Κείμενα για την Πανελλαδική Συνάντηση του ΣΥΡΙΖΑ

εφημερίδα Αριστερά!
29 Ιουλίου 2009 στις 04:44 μ.μ.

Αυτό το Σαββατοκύριακο θα πραγματοποιηθεί η 1η πανελλαδική συνάντηση του ΣΥΡΙΖΑ μετά τις ευρωεκλογές. Είναι στην ουσία η πρώτη μαζική διαδικασία –αφού προηγήθηκε ένας κύκλος συσκέψεων και συζητήσεων στις τοπικές επιτροπές και τις συνιστώσες- για το εκλογικό αποτέλεσμα και την προετοιμασία της Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης για το οργανωτικό που γίνει το φθινόπωρο. Στο τεύχος αυτό δημοσιεύουμε ορισμένα κείμενα που έχουν κυκλοφορήσει ή γράφτηκαν σχετικά με τα θέματα αυτά και παρουσιάζουν ενδιαφέρον. Ειδικά τα κείμενα που υπογράφουν διάφορες συνιστώσες και ανένταχτοι της Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ δείχνουν ότι και συγκλίσεις μπορούν να γίνουν και ότι προτάσεις για το παραπέρα προχώρημα υπάρχουν. Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί και πρέπει να προχωρήσει αλλά όχι όπως πριν. Αυτό είναι κοινή διαπίστωση χιλιάδων μελών σε ολόκληρη την Ελλάδα.

Τι ΣΥΡΙΖΑ χρειαζόμαστε και πώς θα τον πετύχουμε

Κείμενο των: ΔΕΑ, Ενεργοί Πολίτες, ΚΕΔΑ, ΚΟΕ, Οικοσοσιαλιστές, Μαρία Φραγκιαδάκη (μέλος της Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ)

Η περίοδος που διανύουμε είναι κρίσιμη για το εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ. Οι εκτιμήσεις και προτάσεις που ακολουθούν, αποτελούν μια προσπάθεια συμβολής στο ξεπέρασμα της κρίσης και στη συνέχιση μιας πορείας ενός ΣΥΡΙΖΑ, που θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες και τις προσδοκίες των εργαζομένων, της κοινωνικής Αριστεράς.

Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι παιδί μιας ανάγκης βαθύτερης από τους σχεδιασμούς των όποιων επιτελείων κομμάτων και οργανώσεων, μιας ανάγκης ισχυρότερης από τις σκοπιμότητες της στιγμής και των συσχετισμών. Εκφράζει την ανάγκη να καλυφθεί ένα πραγματικό κενό στην ελληνική κοινωνία: να αποκτήσει οντότητα, μορφή και σχήμα, φωνή, λόγο και πράξη, υπολογίσιμη και βιώσιμη πολιτική παρουσία, η κοινωνική και πολιτική Αριστερά. Να αποτελέσει η σημερινή Αριστερά –μέσα από τη διαφορετικότητά της– μια πρωταγωνιστική, ανεξάρτητη από τον δικομματισμό, πολιτική και κοινωνική δύναμη. Να μπορέσει να συσπειρώσει και να εκφράσει, να δώσει υπόσταση στο δυναμικό της διάσπαρτης κοινωνικής Αριστεράς, των “ανένταχτων” –μη οργανωμένων σε κόμματα και οργανώσεις– και των νέων που δίνουν το παρών σε όλους τους μικρούς και μεγάλους αγώνες.

Η σημερινή κατάσταση που βιώνει ο ΣΥΡΙΖΑ, είναι αποτέλεσμα επιλογών που έγιναν, επιθέσεων και πολέμου που του έγινε, φυσιογνωμίας που δεν αποκτήθηκε ή ήταν θολή, ευκαιριών που δεν αξιοποιήθηκαν και λαθεμένων αντιλήψεων για την πολιτική και την επικοινωνία στις σύγχρονες συνθήκες.

Απ’ αυτή την άποψη, το “όλα από την αρχή” δεν μας αφορά. “Κάποια” δεν μπορούν να συζητηθούν από την αρχή. Είναι τα κοινά συμφωνημένα για το τι είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, από τι αποτελείται, ο ρόλος των συνιστωσών του, ο πολιτικός του προσανατολισμός και η στόχευση, η σχέση του με το σύστημα, τον δικομματισμό και την κεντροαριστερά, η πάγια προσπάθεια για τη συσπείρωση ολόκληρης της ριζοσπαστικής Αριστεράς.

Στη βάση αυτή, ας μας επιτραπούν ορισμένες εκτιμήσεις και συμπεράσματα:

Το εκλογικό αποτέλεσμα

Το άσχημο εκλογικό αποτέλεσμα (μιλάμε για μια ήττα που μπορεί να αντιστραφεί αν αναλυθεί σωστά και βγουν χρήσιμα συμπεράσματα) οφείλεται, κυρίως, στο ότι:

  • το ζήτημα της καπιταλιστικής κρίσης δεν προβλήθηκε και δεν εστιάστηκε, όσο έπρεπε και απαιτούσαν οι καιροί, ως κεντρικός άξονας παρέμβασης, ως η κεντρική πολιτική ατζέντα, γύρω από την οποία η ριζοσπαστική Αριστερά έχει προτάσεις και λύσεις για τον κόσμο της εργασίας. Η κεντρικότητα της κρίσης χάθηκε και δεν φάνηκε ο ΣΥΡΙΖΑ ως ο “πολιτικός οργανισμός” που παλεύει ενάντια στην κρίση και τις συνέπειές της.

  • δεν κατορθώσαμε, την προεκλογική περίοδο, να βάλουμε στην ατζέντα της πολιτικής “συζήτησης” τι γίνεται σε ολόκληρη την Ευρώπη και ειδικά στην ευρωπαϊκή Αριστερά, σχετικά με την κρίση. Και υπήρχαν πολλά που θα μπορούσαμε να προβάλουμε σαν συντονισμένη πανευρωπαϊκή απάντηση των εργαζομένων απέναντι στην κρίση.Οι θέσεις και οι προτάσεις μας για την ΕΕ που με τόσο κόπο διατυπώθηκαν, αγνοήθηκαν και συχνά συκοφαντήθηκαν.

  • Δεν διαφοροποιηθήκαμε από τα υπόλοιπα κόμματα και δεν καταγραφήκαμε σαν κάτι διαφορετικό ποιοτικά, αν και η σύνθεση του ψηφοδελτίου μάς έδινε αυτή τη δυνατότητα. Η εικόνα “όλοι ίδιοι είναι” συμπεριλάμβανε και εμάς και δυνητικά ψηφοφόροι μας προτίμησαν το μπάνιο ή την αποχή και δεν έβλεπαν γιατί να μας προτιμήσουν.

  • οι θετικές εναλλακτικές προτάσεις που επεξεργαστήκαμε (15 σημεία, πρόγραμμα ΣΥΡΙΖΑ, προτάσεις της Κ.Ο. κ.λπ.) και κυρίως οι αγώνες και οι αντιστάσεις, που ενισχύσαμε το προηγούμενο διάστημα, δεν μπόρεσαν να αξιοποιηθούν.

  • η επικοινωνιακή μας καμπάνια, εξαιτίας των παραπάνω, αλλά και μιας ευφορίας που στηριζόταν σε δημοσκοπικά και όχι πραγματικά δεδομένα, ήταν άνευρη, όχι διακριτή, χαλαρή, δεν στόχευε στην ανάδειξη των προβλημάτων του κόσμου της εργασίας και στην ανάγκη μιας άλλης πολιτικής.

  • Δεν αξιοποιήθηκαν όλα τα στελέχη, δεν υπήρχε ένας σχεδιασμός για την αξιοποίηση και τον πολλαπλασιασμό των δυνάμεών μας, ούτε και σχέδιο για τα αδύναμα σημεία, που χρειάζονταν ενίσχυση. Η εκλογική επιτροπή δεν μπόρεσε να παίξει το ρόλο της, ενώ προβλήματα που δεν επιλύθηκαν στο προηγούμενο διάστημα, μπήκαν με σφοδρότητα να λυθούν κατά την προεκλογική περίοδο.

  • Περιοριζόμαστε σε αυτά που θεωρούμε κομβικά. Θα μπορούσαν να προστεθούν και άλλα. Όμως δεν είναι της παρούσης και εξάλλου οι συνιστώσες έχουν ήδη περιγράψει και άλλες πλευρές.

