στην παρούσα χρονική περίοδο, δηλαδή συμβάλλει αποφασιστικά στη διέξοδο του οικονομικού πλεονάσματος, προσφέροντας θέσεις εργασίας, και, εμμέσως, τονώνοντας τη ζήτηση, γίνεται αντιληπτό ότι τα πράγματα περιπλέκονται. Και αυτό, γιατί ως άμεσο συμπέρασμα προκύπτει η μονιμότητα των δυσκολιών της διευρυμένης αναπαραγωγής του κεφαλαίου (περίπου μια κατάσταση εμμενούς στασιμότητας της παραγωγής) και άρα το ερώτημα μετατίθεται στο κατά πόσο μπορεί ο χρηματοπιστωτικός τομέας να “φέρει εις πέρας” το φορτίο της αναπαραγωγής του κεφαλαίου.

Δεν μπορεί να υπάρξει εγγυημένη απάντηση σε αυτή την ερώτηση. Στην παρούσα φάση της ιστορίας του καπιταλισμού –εκτός της περίπτωσης ενός διόλου απίθανου κλονισμού, όπως η κατάρρευση του διεθνούς νομισματικού και τραπεζικού συστήματος–, η συνύπαρξη της παρατηρούμενης στασιμότητας στον παραγωγικό τομέα –των αναπτυγμένων οικονομιών της Δύσης– και της διόγκωσης του χρηματοπιστωτικού τομέα μπορεί να συνεχιστεί για μεγάλο χρονικό διάστημα6.

Πιστεύοντας στην ισχύ και την ετερογένεια των σκοπών της ιστορίας, δεν μπορεί να αποκλειστεί καμιά από τις δύο, αλλά και όποιες άλλες εξελίξεις μπορεί θεωρητικά να υπάρξουν. Όμως πεποίθησή μας είναι ότι στο μέλλον δεν μπορεί να επαναληφθούν καταστάσεις του παρελθόντος, τουλάχιστον με τον ίδιο τρόπο. Όμως, σχετικά με τα μελλούμενα, υπάρχει κάτι που πρέπει να μας προβληματίσει πολύ περισσότερο. Βλέπουμε ότι οι θεωρίες μας για τον αντικοινωνικό και πιθανόν ακραίο χαρακτήρα του καπιταλισμού επαληθεύονται, κι εμείς οι αριστεροί χαμογελάμε, τρίβουμε τα χέρια μας και είμαστε έτοιμοι για τις πολιτικές και κοινωνικές συνέπειες της κρίσης. Θα έπρεπε; Μήπως θα έπρεπε να αναρωτηθούμε πόσο προετοιμασμένοι είμαστε να αντιμετωπίσουμε αυτή τη νέα κρίση με αριστερές εναλλακτικές;

Όχι μόνο με θεωρίες, αλλά με πολιτική, κοινωνική και ιδεολογική ισχύ να συγκρουστούμε με την ηγεμονία που βρίσκεται σε κρίση. Είμαστε έτοιμοι να αναλογιστούμε αν τα μέτρα που λήφθηκαν από τις κυβερνήσεις δεν θα σημαίνουν περισσότερα βάσανα για τους φτωχούς, περισσότερη απελπισία, εγκατάλειψη, ανεργία και επισφαλή εργασία, χωρίς οι άνθρωποι να μπορούν να δουν εναλλακτικές;

Αν είμαστε απλά έτοιμοι να παίξουμε ένα διανοητικό ρόλο, αυτόν των επικριτών του καπιταλισμού, αυτή η κρίση είναι μια μεγάλη γιορτή. Μπορούμε να πανηγυρίζουμε και να παράγουμε –ημέρα με την ημέρα, εβδομάδα με την εβδομάδα– νέα άρθρα τα οποία προβλέπουν –“όπως έχουμε ήδη γράψει”– το σύντομο τέλος του καπιταλισμού7. Βέβαια, όπως μας υπενθυμίζει ο Λένιν, ο καπιταλισμός δεν καταρρέει, ούτε θα καταρρεύσει ποτέ, εκτός κι αν ηττηθεί – όπως έδειξαν οι επαναστατικές διαδικασίες οι οποίες τερμάτισαν τον καπιταλισμό, μόνιμα ή παροδικά. Δεν καταρρέει από μόνος του και δείχνει ακόμα και ικανότητα προς ανάκαμψη.

