Η Ελλάδα στη δίνη της οικονομικής κρίσης, του Σπύρου Παναγιώτου

εφημερίδα Αριστερά!
30 Ιουλίου 2008 στις 10:29 π.μ.

Στις αρχές της δεκαετίας του ‘80, όταν το ΑΕΠ της χώρας ήταν περίπου το μισό του σημερινού, το οικονομικό σύστημα ήταν ακόμα σε θέση να παρέχει μόνιμη δουλειά 5 ημερών και 40 ωρών εργασίας την εβδομάδα, οι αυξήσεις στους μισθούς υπολογίζονταν αυτόματα με την αύξηση του πληθωρισμού (ΑΤΑ), ενώ ο ένας μήνας διακοπών ήταν αδιαπραγμάτευτο δικαίωμα κάθε εργαζόμενου και νέου.

Σχεδόν 30 χρόνια μετά, το ΑΕΠ έχει διπλασιαστεί. Και όμως, η προσωρινή και μερική απασχόληση κυριαρχεί ανάμεσα στους νέους εργαζόμενους τόσο στον ιδιωτικό όσο και στο δημόσιο τομέα. Η μόνιμη απασχόληση έχει πια καταργηθεί. Μαζί της καταργήθηκε και το 8ώρο. Το οικονομικό σύστημα σχεδιάζει να επιβάλει βδομάδα 65 ωρών εργασίας. Συνταξιοδοτικά και ασφαλιστικά δικαιώματα μπήκαν στην κλίνη του Προκρούστη. Οι ετήσιες αυξήσεις μισθών και συντάξεων αποτελούν φιλανθρωπία, βεβαιώνουν αποκλειστικά και μόνο τη συρρίκνωση της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων. Οι καλοκαιρινές διακοπές για τους χαμηλόμισθους εργαζόμενους, για τους συνταξιούχους και τη γενιά των 600 ευρώ έχουν καταργηθεί ή περιοριστεί δραματικά. Όλες αυτές οι εξελίξεις δεν δικαιολογούνται με βάση τα οικονομικά μεγέθη. Σε ολόκληρο το δυτικό κόσμο το μερίδιο της εργασίας στο διαρκώς αυξανόμενο ΑΕΠ περιορίζεται δραματικά. Ο πλούτος συγκεντρώνεται αποκλειστικά και μόνο στα χέρια μιας συντριπτικής μειοψηφίας του πληθυσμού. Οι πολιτικές που γεννούν αυτόν τον πλούτο για τους λίγους είναι εκείνες που σπέρνουν την απόγνωση, την αβεβαιότητα, τη δυστυχία, την εκμετάλλευση για τους πολλούς. Το σύγχρονο, λοιπόν, “κοινωνικό πρόβλημα” είναι πρόβλημα πολιτικό, είναι πρόβλημα ανειρήνευτης αντίθεσης ανάμεσα στις δυνάμεις της εργασίας και του κεφαλαίου, είναι πρόβλημα συσχετισμού δύναμης. Εκεί, λοιπόν, στο πεδίο της πολιτικής, οφείλει η Αριστερά, το κοινωνικό και πολιτικό μέτωπο των εργαζομένων και εκμεταλλευόμενων τάξεων, να αναζητήσει τις λύσεις.

Κείμενα: Σπύρος Παναγιώτου

Από το “σκληρό πυρήνα” της ΟΝΕ στην κρίση

Μόλις πριν λίγους μήνες ο υπουργός Οικονομίας Γ. Αλογοσκούφης βεβαίωνε ότι “η ελληνική οικονομία είναι θωρακισμένη και με τα μέτρα πολιτικής τα οποία εφαρμόζει η κυβέρνηση τα τελευταία χρόνια και με τον προϋπολογισμό που ψήφισε η Βουλή”.