Η μήτρα της κρίσης του ΣΥΡΙΖΑ

Αν όμως θέλουμε να ψάξουμε λίγο για τη μήτρα της σημερινής κρίσης θα οδηγηθούμε αναγκαστικά στην 1η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ. Στη μη εφαρμογή των αποφάσεών της και βεβαίως στη μη αξιοποίηση της μεγάλης “ζήτησης για ΣΥΡΙΖΑ” που υπήρχε τότε στην κοινωνία. Στην ουσία, με διάφορα προσχήματα, μπλοκαρίστηκε η εφαρμογή των αποφάσεων αυτών από τη μεγαλύτερη συνιστώσα που και τότε προτιμούσε έναν ΣΥΡΙΖΑ-εκλογική ομπρέλα. Η μη εφαρμογή των αποφάσεων της 1ης Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης του ΣΥΡΙΖΑ σήμαινε στην πράξη μπλοκάρισμα των όρων πολιτικής συγκρότησης και λειτουργίας του ΣΥΡΙΖΑ.

Οι παλίνδρομες κινήσεις, οι αμφιλεγόμενες δηλώσεις, η εξαγγελία πολιτικών προτάσεων χωρίς προηγούμενη συνεννόηση, η ακύρωση στην πράξη μιας πλουραλιστικής εκπροσώπησης στα ΜΜΕ ήταν η συνέχεια της μη εφαρμογής των αποφάσεων της Συνδιάσκεψης. Έτσι όμως η αυθαιρεσία και ένα καθεστώς μονομερών επιλογών στις σχέσεις μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ, εμπεδώνονταν, γεννώντας απογοήτευση και αποστράτευση.

Και σήμερα;

Σήμερα είναι αναγνωρισμένη η κρίση φυσιογνωμίας και η κρίση προοπτικής ενός σχήματος, που έχει ορισμένα τυπικά χαρακτηριστικά εγχειρήματος κοινής δράσης και πολιτικής συνεργασίας, αλλά ουσιαστικά λειτουργεί περισσότερο σαν ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ και όχι σαν ΣΥΡΙΖΑ μετωπικός ή συνεργατικός πολιτικός οργανισμός της ριζοσπαστικής Αριστεράς.

Η “εκφώνηση” του εγχειρήματος και οι προσδοκίες του κόσμου της κοινωνικής και πολιτικής Αριστεράς κάνουν λόγο για έναν ΣΥΡΙΖΑ που αποτέλεσε τη “μεγαλύτερη πολιτική καινοτομία που εμφανίστηκε στο πολιτικό σκηνικό τα τελευταία 20 χρόνια”. Η πραγματικότητα όμως, ο “υπαρκτός ΣΥΡΙΖΑ”, κουτσουρεύτηκε, εμποδίστηκε να ψηλώσει και να ριζώσει, γιατί αυτό θα ξεπερνούσε κατά πολύ συνήθειες, πρακτικές και θα τάραζε τα λιμνάζοντα νερά της πολιτικής ζωής. Έτσι φτάσαμε σε μια κρίση, σε έναν ή πολλούς κόμπους που πρέπει να επιλυθούν τώρα.

Η ανώμαλη προσγείωση που έγινε με το εκλογικό αποτέλεσμα και η κρίση που εμφανίστηκε μετεκλογικά, μπορούν, ίσως, να αποτελέσουν την τελευταία ευκαιρία να λυθούν πραγματικά ορισμένα ζητήματα –πολιτικά και οργανωτικά– που να επιτρέψουν τη συνέχιση, με κάποιους όρους, του εγχειρήματος του ΣΥΡΙΖΑ. Η ίδια η πραγματικότητα τα τελευταία δύο χρόνια ήταν απλόχερη και μας παρουσίασε δύο-τρεις πολύ μεγάλες “ευκαιρίες”, αλλά εμείς φανήκαμε μίζεροι και αδύναμοι να τις αξιοποιήσουμε. Μπροστά μας έχουμε την τελευταία, μάλλον, ευκαιρία: Ο ΣΥΡΙΖΑ να γίνει ο πολιτικός οργανισμός, που αντιπαλεύει την κρίση, ενώνει τον κόσμο που πλήττεται από την κρίση, ανοίγει έναν δρόμο για την Αριστερά. Ο κοινωνικός ΣΥΡΙΖΑ το απαιτεί, θέλει και μπορεί. Ο πολιτικός ΣΥΡΙΖΑ θα θελήσει; Και θα καταφέρει να αντιστοιχηθεί μ’ αυτή τη λαϊκή απαίτηση;

Η μη αναγνώριση των αιτιών της κρίσης, η προσκόλληση σε ένα σχήμα που έχει ήδη ξεπεραστεί από τη ζωή, η φοβερή διάσταση λόγων και έργων σχετικά με τον ΣΥΡΙΖΑ (“Ο ΣΥΡΙΖΑ στρατηγική επιλογή” χωρίς να το εννοούμε) και η εμμονή σε μια εκδοχή ΣΥΡΙΖΑ όπου τα μονοπώλια και τα προνόμια της μεγαλύτερης συνιστώσας είναι θέσφατο, οδηγεί αντικειμενικά σε κλιμάκωση της κρίσης. Ιδιαίτερα όταν μια ηγεσία αρνείται ουσιαστικά να πάρει τις ευθύνες της για μια εκλογική αποτυχία, ενώ, ταυτόχρονα, κάνει επιλογές και συνεργασίες ή ανέχεται φωνές στο εσωτερικό του χώρου της, που είτε βάλλουν ενάντια στον ΣΥΡΙΖΑ είτε τον βλέπουν σαν την “παράταξη” με την οποία κατεβαίνουν στις εκλογές.

Ο κόσμος του ΣΥΡΙΖΑ είναι θυμωμένος με όσους, τόσο προεκλογικά, όσο και μετεκλογικά, δηλώνουν με κάθε ευκαιρία ότι ο ΣΥΡΙΖΑ που γνωρίσαμε (και θέλουμε) είναι ένα αριστερίστικο κατόρθωμα, που ακυρώνει βασικά χαρακτηριστικά της ανανεωτικής Αριστεράς. Οι ισχυρισμοί δεν σκύβουν καθόλου στα κείμενα και στις διακηρύξεις μας, όπου πουθενά ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ορίζεται ως συνέχεια ή ενότητα της “ανανεωτικής” Αριστεράς, γιατί τότε θα όφειλαν να αναφέρονται και όλες οι άλλες εκδοχές Αριστεράς που στεγάζονται στο εγχείρημα. Αντίθετα, το πρωτότυπο του εγχειρήματος, συνδέεται με το “ριζοσπαστική”, που εκφράζει την προοπτική της συσπείρωσης όλων των γνωστών ρευμάτων, ιδεολογικών και πολιτικών, της κομμουνιστικής Αριστεράς, αλλά και άλλων προοδευτικών αριστερών δυνάμεων. Αυτά για να μην ξεχνιόμαστε στις αναφορές και τους φόβους για τη δημιουργία “νέου κόμματος” που επιστρατεύεται, ώστε να μην αποκτήσει ο ΣΥΡΙΖΑ στοιχειώδη λειτουργία και συγκρότηση. Ο κόσμος του ΣΥΡΙΖΑ είναι ιδιαίτερα θυμωμένος, που βλέπει να στήνονται ειδύλλια, χωρίς να μπαίνουν όροι και κανόνες λειτουργίας απέναντι στο εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ, που με σεβασμό στην όποια ιδιαίτερη άποψη, θα υποχρεώνουν, ταυτόχρονα, όλους να σέβονται και να εφαρμόζουν τις κοινές θέσεις και προτάσεις του κοινού εγχειρήματός μας. Ο κόσμος του ΣΥΡΙΖΑ φοβάται ότι αυτοί οι συμβιβασμοί στηρίζονται σε μιαν ακόμα πιο αφυδατωμένη μορφή ύπαρξης του ΣΥΡΙΖΑ, είναι ξένοι προς την κουλτούρα και την πολιτική ηθική της Αριστεράς, και δικαιολογημένα ανησυχεί. Κάθε απομάκρυνση από την αφετηριακή συνάντηση με κύριο κανόνα την ισοτιμία χωρίς ηγεμονισμούς δημιουργεί επικίνδυνα ρήγματα στο εγχείρημα.