1. Basel Committee on Banking Supervision: Bank Failure in Mature Economies. BIS, Working Paper No 13, April 2004.

2. Caprio G – Klingebiel D, Episodes of Systematic and Borderline Financial Crises. World Bank January 1999. Caprio G – Klingebiel D, Episodes of Systematic and Borderline Financial Crises. World Bank, October 2003.

3. Sweezy P.M., Economic Reminiscences, Monthly Review, Vol.47, No 1, May 1995, pages. 8-9.

4. Ο Μαρξ γράφει στο “Κεφάλαιο” (τόμος Ι, σελίδες 148-149, εκδ. Μόρφωση 1963): “Πρέπει να γίνει διάκριση ανάμεσα στη χρηματική κρίση, έτσι όπως καθορίζεται στο κείμενο σαν ιδιαίτερη φάση κάθε γενικής κρίσης παραγωγής και εμπορίου, και στο ειδικό βάρος της κρίσης, που την ονομάζουν επίσης χρηματική κρίση, που μπορεί όμως να εκδηλωθεί ανεξάρτητα, έτσι που μόνο σαν αντίχτυπος επιδρά στη βιομηχανία και στο εμπόριο. Πρόκειται για κρίσεις που το κινητό τους κέντρο είναι το χρηματικό κεφάλαιο και που, για το λόγο αυτόν, έχουν σαν άμεση σφαίρα δράσης την τράπεζα, το χρηματιστήριο και τη χρηματική κυκλοφορία”.

5. “Το μέρος του κεφαλαίου που δεν είναι προορισμένο να καταναλωθεί σαν εισόδημα μετατρέπεται σε χρηματιστικό κεφάλαιο μόνο όταν δεν είναι άμεσα χρησιμοποιήσιμο στη διεύρυνση της επιχείρησης στη σφαίρα της παραγωγής στην οποία πραγματοποιήθηκε… Μετατρέπεται επόμενα σε χρηματικό κεφάλαιο και χρησιμεύει στη διεύρυνση της παραγωγής σε άλλες σφαίρες… Εάν αυτή η νέα συσσώρευση προσκρούει σε δυσκολίες στη χρήση της, από έλλειψη περιοχών απασχόλησης (έτσι ώστε το απασχολημένο αναπαραγωγικό κεφάλαιο να αποδίδει χαμηλότερους τόκους), τότε αυτή η πληθώρα χρηματιστικού κεφαλαίου δεν αποδεικνύει τίποτε άλλο από τα όρια του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής”. K. Marx, Οικονομικά Χειρόγραφα 1863-1867 (του τρίτου τόμου του Κεφαλαίου) στο K. Marx – F. Engels, Opere Complete, Editori Riuniti, Roma 1978.

6. Magdoff H. – Sweezy P., Production and Finance. Monthly Review, Volume 35, No 1, May 1983, pages 11-12.

7. Sader E., Η κρίση του καπιταλισμού και η Αριστερά, www.monthlyreview.gr, 25/9/2008.

* Πανεπιστημιακός, μέλος της συντακτικής
επιτροπής της Μηνιαίας Επιθεώρησης (Monthly Review).

Προς ανυποψίαστους πολίτες: Για την κρίση

Μη βλέπεις το σκύλο όταν κυνηγά
Να τον βλέπεις όταν τον κυνηγούν
του Σπύρου Γάκη*

Ο μέσος πολίτης αυτής της χώρας, που τρέχει το πρωί να πάει το παιδί στο νηπιαγωγείο, που έχει το γιο και την κόρη του άνεργους, που δουλεύει ατελείωτες ώρες (όταν έχει δουλειά), που ψάχνει το φτηνό μαγαζί και πάει στη λαϊκή την τελευταία στιγμή, όταν πέφτουν οι τιμές, που γυρίζει εξουθενωμένος στη σπιτική γωνιά και ανεβαίνει η θερμοκρασία της έντασης μέσα στην οικογένεια… πού καιρός να σκεφτεί για την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση και, εξάλλου, τι τον νοιάζει αυτόν αν η Lehman Brothers κήρυξε πτώχευση! Καλά να πάθουν, ας μην την πληρώνω μόνο εγώ, σκέφτεται, και γυρίζει το κουμπί στην τηλεόραση να παρακολουθήσει το αγαπημένο του σίριαλ.