Και, ξαφνικά, όλα άλλαξαν. “Δεν μπορώ αυτή τη στιγμή να δεσμευτώ για την τελική πορεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού. Θα σας πω το Σεπτέμβρη”, δήλωσε ο υπουργός στα τέλη του περασμένου μήνα, για να συμπληρώσει, στις 3/7, ότι οι διεθνείς οικονομικές εξελίξεις δυσμενώς επηρεάζουν και την Ελλάδα γι’ αυτό “πρέπει να διατηρήσουμε την κατεύθυνσή μας”.

Δεν πρόκειται απλά για εθελοτυφλία. Η σημερινή αντίληψη της θωρακισμένης οικονομίας, συνέχεια εκείνης του Κ. Σημίτη, που ήθελε τη χώρα να έχει εξασφαλίσει “ασφαλές λιμάνι” με την ένταξή της στην ΟΝΕ, αποτελεί στρατηγική επιλογή της αστικής πολιτικής, που έπρεπε να διαφυλαχτεί παρά και ενάντια σε όσα αποδείκνυαν ότι η χώρα βυθιζόταν απροστάτευτη στη δίνη της παγκόσμιας κρίσης. Πάνω σ’ αυτόν το μύθο στηρίχθηκε και επιταχύνθηκε ο “εκσυγχρονισμός” τότε, η “μεταρρύθμιση” τώρα, με τις ίδιες συνέπειες για τους εργαζομένους.

Ας θυμηθούμε τα στοιχειώδη: πάγωμα των μισθών και των συντάξεων, περικοπές των κοινωνικών δαπανών, όργιο ιδιωτικοποιήσεων τότε, για να πετύχουμε τα κριτήρια του Μάαστριχ και να ενταχθούμε στην ΟΝΕ. Και μόλις το “πετύχαμε”, έρχεται η “οικονομική απογραφή” και η επανάληψη της ίδιας συνταγής, ακόμα πιο βίαιας, μάλιστα, για να ξεφύγουμε από την “οικονομική επιτήρηση”, που η ίδια η κυβέρνηση επέβαλε στη χώρα. Και τώρα… “θα διατηρήσουμε την κατεύθυνσή μας” για να ξεφύγουμε από την κρίση.

Και το κρίσιμο ερώτημα παραμένει: Ποιο είναι το αποτέλεσμα όλων αυτών των θυσιών στη διάρκεια της συμμετοχής της χώρας στο “σκληρό πυρήνα” της Ε.Ε.; Για τους εργαζομένους, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το 26% του πληθυσμού πρέπει να τα βγάλει πέρα με λιγότερα από 22 ευρώ την ημέρα. Ένα άλλο 4,4% ζει με λιγότερα από 10 ευρώ την ημέρα. Η συντριπτική πλειοψηφία των νέων επιχειρούν να τα βγάλουν πέρα με μερική και πρόσκαιρη απασχόληση, όμηροι σε διάφορα προγράμματα τύπου stage κ.λπ. Υπολογίζεται ότι, για την επόμενη διετία, θα παίρνουν μισθό κάτω από 600 ευρώ το μήνα. Την ίδια στιγμή, τα κέρδη των επιχειρήσεων, των τραπεζών, των μονοπωλίων σπάνε το ένα ρεκόρ μετά το άλλο, καταλαμβάνοντας τις πρώτες θέσεις κερδοφορίας σε παγκόσμιο επίπεδο.

Είναι η κρίση εισαγόμενη;

Η κυβέρνηση και ο Γ. Αλογοσκούφης θέλουν να εμφανίσουν την κρίση της ελληνικής οικονομίας σαν αποτέλεσμα της παγκόσμιας κρίσης. Θεωρούν ότι η χρηματοπιστωτική κρίση, που πλήττει τις ΗΠΑ και την παγκόσμια οικονομία από το σκάσιμο της φούσκας της αγοράς κατοικίας, οι υψηλές τιμές του πετρελαίου, των πρώτων υλών και των ειδών διατροφής είναι υπεύθυνες για την κρίση στη χώρα. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η διεθνής πλευρά της κρίσης επηρεάζει σημαντικά τις οικονομικές εξελίξεις στη χώρα. Την ίδια στιγμή, όμως, δεν πρέπει να ξεχνιέται ότι αυτή εγκαταλείφθηκε απροστάτευτη και αποδυναμωμένη, ώστε να μην είναι σε θέση στοιχειωδώς να προστατευτεί από τις διεθνείς εξελίξεις.