Χρειάζεται, επίσης, να σημειωθεί ότι όλα αυτά εξελίσσονται σε συνθήκες που χρειάζονται γενναίες και τολμηρές αποφάσεις για την αντιστροφή του άσχημου κλίματος και το ξεπέρασμα της κρίσης. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αναγκαίος στην ελληνική κοινωνία, όταν είναι ζωντανός, κινηματικός, οραματικός, όταν γεννάει και γονιμοποιεί ιδέες και πράξη που μετασχηματίζουν την πραγματικότητα και τους συσχετισμούς. Ο ΣΥΡΙΖΑ συρρικνώνεται και ζαρώνει, διαλύεται, όταν χρησιμοποιείται σαν όχημα εκλογικής διάσωσης και μόνο. Ο επιστρατευμένος “κομματικός πατριωτισμός” είναι αδιέξοδος, αλλά και ανίκανος να ξεπεράσει την κρίση, γιατί αποκόβεται από την πραγματικότητα και τις λαϊκές ανάγκες. Ο πατριωτισμός αυτός είναι τέκνο των μηχανισμών και των φιλοδοξιών και όχι τμήμα ενός πολιτικού σχεδίου. Είναι σχεδία διάσωσης σε ταραγμένα νερά, που οι επιβάτες της δεν φέρουν σωσίβια, νομίζοντας ότι διευθύνουν ένα ασφαλές υπερωκεάνιο.

Κατά την άποψή μας ούτε η σχεδία ούτε το όποιο πλοιάριο πρέπει να βουλιάξουν. Για να γίνει αυτό, χρειάζονται απαντήσεις και λύσεις στα προβλήματα που έχουμε. Όσοι θεωρούν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι απλά η μαζική οργάνωση του κόμματός τους υπονομεύουν ουσιαστικά το εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ.

Η κεντρικότητα της κρίσης

Ξεκινάμε από το θέμα της πολιτικής γραμμής και της εξωστρεφούς δραστηριότητας του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό είναι το κεντρικό ζήτημα για το ξεπέρασμα της άσχημης κατάστασης, για την ανασυγκρότησή του.

Το κεντρικό ερώτημα παγκόσμια, ευρωπαϊκά, ελλαδικά είναι σε ποια κατεύθυνση θα οδηγήσει τον πολιτικό άξονα η κρίση. Αριστερά ή δεξιά;

Το πρόβλημα για την Αριστερά είναι η πολιτική της ταυτότητα, η κοινωνική της απεύθυνση και ο κεντρικός πολιτικός στόχος στη σημερινή εποχή της κρίσης.

Να εμφανιστεί και να είναι πραγματικά η Αριστερά, ο μόνος πολιτικός οργανισμός, που παλεύει ενάντια στις συνέπειες της κρίσης, που ενώνει το λαό και οργανώνει την αντίστασή του, που ο κεντρικός πολιτικός της στόχος είναι ένα διαφορετικό πολιτικό σύστημα.

Να χτίσουμε το κοινωνικό μέτωπο που θα ενώνει τα τμήματα του λαού που πληρώνουν τις συνέπειες της κρίσης και θα δημιουργεί τους όρους αντίστασής του.

Να σκεφτόμαστε διαρκώς πως χρειάζεται ενότητα λόγων και πράξης. Να ενώνουμε σε επίπεδο συνοικίας και πόλης, σε επίπεδο χώρων και κλάδων εργασίας τους άνεργους, τους απολυμένους, τους μικρομεσαίους, τους εργαζόμενους, τους νέους και τις γυναίκες. Να συγκροτούμε παντού μέτωπα, επιτροπές αλληλεγγύης και αλληλοβοήθειας, μέτωπα δικαιωμάτων, παιδείας, πολιτισμού περιβάλλοντος κ.λπ.

Η ενότητα στη δράση, η ενότητα της Αριστεράς σήμερα είναι πιο αναγκαία από χθες. Μια ενότητα που θα οξυγονώσει την Αριστερά, που θα της αυξήσει τα ακροατήρια, που θα δημιουργήσει ευκαιρίες και δυνατότητες. Που θα κάνει την Αριστερά το αντίπαλο δέος του συστήματος, την Αριστερά εκφραστή και εκπρόσωπο των λαϊκών στρωμάτων που δέχονται τις συνέπειες της κρίσης.

Αν η κρίση μας οδηγεί σε ένα άλλο πολιτικό σύστημα, τότε ο σημαντικότερος πολιτικός αγώνας είναι η επιλογή και η προβολή του από την πλευρά της Αριστεράς, άρα κοινωνική και πολιτική πλειοψηφία. Η καθημερινή της ατζέντα, η καθημερινή κοινωνική της δράση πρέπει να επικεντρώνει στα βασικά προβλήματα που απασχολούν τους συνηθισμένους ανθρώπους και τις “επικίνδυνες τάξεις” κατά τον Μαρξ.

Πρέπει να ξαναδημιουργηθούν οι δεσμοί μέσα στους χώρους δουλειάς, μέσα στην πόλη, με αυτούς τους συνηθισμένους ανθρώπους που σήμερα ψηφίζουν ΛΑΟΣ, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ.

Δεν μπορεί να μας συγκινεί, κυρίως, η μεταμοντέρνα έκδοση και εκδοχή της Αριστεράς που αντικαθιστά την πολιτική με την επικοινωνία, το κίνημα με την εικόνα, την πολιτική δουλειά με τον ακτιβισμό, που περισπάται σε δευτερεύοντα ζητήματα, απότοκα των βασικών αντιθέσεων, σοβαρά μεν αλλά σήμερα κάπως δευτερεύοντα και χωρίς δυνατότητα αντιπαράθεσης και ενότητας με τον κύριο όγκο των λαϊκών στρωμάτων, που πλήττονται καίρια σ’ όλα τα βασικά δικαιώματα και κατακτήσεις και βιώνουν στο πετσί τους τον βάρβαρο και απάνθρωπο νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό και τις πολιτικές του.

Η ταυτότητα του ΣΥΡΙΖΑ

Σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο η Αριστερά με τις θετικές προτάσεις και τον λόγο της προβάλλει ως βασική δύναμη μιας νέας πολιτικής και κοινωνικής πλειοψηφίας και επιδιώκει λύσεις, μεταρρυθμίσεις, αλλαγές που να ανοίγουν το δρόμο σε μια μεγάλη αλλαγή και όχι να μετατρέπεται σε συμπληρωματική δύναμη του δικομματισμού. Ο αγώνας ενάντια στον νεοφιλελευθερισμό και το δικομματισμό στην Ελλάδα περνά μέσα από την ενίσχυση του ρόλου της Αριστεράς, μέσα από την κοινή της δράση, μέσα από τη συσπείρωση δυνάμεων σε ένα μεγάλο λαϊκό ρεύμα-μέτωπο. Η τακτική για την επίτευξη αυτού του στρατηγικού στόχου πρέπει να είναι ευέλικτη, πλούσια, και κυρίως να στέλνει τα σωστά μηνύματα για το τι θέλουμε να κάνουμε, έχοντας σταθερό αριστερό προσανατολισμό. Να μας ανοίγει δρόμο για τον στρατηγικό στόχο και να μην “δουλεύει” για άλλες δυνάμεις.

Επομένως ο ΣΥΡΙΖΑ ορίζεται με αυτήν την ταυτότητα και φυσιογνωμία και εκπονεί έναν σχεδιασμό συγκρότησης και παρέμβασης με βάση αυτήν την αξιολόγηση και πλαίσιο. Ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται τώρα, μετά από μια εκλογική ήττα που δημιούργησε πολλές αναταράξεις, μπροστά σε ένα σταυροδρόμι. Ή να συνεχίσει όπως ήταν μέχρι πριν ή να αλλάξει. Αλλαγές που θα θερμάνουν τον κόσμο που έχουμε απογοητεύσει, αλλαγές που θα σημάνουν πολιτική υπέρβαση μηχανισμών και γραφειοκρατίας, αλλαγές που θα ενισχύουν στη λαϊκή συνείδηση τον αριστερό, ριζοσπαστικό προσανατολισμό του, αλλαγές που θα αυξάνουν τη συλλογικότητα και τη δημοκρατία, δηλαδή την ουσιαστική συμμετοχή. Αλλαγές που θα τερματίζουν τα δύο πρόσωπα, που το ένα ακυρώνει το άλλο, την ίδια στιγμή που πρέπει στο εσωτερικό του να ακούγονται όλες οι φωνές.