Αυτός ο μέσος πολίτης θα ήθελε κάποιοι από τους κυβερνώντες αυτού του τόπου να έπαιρναν, βρε αδερφέ, κάποια μέτρα, έτσι που να δει τη ζωή του να κυλά με λιγότερο άγχος και αγωνία. Εκείνο που δεν αντιλαμβάνεται είναι πως αυτοί προς τους οποίους απευθύνει τις προσδοκίες του έχουν μεγαλύτερο άγχος και αγωνία από τον ίδιο, μια αγωνία και άγχος για την τακτοποίηση του δικού τους κόσμου, κι όχι για τις δικές του αγωνίες. Ίσα-ίσα, όλες τους οι προσπάθειες για τη διάσωση του πανικόβλητου κόσμου του πλούτου θα αυξήσουν στο έπακρο τη λαϊκή αγωνία, οδηγώντας τη σε καταστάσεις αδιεξόδου, πιο εμφανούς από αυτό που βιώνει.

Να πούμε προκαταβολικά πως ο μέσος πολίτης θα υποστεί ακόμα πιο βαριές καταστάσεις από αυτές που καθημερινά βιώνει, έτσι που η σημερινή δύσκολη κατάσταση θα φαίνεται, στους μήνες και στα χρόνια που θα ακολουθήσουν, σαν χρυσή εποχή.

Οι από πάνω δεν μπορούν, οι από κάτω έχουν μόνο δύο δυνατότητες: ή να αφεθούν στο επερχόμενο βούλιαγμα όλων των πτυχών της ζωής τους, ή να αντιδράσουν. Η ματιά πρέπει να στραφεί στον ΑΝΩΝΥΜΟ ΔΙΠΛΑΝΟ. Η ελπίδα βρίσκεται μόνο εκεί, κάθε άλλη προσδοκία από τους επάνω θα προσφέρει μόνο ένα δίσκο με ανύποπτες καταστροφές.

Σε επίρρωση αυτών που λέμε για τους από πάνω, παραθέτουμε τα δικά τους λόγια:

“Περνάμε τη μεγαλύτερη κρίση αγοράς χρήματος όλων των εποχών”.

“Αν οι φορολογούμενοι δεν πληρώσουν ο καθένας από 37.500 δολάρια για να πληρωθούν οι ζημιές των τραπεζών που ναυάγησαν, θα πληρώσουν περισσότερα με την επερχόμενη φτώχεια”. (Πόλσον, υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ)

“Η κρίση δεν μπορεί παρά να συμπεριλάβει όλους τους τομείς της οικονομίας και όλες τις χώρες”.

“Η κρίση αυτή θα διαρκέσει χρόνια…”

“Από τις 8.500 τράπεζες στις ΗΠΑ θα επιβιώσουν οι μισές…”

“Να σώσουμε τον καπιταλισμό από τους καπιταλιστές…”

“Αυτή η κρίση είναι κάτι που συμβαίνει μία φορά τον αιώνα”. (Άλαν Γκρίνσπαν)

“Χρηματοπιστωτικό τσουνάμι…”

“Το τραπεζικό σύστημα βουλιάζει σαν τον Τιτανικό…”