Έτσι, για πάνω από δύο δεκαετίες, “ανάπτυξη” θεωρήθηκε η ανατίναξη του παραγωγικού ιστού της χώρας, η εκτεταμένη αποαγροτοποίηση, με τη βίαιη έξοδο εκατοντάδων χιλιάδων αγροτών από τα χωράφια τους, η συρρίκνωση του αγροτικού εισοδήματος, η μείωση της αγροτικής παραγωγής, η αύξηση των εισαγωγών αγροτικών προϊόντων από χώρες της Ε.Ε. ή τρίτες χώρες χαμηλού κόστους.

Ανάπτυξη θεωρήθηκε η εκτεταμένη αποβιομηχάνιση της χώρας, το κλείσιμο μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, γιατί έτσι απαιτούσε το διευθυντήριο της Ε.Ε., το ξεπούλημα κερδοφόρων δημόσιων επιχειρήσεων και οργανισμών από μονοπωλιακά συγκροτήματα, η δορυφοροποίηση και η εξάρτηση άλλων από τους μεγάλους παίχτες της αγοράς.

Ανάπτυξη θεωρήθηκε η “βαλκανική εξόρμηση”, η μετατροπή της χώρας σε διεθνές διαμετακομιστικό κέντρο των Βαλκανίων και της Ν.Α Ευρώπης, η γιγάντωση του τραπεζικού τομέα και των υπηρεσιών.

Ανάπτυξη θεωρήθηκε ο τουρισμός, χάρισμα και αυτός στα παγκόσμια μονοπώλια του τομέα, βαθιά εξαρτημένος από το βρώμικο δίκτυο των tours operators.

Ανάπτυξη θεωρήθηκε η απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας και τηλεπικοινωνιών, που έκαναν θελκτικές τις “ξένες επενδύσεις” στη χώρα, που υπηρετούσαν το σχέδιο του “εκσυγχρονισμένου μεταπρατισμού” και, την ίδια στιγμή, βάθαιναν την εξάρτηση από το πετρέλαιο, αδιαφορούσαν για την έρευνα και εφαρμογή ήπιων μορφών ενέργειας, όπου πλεονεκτεί η χώρα.

Εργαλείο για την ανάπτυξη θεωρήθηκε ο τζόγος στο Χρηματιστήριο Αθηνών, η στήριξη της ζήτησης μέσω του τραπεζικού δανεισμού και του πλαστικού χρήματος. Όλα αυτά θεωρήθηκαν μονόδρομος, αντικειμενικά βήματα “εκσυγχρονισμού της χώρας”.

Και τώρα; Και τώρα που η παγκόσμια κρίση τινάζει στον αέρα όλες τις βεβαιότητες και τους μονόδρομους του παρελθόντος, η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να δαπανά τεράστια ποσά για την εισαγωγή στοιχειωδών βιομηχανικών προϊόντων και ειδών διατροφής, εκτινάσσοντας το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου σε επίπεδα τριτοκοσμικής χώρας.

Τώρα που το φάντασμα του στασιμοπληθωρισμού επιστρέφει στην παγκόσμια σκηνή και τα επιτόκια δανεισμού ανεβαίνουν, το δημόσιο έλλειμμα ξανανεβαίνει περιγελώντας τη λεγόμενη δημοσιονομική εξυγίανση και φέρνοντας νέους γύρους λιτότητας και άγριας φορολογίας.