Είναι αναγκαία η ενοποίηση των διάφορων κέντρων λήψης αποφάσεων, έτσι ώστε η Κεντρική Γραμματεία του ΣΥΡΙΖΑ να ανταποκρίνεται συνθετικά στα θέματα πολιτικής γραμμής και τακτικής της κάθε περιόδου. Τέτοια που να προσανατολίζει, να συνενώνει, να συντονίζει τον πολιτικό και κοινωνικό ΣΥΡΙΖΑ στις δύσκολες και αντιφατικές συνθήκες που δημιουργούνται.

Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να αναβαπτιστεί πρώτα και κύρια μέσα στον κόσμο του. Να τον ακούσει καλά και να αντιστοιχηθεί με τις επιθυμίες του. Επιθυμία του είναι να μην έχουμε δύο φωνές. Επιθυμία του είναι μια πολιτική γραμμή που να τον φέρνει σε επαφή με τους συνηθισμένους ανθρώπους και τις “επικίνδυνες τάξεις”. Επιθυμία του είναι η πολιτική του στράτευση.

Γι’ αυτό και στο οργανωτικό ζήτημα του ΣΥΡΙΖΑ, που σήμερα έχει εξελιχτεί σε πολιτικό, πρέπει να εξασφαλιστεί η εφαρμογή όλων των αποφάσεων της 1ης Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης και ταυτόχρονα να προωθήσουμε στα πλαίσια της Οργανωτικής Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης του Οκτώβρη ιδέες όπως:

  • Συλλογική, ενιαία, αποτελεσματική πολιτική διεύθυνση (επεξεργασία γραμμής). Η Γραμματεία και Κεντρική Συντονιστική Επιτροπή να είναι ο τόπος όπου γίνεται η επεξεργασία, η εκπόνηση, ο έλεγχος και παίρνονται οι αποφάσεις για τα κεντρικά πολιτικά ζητήματα. Δεν μπορεί να συνεχιστεί η κατάσταση να εκφωνείται η πολιτική γραμμή από κορυφαίους παράγοντες χωρίς συνεννόηση και συζήτηση.

  • Συστήνεται μια επιτροπή εργασίας με περιεχόμενο την επεξεργασία και την πρόταση προς την Γραμματεία πολιτικής γραμμής και τακτικής. Η επιτροπή αυτή αποτελείται από μέλη της Γραμματείας και της Κοινοβουλευτικής ομάδας.

  • Ενιαία πανελλαδική λειτουργία, όχι ενιαίο κόμμα σήμερα, αλλά διπλές εντάξεις, κάρτα μέλους.

  • Θητείες σε όλα τα όργανα, Συνδιασκέψεις και Σώματα.

  • Επικύρωση από την Πανελλαδική Συνδιάσκεψη των Κεντρικών Οργάνων (Κεντρική Γραμματεία, Κεντρική Συντονιστική Επιτροπή).

  • Ενιαία έκφραση προς τα έξω (τύπος, επικοινωνία, κ.λπ.), με Γραφείο Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ και επίσημο εκπρόσωπο Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ.

  • Περιοδικό μηνιαίο, θεματολογικό με τις πολιτικές απόψεις και τις αντιπαραθέσεις.

  • Όλες οι επιτροπές του ΣΥΡΙΖΑ συγκροτούνται, να λειτουργούν κανονικά και να οργανώνουν την εξωστρεφή δραστηριότητα σε κεντρικά θέματα σύμφωνα με τις αποφάσεις των τοπικών Συνελεύσεων, τις εισηγήσεις της Γραμματείας και το υλικό που πρέπει να βγαίνει.

Είμαστε ανοιχτοί σε όποιες προτάσεις και ιδέες μπορούν να δυναμώσουν πραγματικά τον ΣΥΡΙΖΑ, να δώσουν πνοή στο εγχείρημά του, να θέσουν κανόνες στο τρόπο λειτουργίας και δράσης του, ώστε να είναι αποτελεσματικός, ρεαλιστικός, κοινωνικός και πολιτικός. Στα πλαίσια της Οργανωτικής Συνδιάσκεψης μπορούμε να ανταλλάξουμε σκέψεις και ιδέες για να προχωρήσει –χωρίς αποκλεισμούς– η “μεγαλύτερη πολιτική καινοτομία που εμφανίστηκε στο πολιτικό σκηνικό τα τελευταία 20 χρόνια”.

Σήμερα περισσότερο από ποτέ χρειάζεται να ανακατέψουμε τα χαρτιά με τρόπο που να κάνουμε γρήγορα βήματα μπροστά.

Ο μονόδρομος του ΣΥΡΙΖΑ: Αριστερόστροφη πορεία και δημοκρατική οργανωτική συγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ

Κείμενο των: ΔΕΑ, ΚΟΕ, ΚΟΚΚΙΝΟ, ΡΟΖΑ

1. “Ούτε βήμα πίσω”

Για τον ΣΥΡΙΖΑ η συνέχιση της αριστερόστροφης πορείας αποτελεί μονόδρομο. Κάθε άλλη επιλογή θα τον περιθωριοποιήσει ως πολιτικό χώρο, θα αυξήσει τις εντάσεις στο εσωτερικό του, θα απογειώσει την αποσυσπείρωση, ιδιαίτερα του “ανένταχτου” κόσμου, και βεβαίως θα αυξήσει τις φυγόκεντρες τάσεις προς άλλους πολιτικούς χώρους, κυρίως το ΠΑΣΟΚ.

Όταν λέμε “αριστερόστροφη πορεία” εννοούμε πρωτίστως τα εξής:

  1. Την έμπρακτη και συνεχή αντιπαράθεσή του με τη νεοφιλελεύθερη διαχείριση της οικονομικής κρίσης και της ύφεσης, τη μονομερή απεύθυνσή του στους “από κάτω”, την κατηγορηματική απόρριψη των νεοφιλελεύθερων σοσιαλδημοκρατικών στρατηγικών για την εκτόνωση της κρίσης και την ανάληψη συγκεκριμένων πρωτοβουλιών που θα ενισχύουν τους δεσμούς του με το χώρο της εργασίας γενικά, και της επισφαλούς εργασίας ειδικότερα, με τη νεολαία και με εκείνα τα τμήματα της κοινωνίας που υφίστανται τις συνέπειες της κρίσης κι έτσι θα αναβαθμίζουν τη “λαϊκότητα” του ΣΥΡΙΖΑ, τόσο στην πολιτική του, όσο και στην κοινωνική σύνθεσή του. Ως εκ τούτου, είναι εκ των ων ουκ άνευ ο ΣΥΡΙΖΑ να αναλάβει πρωτοβουλίες αγώνων για τα θέματα της κρίσης, της ανεργίας, της φτώχειας κ.λπ.

  2. Την κατηγορηματική δέσμευση του συνόλου των συνιστωσών και των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ ότι αποκλείεται υπό οποιεσδήποτε συνθήκες να συμμετάσχει σε κυβερνητικό σχήμα συνεργασίας ή σε “οικουμενικές” λύσεις για την αντιμετώπιση του ενδεχομένου “ακυβερνησίας”. Τούτο αποτελεί βασική προϋπόθεση για την προστασία του χώρου από την “κεντροαριστερή λεηλασία” αλλά και για την έναρξη μιας γόνιμης συζήτησης για τη συγκρότηση ενός εναλλακτικού πόλου και ενός προγράμματος που θα εκφράζει πραγματικές αλλαγές στους ταξικούς συσχετισμούς στην κοινωνία. Ελάχιστη αφετηρία γι’ αυτά θεωρούμε πως αποτελούν τα “15 σημεία” αλλά και το υπόλοιπο προγραμματικό υλικό όπως διαμορφώθηκε στην 2η Πανελλαδική Σύσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ. Σε ό,τι αφορά το ζήτημα της οικολογίας, ενώ υποστηρίζουμε τις κοινές δράσεις με άλλες δυνάμεις, δεν συμφωνούμε με την πολιτική συνεργασία με δυνάμεις όπως οι Οικολόγοι Πράσινοι, που αφήνουν ανοιχτή την πόρτα της κυβερνητικής συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ (και όχι μόνο…).

  3. Την αποφασιστική αντιπαράθεση του ΣΥΡΙΖΑ με τις αστικές στρατηγικές της “ασφάλειας” και της “κοινωνικής διαίρεσης”, που συμπυκνώνονται πρωτίστως στην αντιμετώπιση των οικονομικών και πολιτικών προσφύγων. Οποιαδήποτε διολίσθηση του ΣΥΡΙΖΑ (ή των συνιστωσών του) από το πεδίο “προβλήματα των μεταναστών” στο πεδίο “πρόβλημα μετανάστευσης”, οποιαδήποτε υποχώρηση από την “υπεράσπιση των δημοκρατικών δικαιωμάτων” στην “προστασία της δημοκρατικής ομαλότητας” σημαίνει την υποταγή του στην κυρίαρχη ρητορική, τη μετάλλαξή του σε “αριστερή εκσυγχρονιστική δύναμη”, δηλαδή συμπληρωματική δύναμη του συστήματος.