Τι σημαίνουν όλες αυτές οι δηλώσεις απόγνωσης; Θα τις εννοήσουμε, αν θυμηθούμε τη μαύρη Πέμπτη του 1929, που συμπεριέλαβε όλο τον πλανήτη. Τότε, ανάμεσα στο 1921-29, οι χρηματιστηριακοί δείκτες από το 40 ανέβηκαν στο 400. Όλοι βιάστηκαν να πλουτίσουν, κατέθεσαν όλες τις οικονομίες τους σε μετοχές, έβαλαν τα σπίτια τους υποθήκη και αγόρασαν μετοχές (κάτι μας θυμίζει αυτό με το δικό μας χρηματιστήριο). Μέσα σε δύο μέρες ο δείκτης έπεσε 30%. Η πτώση συνεχίστηκε και από τις 400 μονάδες έπεσε στις 145, έκλεισαν 10.000 τράπεζες, οι φερέλπιδες μέτοχοι έχασαν και τις αποταμιεύσεις τους και τα σπίτια τους. Αθρόες αυτοκτονίες τραπεζιτών, απέραντη φτώχεια, συσσίτια, παραγκουπόλεις…

Σε μας, σκέφτεται ο ανυποψίαστος πολίτης, δεν θα συμβούν τέτοιες καταστάσεις, αυτά συμβαίνουν στην Αμερική. Κι όμως, επενδυτές στη Λάρισα έχασαν τα λεφτά από την πτώχευση της Lehman Brothers. Κι όμως, για όσους πήραν στεγαστικά δάνεια αυξάνονται συνεχώς οι δόσεις σε σχέση με την αρχική συμφωνία. Η αύξηση της φορολογίας και η πολιτική της λιτότητας έρχονται σαν αποτέλεσμα των κυμάτων που προκαλεί το παγκόσμιο τσουνάμι.

Λογικά σκεφτόμενος ο μέσος πολίτης, αναρωτιέται: “Μα δεν μπορούν να διορθώσουν αυτά τα πράγματα; Γιατί συμβαίνουν όλα αυτά;”

Δεν μπορούν να τα διορθώσουν. Για να τα διορθώσουν, πρέπει να μη λειτουργεί το σύστημα όπως λειτουργεί.

Εξηγούμαστε: Να ξεκαθαρίσουμε ένα απλό ζήτημα: Ο κόσμος ο καπιταλιστικός, μέσα στον οποίο ζούμε, λειτουργεί μόνο μέσα από ένα απέραντο πεδίο κρίσεων. Όταν κλείνει ένα εργοστάσιο, είναι κρίση για τον άνεργο, όταν ιδιωτικοποιείται η παιδεία, είναι κρίση για το φτωχό νοικοκυριό, όταν 2,5 εκατομμύρια ζουν κάτω από το όριο της φτώχειας, είναι κρίση, όταν αυξάνουν οι τιμές σε όλα τα είδη, είναι κρίση. Αυτό που προκαλεί όλες αυτές τις κρίσεις είναι το κυνήγι του κέρδους. Το κυνηγητό του κέρδους προκαλεί ανεργία, φτώχεια, απελπισία, αγώνες αυτών που τα βιώνουν αυτά και κρατική βία απέναντι στους απελπισμένους.

Κοινωνία χωρίς κρίσεις μπορεί να είναι μόνο μια κοινωνία όπου το κέρδος δεν θα είναι στο τιμόνι της ανάπτυξης. Διόρθωση είναι η κατάργηση του κέρδους.

Αλλά μια κοινωνία χωρίς το κέρδος θεό της δεν είναι καπιταλιστική, γι’ αυτό είναι πολύ σημαντικό το σλόγκαν “να σώσουμε τον καπιταλισμό από τους κακούς καπιταλιστές”. Μέριμνα των από πάνω είναι να σωθεί ο καπιταλισμός μαζί με το φορτίο των συνακόλουθων κρίσεών του.