Τώρα που τα “επενδυτικά κεφαλαία” καταγράφουν τεράστιες ζημιές στους παγκόσμιους ναούς του χρήματος και οι επισφάλειες μεγαλώνουν στα Βαλκάνια και στη Ν.Α. Ευρώπη, αυτά αποσύρονται μαζικά από το Χρηματιστήριο Αθηνών, οδηγώντας το, για άλλη μια φορά, σε απαξίωση.

Τώρα που το πετρέλαιο βάζει πλώρη για τα 150-170 δολάρια το βαρέλι, η κυβέρνηση προετοιμάζει το έδαφος για στροφή στην πυρηνική ενέργεια, που πέρα από τους τεράστιους περιβαλλοντικούς κινδύνους που εγκυμονεί για τη χώρα, θα διαιωνίζει την ενεργειακή εξάρτηση στης χώρας.

Τώρα που το γλέντι της οικοδομικής δραστηριότητας λαχάνιασε και οι τράπεζες αντιμετωπίζουν σοβαρούς κινδύνους από την επέκταση του τραπεζικού δανεισμού (πάνω από μισό ΑΕΠ χρωστούν οι πολίτες αυτής της χώρας σε δάνεια), η φερέγγυα ζήτηση τινάζεται στον αέρα οδηγώντας σε μείωση του ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ και κατάρρευση των εσόδων του προϋπολογισμού.

Τώρα που η κρίση και η οικονομική ανέχεια πλήττουν ολόκληρο τον κόσμο, έμειναν –και εκτιμάται ότι θα μείνουν ακόμα περισσότερο– άδεια τα μεγάλα ξενοδοχειακά συγκροτήματα να θυμίζουν το “μεγαλείο” των χθεσινών μονόδρομων. Και εκείνο που μένει είναι η συνέχιση της αβεβαιότητας για τους εργαζόμενους και τα νέα δεινά που θα φορτωθούν στις πλάτες τους, για να ξεφύγουμε τάχατες από το “νέο τούνελ”.

Η συνέχιση της ίδιας πολιτικής που εξήγγειλε ο Γ. Αλογοσκούφης είναι υπεύθυνη για τα σημερινά αδιέξοδα της οικονομίας και των εργαζομένων της χώρας. Με πλήρη βεβαιότητα, θα είναι υπεύθυνη και για τα αυριανά αδιέξοδα, όταν κι αν τα σημερινά ξεπεραστούν.

Για τους εργαζόμενους ένας δρόμος υπάρχει. Να βάλουν φραγμό στις πολιτικές που γεννούν τα αδιέξοδα. Να στείλουν σπίτι τους εκείνους που με τις επιλογές τους υποθηκεύουν το μέλλον και την επιβίωση του κόσμου της δουλειάς.

Η καπιταλιστική οργάνωση της παραγωγής και ο νεοφιλελευθερισμός, σαν η πιο επιθετική του έκφραση, χρεοκοπεί σε ολόκληρο τον κόσμο. Ο κύκλος του έχει κλείσει. Η διατήρησή του γεννά μόνο καταστροφή. Είναι η ώρα για το νέο. Να ξαναφέρουν στην επικαιρότητα “απαγορευμένες έννοιες”, όπως εκείνες της αυτοδύναμης ανάπτυξης, της οικονομικής δραστηριότητας χωρίς μονοπώλια, χωρίς ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής, χωρίς κυνηγητό του κέρδους. Είναι ώρα για την Αριστερά.

Η ακρίβεια ταξική μάστιγα

Στο προηγούμενο τεύχος της εφημερίδας μας σημειώναμε: “Η ακρίβεια είναι πρόβλημα πολιτικό. Αποτελεί έναν από τους μηχανισμούς μεταφοράς πόρων από τους εργαζόμενους στην οικονομική ολιγαρχία. Είναι προϊόν του καπιταλισμού, συμπληρωματικός μηχανισμός της απόσπασης υπεραξίας από τους εργαζόμενους, θεμελιώδες στοιχείο της εκμετάλλευσης. Είναι αποτέλεσμα του αδιάκοπου κυνηγητού του κέρδους, που αποτελεί το κύριο κίνητρο της παραγωγής στις καπιταλιστικές οικονομίες”.