  4. Την αποσαφήνιση και την εμβάθυνση της ιδεολογικοπολιτικής φυσιογνωμίας του ως αντινεοφιλελεύθερου αντικαπιταλιστικού χώρου, απολύτως ανταγωνιστικού με την κυβερνητική πολιτική, τα κόμματα εξουσίας και το σύνολο του αστικού πολιτικού συστήματος.

Με πλήρη επίγνωση της πραγματικότητας του ΣΥΡΙΖΑ ως συνόλου αλλά και κάθε συνιστώσας του ξεχωριστά, των διαφορετικών ιδεολογικοπολιτικών παραδόσεων και αναφορών, των αντιφάσεων και των ισορροπιών, θεωρούμε ότι τα προηγούμενα παραμένουν εφικτά υπό τις εξής προϋποθέσεις:

  1. Την απόκτηση της δυνατότητας εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ ως χώρου να αποφασίζει και να εφαρμόζει την πολιτική του με όρους στοιχειώδους πολιτικής και οργανωτικής αυτοτέλειας.

  2. Προστασία του ΣΥΡΙΖΑ από εσωτερικές αντιθέσεις και αντιφάσεις συνιστωσών, και κυρίως του ΣΥΝ. Αν είναι εύλογο η κατάσταση του ΣΥΝ, της μεγαλύτερης συνιστώσας, να επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τον ΣΥΡΙΖΑ, είναι παράλληλα διαλυτικό ο ΣΥΡΙΖΑ να γίνεται όμηρος των τεκταινομένων στον Συνασπισμό. Για να είμαστε απολύτως σαφείς διευκρινίζουμε τούτο: Ένα ανασυνθετικό εγχείρημα τύπου ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να επιχειρηθεί χωρίς τον Συνασπισμό, υπονομεύεται όμως έως ακυρώσεως αν στον Συνασπισμό κυριαρχήσει μια αντίληψη “διατασικών συναινέσεων” (ειδικά με δυνάμεις που συστηματικά αρνούνται ή και υπονομεύουν το συριζικό εγχείρημα) που ανατρέπουν τη ριζοσπαστική πορεία του ΣΥΡΙΖΑ.

  3. Την ανάδειξη από τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ μιας άλλης πολιτικής κουλτούρας σε αντίθεση με τις συμπεριφορές της αστικής πολιτικής, χωρίς διαγκωνισμούς για θέσεις εξουσίας, διαμεσολάβηση, ηγεμονισμούς, συμμαχίες χωρίς αρχές κ.λπ.

2. Για έναν ΣΥΡΙΖΑ των μελών και των συνιστωσών, για έναν ΣΥΡΙΖΑ των ανοιχτών δομών και διαδικασιών, για έναν ΣΥΡΙΖΑ της δημοκρατίας

Αποτελεί πλέον κοινό τόπο ότι μετά και τις τελευταίες εξελίξεις ο ΣΥΡΙΖΑ έχει μπει σε κρίσιμη φάση. Είναι επίσης αυτονόητο, για όσους έχουν την παραμικρή σχέση με το εγχείρημα αυτό, ότι η οργανωτική (ανα)συγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ είναι σήμερα πιο αναγκαία από ποτέ.

Το οργανωτικό θέμα δεν είναι –τουλάχιστον για τον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ– κάτι δευτερεύον. Είναι ένα ζήτημα κατεξοχήν πολιτικό, αν ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να υπερβεί τα στενά όρια μιας εκλογικής συμμαχίας και να μετατραπεί σε μια σοβαρή ελπίδα για ανασυγκρότηση της Αριστεράς και αντεπίθεση του κινήματος.

Χρειάζονται, λοιπόν, νέες δομές και νέες διαδικασίες. Δομές και διαδικασίες που θα χωράνε τόσο μέλη συνιστωσών και συνιστώσες ως σύνολα, με την αυτοτελή της δράση όποια το επιθυμεί, όσο και τους λεγόμενους ανένταχτους/ες.

Εν όψει της Πανελλαδικής Σύσκεψης του Οκτωβρίου για τα οργανωτικά θέματα του ΣΥΡΙΖΑ, προτείνουμε ως γενικό πολιτικό/οργανωτικό πλαίσιο τα εξής δέκα σημεία:

  1. Πρέπει άμεσα να λειτουργήσουν παντού Τοπικές, Κλαδικές και Θεματικές Επιτροπές του ΣΥΡΙΖΑ, με μέλη, ανοιχτές και δημοκρατικές διαδικασίες, ανάδειξη οργάνων και διαύλους αμφίδρομης επαφής με τα κεντρικά όργανα του ΣΥΡΙΖΑ. Το πώς (το πώς, όχι το αν) θα εξασφαλιστούν στοιχειώδεις κανόνες πλουραλισμού, ισοτιμίας και δημοκρατίας (ποσοστώσεις, ψηφοφορίες, εκλογές κ.λπ.) είναι προς συζήτηση.

  2. Μεταφορά του κέντρου βάρους των αποφάσεων στα όργανα του ΣΥΡΙΖΑ. Ουσιαστικοποίηση και θεσμοποίηση της συλλογικής λειτουργίας του ΣΥΡΙΖΑ. Τακτική λειτουργία των “ενδιάμεσων” οργάνων μεταξύ Τοπικής Επιτροπής και Γραμματείας. Τα όργανα αυτά αντιμετωπίζουν όλα τα μείζονα πολιτικά ζητήματα του ΣΥΡΙΖΑ και σε αυτά λογοδοτεί η Γραμματεία. Όχι στα κλειστά διευθυντήρια και στα αρχηγικά/προσωποκεντρικά σχήματα.

  3. Ενιαία κέντρα αποφάσεων. Αναβάθμιση των κοινών λειτουργιών Κ.Ο. και Γραμματείας και άμεση ουσιαστική και μόνιμη σύνδεση των δύο οργάνων.

  4. Λειτουργία της Κ.Ο. και της ευρωβουλευτικής ομάδας σε συριζικό/πλουραλιστικό πλαίσιο.

  5. Γραφείο Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ. Επιτέλους, πλουραλιστική εκπροσώπηση στα ΜΜΕ.

  6. Έντυπο του ΣΥΡΙΖΑ.

  7. Ενίσχυση της Οργανωτικής Επιτροπής, που συντονίζει τη δράση των Τοπικών και παρακολουθεί την εφαρμογή των αποφάσεων των Πανελλαδικών.

  8. “Συριζική” ρύθμιση των οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ, με βάση τις ανάγκες του εγχειρήματος. Δημιουργία πραγματικού και ισχυρού ταμείου του ΣΥΡΙΖΑ.

  9. Θεσμοί εναλλαγής στα όργανα και σε καίριες θέσεις.

Κάποια από τα παραπάνω έχουν αποφασιστεί επανειλημμένα αλλά δεν έχουν εφαρμοστεί, ενδεικτικό μιας ορισμένης “διαπαραταξιακής” (ή, ακόμα χειρότερα) ηγεμονικής αντίληψης που κυριαρχεί συχνά στον ΣΥΡΙΖΑ. Είναι προφανές ότι από πουθενά δεν προκύπτει (δεν έχει τεθεί, άλλωστε) ότι τέτοιες ριζικές αλλαγές στον ΣΥΡΙΖΑ οδηγούν σε ενιαίο κόμμα, σε διάλυση των συνιστωσών κ.λπ.

Ο κόσμος του ΣΥΡΙΖΑ βγαίνει πληγωμένος από ένα κακό αποτέλεσμα και από μια καταστροφική διαχείριση του αποτελέσματος αυτού. Αυτός ο κόσμος, τόσο μέλη των συνιστωσών όσο και “ανένταχτοι/ες”, ο κόσμος που το προηγούμενο διάστημα έδωσε μια μεγάλη μάχη, αυτός είναι που αρνείται να γυρίσουμε πίσω, αυτός είναι που “επιβάλλει” το εγχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ να προχωρήσει, ενάντια σε ηγεμονισμούς, ενάντια σε κομματικές αναδιπλώσεις, ενάντια σε υποχωρήσεις μπροστά στις πιέσεις του συστήματος. Ας τον ακούσουμε, ας το ρισκάρουμε.