Πώς τα φέρνει η ζωή! Ενώ μας ξεκούφαναν για χρόνια με τις ιδιωτικοποιήσεις, με την ελευθερία της αγοράς, με αυτό το πιστεύω του νεοφιλελευθερισμού, έρχονται τώρα και μιλάνε για επέμβαση του κράτους. Τώρα δεν είναι το αόρατο χέρι της αγοράς που ρυθμίζει τα πράγματα, αλλά το κράτος – ένα κράτος όμως για τη σωτηρία του συστήματος. Πόσο ψεύτικες είναι διάφορες εξαγγελίες, πόσο τις διαψεύδει η ίδια η ζωή! Ενώ προετοίμαζαν, χρόνια ολόκληρα, τον κόσμο ενάντια στο κράτος και υπέρ της αγοράς, τώρα θέλουν να τον συμφιλιώσουν με το κράτος και το σωτήριο ρόλο του για τη διάσωση του κόσμου του κέρδους.

Και ένα τελευταίο… Η διαχείριση του χρήματος πρέπει να βρίσκεται σε μια αναλογία με τον πραγματικό κόσμο της οικονομίας για να μην προκαλεί κρίσεις. Όταν, όμως, ο πραγματικός κόσμος της οικονομίας παράγει, σαν το συκώτι τη χολή, τις κρίσεις, ακόμα κι αν οι τράπεζες δεν κηρύσσουν πτώχευση, η πτώχευση θα αναγγελθεί μέσα από την ίδια την παραγωγική διαδικασία σαν κρίση υπερπαραγωγής και πάλι θα έχουμε ανεργία-φτώχεια-συσσίτια-εξαθλίωση.

Η κρίση εγκυμονείται μέσα σε όλες τις χώρες της καπιταλιστικής παραγωγής και διαχείρισης και εκδηλώνεται παντοιοτρόπως κάθε ώρα, κάθε μέρα, κάθε μήνα. Είναι ένα μόνιμο εξάρτημα του όλου τρόπου παραγωγής. Το μόνο που τη διαφοροποιεί είναι ο βαθμός, η έκταση και η ένταση εμφάνισής της κάθε φορά. Άλλοτε σαν θρόισμα του κύματος και άλλοτε σαν τσουνάμι, η κρίση είναι η Λερναία Ύδρα του συστήματος και παράγει τα “τοξικά της απόβλητα”.

Έχουμε μπει σε μια εποχή που βρίθει αστάθειας, ανασφάλειας και αβεβαιότητας, μηδενός εξαιρουμένου. Είναι σημαντικό να την κατανοήσουμε και να σκεφτούμε κλείνοντας το σίριαλ που παρακολουθούμε στην τηλεόραση. Ως πότε θα είμαστε θεατές; Μπορούμε να κάνουμε κάτι περισσότερο και ο καθένας με τον τρόπο του και πολλοί μαζί…

Υ.Γ. Τη Δευτέρα 28 Σεπτέμβρη, οι εφημερίδες είχαν την είδηση ενός διαχειριστή μετοχών που αυτοκτόνησε στην Αγγλία στις γραμμές του τρένου. Η διαφορά με το 1929 είναι ότι τότε οι αυτοκτονίες ήταν μαζικές…

Οι Αμερικάνοι φορολογούμενοι, σε ποσοστό 55%, αντιδρούν στο να πληρώσουν τις ζημιές των τραπεζών και του χρηματιστηρίου.

Μικροκαταθέτη, πρόσεχε σε ποιους υποψήφιους πτώχευσης ασφάλισες τις αποταμιεύσεις μιας ζωής και μην ξεχνάς… Η Lehman Brothers ήταν η τέταρτη μεγαλύτερη τράπεζα των ΗΠΑ κι έριξε κανόνι, σπέρνοντας παγκόσμιο πανικό. Η παρατεταμένη υπομονή το μόνο που καταφέρνει είναι να μας οδηγήσει σε απρόβλεπτες, ανυπόφορες καταστάσεις.

Και ας κλείσουμε με μια σκέψη του Αριστοτέλη: “Οι φτωχοί, ακόμα κι όταν τους αποκλείουν από τα πολιτικά αξιώματα και τις τιμές, έχουν την τάση να συμπεριφέρονται ήρεμα, όσο δεν τους φέρονται αλαζονικά και δεν τους αφαιρούν κάτι από την περιουσία τους”.

* Στο επόμενο φύλλο:
“Πώς ξέσπασε η χρηματοπιστωτική κρίση”