Οι οικονομικές εξελίξεις του τελευταίου διαστήματος και τα στοιχεία που δημοσιεύονται στον Τύπο επιβεβαιώνουν την παραπάνω εκτίμηση. Τις επόμενες μέρες αναμένεται να ανακοινωθεί ο επίσημος πληθωρισμός για το μήνα Ιούνιο. Όλα δείχνουν ότι θα ξεπεράσει το 5%, που είναι ρεκόρ πενταετίας. Και όμως, ο επίσημος πληθωρισμός δεν μπορεί να καταγράψει το πρόβλημα της ακρίβειας. Και ακόμα, η ακρίβεια δεν επιβαρύνει το ίδιο τα υψηλά εισοδήματα και τα χαμηλά. Γιατί οι αυξήσεις είναι μεγαλύτερες στα είδη πρώτης ανάγκης (τα τρόφιμα αυξήθηκαν κατά 9%-10% σε ετήσια βάση το Μάιο, τα καύσιμα, το πετρέλαιο θέρμανσης και το ηλεκτρικό αυξήθηκαν κατά μέσο όρο 18%). Και ακόμα, γιατί τα χαμηλά εισοδήματα ξοδεύουν το μεγαλύτερο μέρος του μισθού τους για την κάλυψη των στοιχειωδών αναγκών τους για επιβίωση, που δεν μπορούν να συρρικνωθούν περισσότερο.

Έτσι αποδεικνύεται ότι η ακρίβεια στην Ελλάδα είναι 30% υψηλότερη από την άνοδο των τιμών στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης και, την ίδια στιγμή, ο πληθωρισμός των φτωχών υπολογίζεται τουλάχιστον στο 7% (δηλαδή, 40% πάνω από τον επίσημο δείκτη). Με αυτά τα δεδομένα γίνεται φανερό ότι οι αυξήσεις που δόθηκαν με την υπογραφή της ΓΣΕΕ για τα επόμενα δύο χρόνια σημαίνουν μια σημαντική μείωση της αγοραστικής δύναμης (πάνω από 5,5%) για τους εργαζόμενους με τα σημερινά δεδομένα. Και να σκεφτεί κανείς ότι οι χειρότερες μέρες είναι μπροστά μας.

Η μείωση της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων, σε συνδυασμό με τον υψηλό δανεισμό και τους συνεχώς δυσμενέστερους όρους εξυπηρέτησής του λόγω αύξησης των επιτοκίων, αναπόφευκτα οδηγεί σε συρρίκνωση της ζήτησης και συνακόλουθα σε συρρίκνωση ολόκληρου του οικονομικού κύκλου. Ήδη παρατηρείται σημαντική μείωση της βιομηχανικής παραγωγής στην Ευρώπη και την Ελλάδα και κατάρρευση των επιχειρηματικών επενδύσεων. Η τάση αυτή ανοίγει διάπλατα το φαύλο κύκλο της οικονομικής κρίσης. Ακολουθεί η αύξηση της ανεργίας –ήδη ο επίσημος δείκτης υπολογίζει την ανεργία στο 9%, ενώ η πραγματικότητα είναι πολύ χειρότερη– και άρα η ακόμα μεγαλύτερη μείωση της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων και της φερέγγυας ζήτησης. Και σ’ αυτόν το φαύλο κύκλο πρέπει να συνυπολογιστεί η ενοχοποίηση και το πάγωμα του εργατικού κόστους, δηλαδή των μισθών, η αύξηση των δαπανών για την κάλυψη των αναγκών για Παιδεία και Υγεία, που ιδιωτικοποιούνται και μετατρέπονται σε εμπόρευμα με ταχύτατους ρυθμούς, οι συνέπειες της νέας φοροεπιδρομής που ετοιμάζει η κυβέρνηση με αιχμή την έμμεση φορολογία, δηλαδή την αύξηση του ΦΠΑ κατά 2-3 μονάδες, την αύξηση του ειδικού φόρου κατανάλωσης σε καύσιμα και τσιγάρα κ.λπ.