Για την κρίση του Συνασπισμού ή κριτική στο πρόγραμμα της αποτυχίας μας, της Έλενας Πατρικίου

Η αυταρέσκεια είναι μόνιμο σύνδρομο της Αριστεράς από το 1789 τουλάχιστον και η αυτοκριτική έχει πάψει προ πολλού να αποτελεί χαρακτηριστικό της περιώνυμης “αριστερής κουλτούρας”. Αλλά καθώς οι ήττες ανοίγουν λογής-λογής ασκούς του Αιόλου, και, ως επαναλήψεις του αρχικού τραύματος, πυροδοτούν μία αλληλουχία υστερικών αντιδράσεων, ας επωφεληθούμε τουλάχιστον από την ευκαιρία για να αδειάσουμε στο ντιβάνι της πρόσφατης αποτυχίας όσα κουβαλάμε, αναλόγως των αντοχών του ο καθένας, επί κάμποσες δεκαετίες.

1. Η ανανεωτική ευθύνη επί πτερύγων ανέμων

Τα υπόγεια ρεύματα της ηγεσίας του ΣΥΝ κάνουν ό,τι μπορούν για να συγκρατήσουν τις ετοιμόρροπες ισορροπίες, αλλά ο κόσμος, και κυρίως τα γεγονότα, βοούν: οι ανανεωτικοί υπέσκαψαν ό,τι μπορούσαν να υποσκάψουν. Δεν έχουν όμως παρά το μερίδιο της ήττας που τους αναλογεί: το 30%. Ενδεχομένως έχουν επιπλέον την ευθύνη της εποχής που αποτελούσαν την ηγεσία, όταν καταφάνισαν τις πολιτικές δυνατότητες να σχηματιστεί, να αποκρυσταλλωθεί και να εμπεδωθεί ένα σαφές και σαφώς αριστερό πρόσωπο του ΣΥΝ. Έχουν την ευθύνη της επί σειρά ετών παρουσιάσης του ΣΥΝ ως ιδεολογικής δικαίωσης της σοσιαλδημοκρατίας στην πιο γραφειοκρατική εκδοχή της και ως προθαλάμου αποκατάστασης των στελεχών τους σε θέσεις διοικητικών συμβουλίων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. Ενώ, από την εποχή του αλήστου μνήμης ΚΚΕ εσ., ευθύνονται για την διάδοση, σε όλα τα πολιτικά στρώματα της κοινωνίας, του αμιγώς “κοινωνιστικού” ιδεολογήματός τους. Και ασφαλώς δεν δικαιούνται σήμερα να εγκαλούν την αριστερή στροφή ως υπαίτια της εκλογικής αποτυχίας και να καλούν σε αλλαγή πλεύσης, αφού οι δικές τους εκλογικές επιδόσεις μετά βίας επέτρεπαν την είσοδο στην Βουλή. Εν πάση περιπτώσει, η βάση επέλεξε ένα άλλο μοντέλο αριστεροσύνης. Άρα, κλείνουμε το ζήτημα της ανανεωτικής ευθύνης του 30% και αβιάστως, εμείς (φωναχτά) και η ηγεσία (από μέσα της), συνάγουμε το αμείλικτο λογικό συμπέρασμα πως το 70% του κόμματος έχει το 70% της ευθύνης της εκλογικής αποτυχίας.

2. Η αριστερή στροφή, το αριστερό ρεύμα και οι αριστεροί

Η αριστερή στροφή του ΣΥΝ επί προεδρίας Αλαβάνου κατάφερε αυτό που για πολλά χρόνια έμοιαζε ανέφικτο, κατάφερε να γεννήσει μία προσδοκία χαμόγελου στα πρόσωπα των αποτραβηγμένων και παραιτημένων αριστερών κάθε απόχρωσης, που ένιωσαν αίφνης πως “κάτι αριστερό” πήγαινε να συμβεί. Απηυδισμένοι από έναν ΣΥΝ αρχικά μονόπαντα εκδικητικό προς το ΠΑΣΟΚ και εν συνεχεία κενόλογο και ματαιόσπουδο στη μονομανή του σύμπλευση με την εκσυγχρονιστική σοσιαλδημοκρατία, ακυρωμένοι από τη μεταμοντερνιστική κενοδοξία με την οποία η ανανεωτική ηγεσία του μας καλούσε να απαρνηθούμε οποιαδήποτε ζωοποιό παράδοση της αριστερής μας ιστορίας και να παραδοθούμε στη νεοφιλελεύθερη λατρεία της αυτορρυθμιζόμενης αγοράς, οι αριστεροί διαισθάνθηκαν πως επιτέλους κάτι αριστερό προσπαθούσε να γεννηθεί και πως ο επερχόμενος τοκετός, με όλες τις ωδίνες του, τους αφορούσε. Και έσπευσαν να δηλώσουν το παρόν, με τη συγκινητική και καταλυτική επιμονή της ελπίδας εις πείσμα της πείρας που χαρακτηρίζει πάντα το ήθος των αριστερών. Η υπέροχη αυταπάτη πως ο ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε να είναι ένα μοναδικό πείραμα αλληλοπεριχώρησης, όπου ο καθένας θα προσέλθει κουβαλώντας τη δική του ολοκαίνουργια έμπνευση και τις δικές του παμπάλαιες ιδεοληπτικές κουταμάρες κι απ’ όπου θα αναδυθεί μία νέα αριστερή πράξη ισονομίας και ισηγορίας, μια ΕΔΑ χωρίς το βάρος του σταλινισμού των ηγετών της και την κατάθλιψη της σοβιετικής εξάρτησης, έφερε στον αριστερό κόσμο αυτού του τόπου μιαν ανάσα προσδοκίας και ένα κύμα προσφοράς.

Μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες, έχοντας καταγάγει συνεδριακή νίκη λαμπρά, τί πέτυχε το Αριστερό Ρεύμα; Πάχυνε τις ελπίδες μας με το εξ ουρανού μάννα των δημοσκοπήσεων, προσπάθησε να επαναφέρει μία ιδιότυπη προσωπολατρεία, προωθώντας την ιδέα πως ένα αρυτίδωτο πρόσωπο αρκεί για την εκπόρθηση των Χειμερινών Ανακτόρων του πολιτικού λίφτινγκ, αλλά, κυρίως, απέδειξε την ανικανότητά του να διαχειριστεί την επιτυχία του και να ηγηθεί του καθόλου κόμματος και της καθόλου Αριστεράς. Ενί λόγω, απέτυχε. Διότι όταν έχεις εσωκομματικά ποσοστά επιπέδου κομματικού γραμματέα σοβιετόφιλης χώρας, δεν φέρεσαι ως “ουκ εά με καθεύδειν το του Παπαδημούλη τρόπαιον” και δεν βάζεις έναν ανθυπασπιστή να επαναλαμβάνει κάθε πρωί “κύριε, μέμνησο των Ανανεωτικών”. Βεβαίως, το είχανε δείξει τα σημάδια από καιρό. Από τότε που το Καταστατικό χρησιμοποιήθηκε ως δημοκρατικό πρόσχημα για να επιβληθή ο νέος έναντι του παραταξιακού αντιπάλου. Με διαδικασίες που θύμιζαν περισσότερο κοοπτάτσια, πήγαμε στις δημοτικές εκλογές στηριγμένοι σε ένα φαίνεσθαι νεότητας, για να αποδειχθούμε ξανά μεσόκοποι. Το “σύννομον” ή μη της επιλογής του Τσίπρα έναντι του Παπαγιαννάκη δεν ήταν παρά ένα φαίνεσθαι κομματικής νομιμότητας, όπως το “δημοκρατικόν” ή μη της εκλογής Χουντή έναντι του Παπαδημούλη δεν ήταν παρά προκάλυμμα ακραιφνούς δημοκρατικού συγκεντρωτισμού. Η όποια ουσία μπορούσε να είναι ουσιαστική, τόσο στο επίπεδο των εσωκομματικών διαδικασιών όσο και στο επίπεδο της πολιτικής παρέμβασης, αναδείχθηκε ισχνή, άρα, στον τελικό λογαριασμό, ανύπαρκτη. Το Αριστερό Ρεύμα “φάνηκε” να μην έχει άλλο στόχο παρά την εδραίωσή του στα γραφεία της Κουμουνδούρου. Η σύνταξη του προγράμματος “φάνηκε” σαν ένα 400 σελίδων ενδοπαραταξιακό μπρα ντε φερ και πέρασε στα μουγκά, ενώ οι ενδοσυμμαχικές αψιμαχίες του ΣΥΡΙΖΑ “φάνηκαν” σαν σταλινίζουσα προσπάθεια επιβολής του “μεγαλύτερου” στους “μικρότερους”. Κι αφού έτσι “φάνηκαν”, έτσι είναι. Διότι το φαίνεσθαι έχει την ενοχλητική ιδιότητα να παράγει πραγματικότητες, εις πείσμα της όποιας αλήθειας, αληθινής ή ψευδεπίγραφης.