Οι ασκοί του Αιόλου άνοιξαν και μαζί τους κατέρρευσαν οι μύθοι της “ισχυρής Ελλάδας στο ασφαλές λιμάνι του ευρώ”. Είναι στιγμή να καταρρεύσει και ο μύθος του ισχυρού δικομματικού, νεοφιλελεύθερου πολιτικού σκηνικού σαν μοναδικού υπεύθυνου για τα σημερινά αδιέξοδα. Η κρίση, η ακρίβεια, η λιτότητα, το πάγωμα των μισθών είναι συνέπειες αυτού του συστήματος. Απάντησή τους δεν είναι άλλη από την ενεργοποίηση του λαϊκού παράγοντα, που καλείται να πληρώσει, για άλλη μια, φορά τα βάρη.

Βρόχος για τους εργαζόμενους η νέα αύξηση των επιτοκίων

Στην όγδοη αύξηση των επιτοκίων μέσα σε δυόμισι χρόνια προχώρησε η ΕΚΤ με το ίδιο ακριβώς πρόσχημα: τον περιορισμό του πληθωρισμού, που ξεπέρασε το 4% στις χώρες της Ε.Ε. Αποσιωπάται, βέβαια, ότι οι συνεχόμενες αυξήσεις, από το 2% το 2006 στο 4,25% τώρα, μικρή επίδραση είχαν στη συγκράτηση του πληθωρισμού. Ιδιαίτερα σήμερα, που το νέο πληθωριστικό κύμα έχει να κάνει με τη διεθνή κερδοσκοπία πάνω στις τιμές του πετρελαίου, των πρώτων υλών και των τροφίμων, και που το φάντασμα του στασιμοπληθωρισμού επιστέφει στην παγκόσμια οικονομία, η αύξηση των επιτοκίων και, συνακόλουθα, το ακριβό χρήμα υπολογίζεται ότι θα επιδεινώσει ακόμα περισσότερο το οικονομικό κλίμα.

Οι πιο οδυνηρές όμως συνέπειες αφορούν τους εργαζόμενους και τα χαμηλά εισοδήματα, καθώς η αύξηση του κόστους δανεισμού για τις επιχειρήσεις αναπόφευκτα θα περάσει στις τιμές προϊόντων και υπηρεσιών, δίνοντας νέα ώθηση στο κύμα ακρίβειας και πληθωρισμού. Τα προβλήματα θα είναι ισχυρότερα για εκείνους που συνθλίβονται από το διπλό βάρος των χαμηλών μισθών και του τραπεζικού δανεισμού. Όσοι έχουν υποχρεωθεί να καταφύγουν στις τράπεζες για την αγορά κατοικίας ή την κάλυψη άμεσων αναγκών θα δουν το μηνιαίο τους προϋπολογισμό να εκτροχιάζεται κάτω από το βάρος των αυξημένων δόσεων αποπληρωμής των δανείων τους.

Υπολογίζεται ότι, αν κάποιος έχει πάρει ένα δάνειο 150.000 ευρώ για αποπληρωμή σε 25 χρόνια με τους συνηθισμένους όρους των τραπεζών και έχει περάσει η δίχρονη περίοδος του σταθερού επιτοκίου, θα δει τη μηνιαία δόση που πλήρωνε να αυξάνεται από 750 ευρώ στα 940, δηλαδή αύξηση κατά 32%. Σε ετήσια βάση, και αν δεν έχει πραγματοποιηθεί νέα αύξηση του επιτοκίου, θα κληθεί να πληρώσει 2.880 ευρώ περισσότερα. Αυτά, βέβαια, τα προβλήματα ούτε ενδιαφέρουν ούτε απασχολούν τους Ευρωπαίους κεντρικούς τραπεζίτες και τις κυβερνήσεις της Ε.Ε. Το ενδιαφέρον τους εστιάζεται τη σταθερότητα του κλίματος, που εξασφαλίζει υψηλά επιχειρηματικά κέρδη. Τι κι αν η νεοφιλελεύθερη ζούγκλα απλώνεται όλο και περισσότερο πάνω στους εργαζόμενους, οδηγώντας εκατομμύρια ανθρώπους στην απόγνωση;

Συνεχίζεται η κερδοσκοπία με τις τιμές του πετρελαίου

Το ράλι της τιμής του πετρελαίου συνεχίζεται αμείωτο, απειλώντας να κάνει πραγματικότητα εκείνα τα σενάρια που υποστήριζαν ότι η τιμή του θα φτάσει στα 200 δολάρια το βαρέλι. Η ξέφρενη άνοδος της τιμής του πετρελαίου δεν στηρίζεται σε κανένα αντικειμενικό γεγονός. Είναι απροκάλυπτο ψέμα η αύξηση της ζήτησης. Σύμφωνα με τον ΟΠΕΚ, η αύξηση της ζήτησης τα τελευταία 5 χρόνια μόλις έφτασε το 2% και η τιμή του έχει σχεδόν εξαπλασιαστεί. Σήμερα, μέσα στην καρδιά της ανόδου των τιμών, η μια μετά την άλλη πετρελαιοπαραγωγός χώρα αυξάνει την ημερήσια παραγωγή χωρίς καμιά επίπτωση στην τιμή του προϊόντος. Αντίθετα, οι αγορές συγκινούνται και αντιδρούν ανοδικά με κάθε πρόβλεψη για τη δημιουργία ενός τυφώνα, μιας κοινωνικής αναστάτωσης ή μιας μεθοδευμένης διαρροής για επίθεση σε βάρος του Ιράν.

Η αύξηση των τιμών του πετρελαίου αποτελεί το πιο πρόσφορο εργαλείο για την επιβολή μιας παγκόσμιας λιτότητας σε βάρος των εργαζομένων ολόκληρου του πλανήτη. Απειλεί να τινάξει στον αέρα την παγκόσμια οικονομία, αποτελεί ένα μηχανισμό αποστράγγισης κάθε ικμάδας των περιφερειακών οικονομιών. Αποτελεί ένα μηχανισμό μεταφοράς πόρων σε μια χούφτα πολυεθνικών της διύλισης και εμπορίας καυσίμων, και ακόμα, πηγή αισχροκέρδειας για τους παγκόσμιους τζογαδόρους στα διεθνή χρηματιστήρια εμπορευμάτων. Μοιάζει εξωφρενικό, αλλά αποκαλύπτεται ότι, αυτή τη στιγμή, υπάρχουν στα χέρια επιθετικών επενδυτικών κεφαλαίων συμβόλαια με ημερομηνία λήψης το 2016 και τιμή στα 138 δολάρια το βαρέλι.

Να ησυχάσουμε ότι θα υπάρξει αποκλιμάκωση των τιμών; Κάθε άλλο, αν σκεφτεί κανείς ότι σε ημερήσια βάση διαπραγματεύονται στο χρηματιστήριο εμπορευμάτων της Νέας Υόρκης συμβόλαια αργού, που αντιστοιχούν στο οκταπλάσιο της ημερήσιας παραγωγής. Από τα μέσα Μάη, στο ίδιο χρηματιστήριο, τα ανοιχτά συμβόλαια αργού αντιστοιχούσαν σε πάνω από 849 εκατομμύρια βαρέλια, ποσότητα που είναι δέκα φορές μεγαλύτερη από την ημερήσια παραγωγή. Αυτά είναι τα όρια της κερδοσκοπίας του συστήματος. Στην πραγματικότητα, πρόκειται για τα έσχατα όρια παρασιτισμού του ίδιου του οικονομικού συστήματος, που έχει φτάσει στο σημείο οι συναλλαγές για ανταλλαγή πραγματικών προϊόντων και υπηρεσιών να αντιπροσωπεύουν μόλις το 5% του συνόλου των συναλλαγών στη χρηματοοικονομική σφαίρα.