Δυστυχώς για το Αριστερό Ρεύμα, που ομοθυμαδόν στηρίξαμε ευελπιστώντας πως έρχεται επιτέλους η διαρκώς ματαιούμενη στιγμή της Αριστεράς, η πολιτική επιτυχία και η συνακόλουθή πολιτική ηγεσία θέλουν πρωτίστως πολιτική δουλειά, και η πολιτική δουλειά, για να μην καταντήσει εργασιοθεραπεία, θέλει πολιτική σκέψη, που σημαίνει τρόπους ώστε ο έρωτας και η ελπίδα που ίσως ενέπνευσες να γίνουν χειροπιαστή πολιτική πραγματικότητα, τόσο εσωκομματικά όσο και στο επίπεδο της κοινωνίας. Αντ’ αυτού, συρθήκαμε στην πιο απολιτική αντιμέτωπιση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, στην πιο απολιτική αντιμετώπιση των γεγονότων του Δεκέμβρη και στην πιο απολιτική προεκλογική εκστρατεία. Το σύνθημα “για τις ανάγκες των πολλών” δεν ήταν απλώς αποτυχημένο σλόγκαν, ήταν κυρίως η κούφια διατύπωση μιας κενής νοήματος πολιτικής. “Οι πολλοί” είναι ο όρος με τον οποίο ο αθηναϊκός δήμος προσδιόριζε τον εαυτό του και την δημοκρατία του. 2.500 χρόνια μετά, θα μπορούσε να έχει χρησιμεύσει στους λασσαλιστές ως προμετωπίδα στο πρόγραμμα της Γκόττα, για να στραγγίξουν από οποιοδήποτε ταξικό, κομμουνιστικό και μαρξιστικό περιεχόμενο το γερμανικό εργατικό κίνημα. Αλλά πόσο ριζοσπαστική είναι μία Αριστερά που απεμπολεί στην πρώτη και καλύτερη ευκαιρία στοιχειώδη προτάγματα του μαρξισμού, υιοθετώντας ένα σύνθημα που ακόμα και η σοσιαλδημοκρατία του Παπανδρέου (του πραγματικού) θα απέρριπτε προ 25ετίας; Είχαμε την δυνατότητα να αρθρώσουμε έναν καίριο οικονομικό και πολιτικό αριστερό λόγο μεσούσης της οικονομικής κρίσης. Αντ’ αυτού, τα καταλληλότερα στελέχη, ο Δραγασάκης και ο Λαφαζάνης, περιορίστηκαν σε εκθέσεις του τραπεζικού αδιεξόδου, η δε υπόλοιπη ηγεσία επέλεξε να επικεντρωθεί σε κοινωνιστικές περιγραφές της επερχόμενης αθλιότητας, με έμφαση στα δεινά των “πολλών”, δηλαδή της μεσαίας τάξης. Υπηρξε καιροσκοπική αντί να είναι καίρια, απολιτική αντί να είναι αριστερή, κοινωνιστική και κινηματική αντί να είναι κοινωνική και καθολική, με αποτέλεσμα ο αριστερός κόσμος να προτιμήσει την απολιτική αποχή από την απολιτική ψήφο. Προσπαθώντας να κερδίσουμε καιροσκοπικά τους πολλούς, χάσαμε και τους λίγους.

3. Ο Αλαβάνος και εμείς (δηλαδή οι αριστεροί)

Αν δεν υπήρχε ο Αλαβάνος για να άρει τις αμαρτίες της, η ηγεσία θα έπρεπε να τον εφεύρει. Άλλωστε, όλοι έχουμε καταλάβει σε τι ακριβώς χρησιμεύει σήμερα ο Αλαβάνος: απέναντι σε μία κλυδωνιζόμενη ηγεσία που προσπαθεί να τα βρει με τους ανανεωτικούς για να κρατηθεί στις ηγετικές της θέσεις χωρίς να κάνει την αυτοκριτική της και, το κυριότερο, χωρίς να αλλάξει προς την κατεύθυνση που απαιτεί η βάση του κόμματος και ο κόσμος της Αριστεράς (και οι σελίδες της “Αυγής” κραυγάζουν επί εβδομάδες το τι ακριβώς ζητούν και η βάση και ο κόσμος), ο Αλαβάνος μπορεί, ονειρεύονται κάποιοι, με λίγη επιδέξια χειραγώγηση, να χρησιμοποιηθεί ως ενσάρκωση του ίδιου του Εγκέλαδου. “Όχι, σεισμός δεν ήταν η εκλογική αποτυχία, σεισμός ήταν η πρόθεση του Αλαβάνου να παραιτηθεί”. Εκεί που η ηγεσία είχε την, έστω στριμόκωλη, υποχρέωση να βγάλει μια απόφαση που να σχολιάζει το εκλογικό αποτέλεσμα χωρίς να εξηγεί τίποτα, η έκρηξη του Αλαβάνου έβγαλε τα άπλυτα στην φόρα.

“Δεν υπάρχουν προβληματικά άτομα, υπάρχουν προβληματικές οικογένειες”, δήλωσε ο Αλαβάνος, σηκώνοντας μήνιν διαμαρτυρίων, σε σημείο να κατηγορηθεί για ιδιότυπο ρατσισμό απέναντι στα άτομα με ειδικές ανάγκες! Καταρχήν είναι εξαιρετικά παράξενο (αν ήμουν ο Τσίπρας θα μου φαινόταν και άκρως προσβλητικό) που όλοι έσπευσαν να ταυτίσουν τα μη κατονομαζόμενα προβληματικά άτομα της αλαβάνειου ρήσης με τον νυν πρόεδρο του ΣΥΝ. Τίποτα στα συμφραζόμενα, πλην της μύγας που μας μυγιάζει, δεν νομιμοποιεί αυτήν την ερμηνεία. Το προβληματικό άτομο είναι προβληματικό μέσα σε (και εξαιτίας της) μια προβληματική “οικογένειας” και ταυτοχρόνως, προβληματικό ή μη, διατηρεί στο ακέραιο τις ευθύνες του, λέει ο Αλαβάνος, σε απόλυτη συνέπεια και με τον μαρξισμό και με την ψυχανάλυση. Ως προβληματικό άτομο σε μία προβληματική (κατά κοινή παραδοχή) οικογένεια, ο Αλαβάνος ανέλαβε τις ευθύνες του. Φευ, τα άλλα προβληματικά άτομα της ίδιας προβληματικής οικογένειας, με πολύ μικρότερη διάθεση υπευθυνότητας απ’ όσο οι Ατρείδες, αρνούνται το δικό τους ποσοστό ευθυνών. Όπως όμως γνωρίζει κάθε θεατής, οι οικογένειες δεν έχουν μόνον Αγαμέμνονες, Κλυταιμνήστρες, Ορέστες και Ηλέκτρες, έχουν και Χρυσόθεμες που την βγάζουν καθαρή βγάζοντας την ουρά τους απέξω.

Το ερώτημα είναι γιατί η βάση του ΣΥΝ, ενώ πληγώθηκε τόσο βαθιά από την επαπειλούμενη εγκατάλειψη, ώστε η θέση του Αλαβάνου να είναι πλέον άκρως επισφαλής, παραβλέπει ταυτοχρόνως το γεγονός πως η ηγεσία αρνήθηκε και συνεχίζει κατηγορηματικά να αρνείται να συζητήσει τους λόγους που οδήγησαν τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ στα άκρα της παραίτησης. Η βασική κατηγορία του Αλαβάνου περί απολιτικής προεκλογικής εκστρατείας έχει περάσει εντελώς εντυπωσιακά στα μουγκά. Ακόμα χειρότερα, πίσω από πείσματα του τύπου “όλοι χρειάζονται, αλλά ανάγκη που σ’ έχουμε” και πίσω από ρητορικές κορόνες περί μίας νέας, ενηλικιωμένης Αριστεράς που δεν θα χρειάζεται “πατερούληδες”, εθελοτυφλούμε προσπαθώντας να λησμονήσουμε πως χάρη στον Αλαβάνο έγινε η πολυπόθητη αριστερή στροφή, τόσο στο επίπεδο του λόγου μας, όσο και στο επίπεδο των συμμαχιών μ’ αυτές τις μικρές μεν, αλλά απαραίτητες όσο και τα καρυκεύματα στην καλή κουζίνα, συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ.