Υπάρχουν και διαδίδονται διάφορα σενάρια και συνταγές για την υπέρβαση της κρίσης από την αύξηση στης τιμής του πετρελαίου. Η υποκρισία περισσεύει. Ένα μέτρο θα ήταν αρκετό. Να απαγορευτεί ή διαπραγμάτευση των τιμών του και των τιμών των τροφίμων στα διεθνή χρηματιστήρια.

Παναγιώτης Λαφαζάνης: Η κυβέρνηση εμπρηστής της ακρίβειας

Με μια εμφανή προσπάθεια πολιτικής λογιστικής και υποτίμησης των καθημερινών οδυνηρών εμπειριών των καταναλωτών στην αγορά, η ΕΣΥΕ εμφάνισε το δείκτη τιμών καταναλωτή να κινείται, στον Ιούνη, στο 4,9%, στα ίδια –και, πάντως, πολύ υψηλά– επίπεδα με τον προηγούμενο μήνα.

Η διατήρηση του επίσημου –αν και επίπλαστου– τιμάριθμου στο ύψος του 4,9 %, την ίδια ώρα που η πραγματική ακρίβεια σαρώνει τις γορές, δείχνει ότι ο πληθωρισμός στη χώρα μας βρίσκεται απολύτως εκτός προβλέψεων και εκτός κάθε ελέγχου.

Η κυβέρνηση έχει εξελιχθεί σε εμπρηστή της ακρίβειας, όχι μόνο γιατί παρακολουθεί ως θεατής τις νοσηρές καταστάσεις κερδοσκοπίας και των “καρτέλ” στις αγορές, αλλά και γιατί βάζει η ίδια “φωτιά” στις τιμές με τις υπεραυξήσεις στα τιμολόγια των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας, και χαρακτηριστικό πρόσφατο παράδειγμα τις αυξήσεις στα τιμολόγια του ηλεκτρικού ρεύματος. Αυτή την ώρα, αντί των κυβερνητικών επικοινωνιακών μεθοδεύσεων, απαιτούνται έκτακτα μέτρα για τη χαλιναγώγηση και μείωση των τιμών και την αποφασιστική ενίσχυση των λαϊκών εισοδημάτων. Στο πλαίσιο αυτό, αποκτούν ειδική προτεραιότητα:

Πρώτον: Η καθιέρωση ειδικού εργατικού τιμάριθμού με τη συμμετοχή των συνδικάτων, ο οποίος θα περιλαμβάνει πρώτα απ’ όλα τα είδη πρώτης ανάγκης και πλατιάς κατανάλωσης, που κατά κύριο λόγο καταναλώνουν οι λαϊκές οικογένειες.

Δεύτερον: Η άμεση χορήγηση διορθωτικού ποσού στους μισθούς και τις συντάξεις που λεηλατούνται από τη σκληρή λιτότητα-ακρίβεια και πρώτα απ’ όλα, στους χαμηλόμισθούς και χαμηλοσυνταξιούχους.

Τρίτον: Η ακύρωση όλων των πρόσφατων αυξήσεων στα κοινωφελή τιμολόγια (ΔΕΗ, αστικές συγκοινωνίες, διόδια, κλπ), το πάγωμα και η σταδιακή μείωση των τιμών τους.

Τέταρτον: ο δραστικός έλεγχος των τιμών στα προϊόντα ευρείας κατανάλωσης: η θέσπιση πλαφόν όπου είναι απαραίτητο και η άμεση δράση για τη διάλυση των καρτέλ στις αγορές.

* Ο Παναγιώτης Λαφαζάνης είναι
Υπεύθυνος Οικονομικής
και Κοινωνικής Πολιτικής του ΣΥΝ,
βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ Β’ Πειραιά