4. Ανάμεσα στη σοσιαλδημοκρατία και τον αριστερισμό, ίσως εμείς

Είμαστε εντελώς σίγουροι πως η μιξοπάρθενη στάση μας απέναντι στις περσινές προτάσεις συνεργασίας του ΠΑΣΟΚ δεν έχει σχέση με την πρόσφατη αποτυχία μας; Βεβαίως, η λογική αντίδραση μιας ριζοσπαστικής Αριστεράς θα έπρεπε (;) να είναι η κατηγορηματική απόρριψη, με δεδομένη μάλιστα τόσο την ικανότητα της σοσιαλδημοκρατίας να αφομοιώνει τα πλέον ετερόκλητα στοιχεία και να αφήνει μακιαβελικά έκθετους τους αριστερούς της συμμάχους, όσο και την προσπάθεια του ΣΥΝ να διαμορφώσει ένα αριστερότερο πρόσωπο. Μήπως θα έπρεπε εντούτοις να συζητήσουμε σοβαρότερα την σχέση της Αριστεράς με τη σοσιαλδημοκρατία; Μήπως αν πάψουμε να γκρινιάζουμε σαν εγκαταλελειμένες γεροντοκόρες για τις συνεχείς (από το 1965 τουλάχιστον) διαρροές στελεχών και ψηφοφόρων προς τη σοσιαλδημοκρατία θα μάθουμε κάτι για την επιθυμία των αριστερών να ζήσουν λίγο καλύτερα το παρόν τους εν αναμονή της δικής μας Δευτέρας Παρουσίας; Μήπως θα βρούμε έτσι κάτι αριστερότερο και αποτελεσματικότερο να πούμε από την καταγγελτική καταδίκη του δικομματισμού; Αν ο μικροαστισμός των κεντροαριστερών εκλογέων είναι τόσο ισχυρός όσο υπαινισσόμεθα χωρίς καμία κομψότητα, αν οι κεντροαριστεροί συνάνθρωποί μας είναι έως αυτό το σημείο αργυρώνητοι, τόσο προφανώς κοπιάζουμε ματαίως. Αν όμως οι αιτίες αυτών των διαρροών έχουν κάποια σχέση 1) με το αδιανόητο χαρμάνι σταλινικού δογματισμού και αλτουσεριανής ημιμάθειας που φώτισε το φωτεινό μονοπάτι του πάλαι ποτέ ΚΚΕ εσ., 2) με τον αλληθωρισμό της παλαιότερης ηγεσίας του ΣΥΝ προς τους θώκους της σοσιαλδημοκρατίας, 3) με την αριστερίστικη φρίκη μας μπροστά στο ενδεχόμενο ανάληψης οποιασδήποτε “εξουσίας”, άρα και ευθύνης, και, κυρίως, 4) με την ανικανότητά μας να διατυπώσουμε έναν λόγο που να μην ρέπει σε βαθμό κατάρρευσης προς τη σοσιαλδημοκρατική μεταμοντερνικότητα, τότε ίσως είναι καιρός να αναθεωρήσουμε τις ενδεχόμενες στρατηγικές σχέσεις μας με τη σοσιαλδημοκρατία και να ξαναστοχαστούμε τα ανεκδιήγητα σοσιαλδημοκρατικά κατασκευάσματα με τα οποία δεν παύουμε να καλλωπίζουμε τον λόγο μας. Εδώ και 25 χρόνια, αφενός η δεξιά στροφή της σοσιαλδημοκρατίας και αφετέρου η κατάρρευση ενός σοσιαλισμού στον οποίο δεν πιστεύαμε, οδήγησαν την Αριστερά στην υιοθέτηση ενός αντικομμουνιστικού, αντιμαρξιστικού, νεοφιλελεύθερου, μεταμοντερνικού, με μια λέξη δεξιού λόγου. Μέσα σ’ αυτόν τον μη αριστερό αριστερό λόγο εγγράφεται και η ιδεοληπτική μανία με τα “κινήματα”.

Όπου αναπτύχθηκαν “κινήματα” τα τελευταία 250 χρόνια, δηλαδή κυρίως σε προτεσταντικού ιδεολογικού υπόβαθρου χώρες, από το κίνημα κατάργησης της δουλείας μέχρι το φεμινιστικό ή το οικολογικό κίνημα, βασικά τους χαρακτηριστικά ήταν η μετά βδελυγμίας απόρριψη του ταξικού υπέρ του “κοινοτικού”, του οικονομικού υπέρ του “κοινωνιστικού” και του πολιτικού υπέρ της αυτοοργάνωσης. Ενδεχομένως η παιδική χαρά είναι πιο ευχάριστος τόπος από το σταχανοβίτικο κολχόζ, είναι όμως αριστερή επιλογή;

5. Από το οικονομικό στο κοινωνικό, κι από το κοινωνικό στα κινήματα

Προσπαθώντας να ξεφύγουμε από το οικονομικίστικο όραμα του ΚΚΕ και των σοβιετικών παραφυάδων αυτού, προσπαθώντας να συντονιστούμε συναισθηματικά και αισθητικά με την κοινωνική κριτική του Μάη του ’68, έχουμε ξεχάσει τα στοιχειώδη. Η οικονομίστικη λογική του ΚΚΕ αναμφισβήτητα δεν έχει καμία σχέση με οποιαδήποτε μαρξιστική έμφαση στην οικονομία (εξού και οποιαδήποτε ελπίδα για έναν τρίτο πόλο που θα περιλαμβάνει το ΚΚΕ είναι βαθιά αριστερίστικη και ακόμα βαθύτερα οπορτουνίστικη), αλλά η εμμονή με το κοινωνικό έφερε τα πάλαι ποτέ ευρωκομμουνιστικά κόμματα της Ευρώπης πιο κοντά στις ουτοπικές σοσιαλιστικές φράξιες του 19ου αιώνα παρά σε μία ανανέωση του μαρξισμού του τύπου που επιχείρησαν ο Αλτουσέρ, ο Μπαλιμπάρ ή ο Πουλαντζάς. Η έμφαση στο κοινωνικό δεν αποτέλεσε απλώς “προδοσία” της εργατικής τάξης από τη μεριά μας, αποτέλεσε κυρίως προσχώρηση στα μικροαστικά ιδεολογήματα και τη μικροαστική αισθητική περί πολιτικής, και εντέλει στη μικροαστική ηθική. Η πρόσφατη κρίση, της οποίας την ενδεχόμενη έλευση ξόρκιζε η μεταμοντέρνα Αριστερά τηλεοπτικώς και εγγράφως με το γενιτσαρικό μένος του νεοφιλελεύθερου νεοφώτιστου, μας προσγείωσε άδοξα στην πραγματικότητα. Κι όμως, ούτε ένας αριστερός αστήρ των ΜΜΕ δεν έκανε την αυτοκριτική του για τα νεοφιλελεύθερα ψευδή κατασκευάσματα που αντλήσαμε από τις σελίδες του Εκόνομιστ και διαδόσαμε κατά δύναμιν. Έτι χειρότερον, κανείς δεν είχε τα κότσια (και δεν μιλώ για τους ανένταχτους θεωρητικούς) να επεξεργαστεί μία σοβαρή οικονομική αριστερή ανάλυση και να την εντάξει στον κομματικό μας λόγο. Δεν ήταν επόμενο πως η κοινωνία, και δη το αριστερό της τμήμα, θα προτιμούσε τις σοσιαλδημοκρατικές επί του προκειμένου λύσεις στα πραγματικά της προβλήματα από μία Αριστερά που δεν βλέπει τα συγκεκριμένα προβλήματα, δεν μπορεί να τα εντάξει σε μία συνολική θεώρηση της πραγματικότητας και δεν μπορεί να προτείνει μία μεσοπρόθεσμη λύση που να μην προδίδει το μακροπρόθεσμο όραμα;

Ακριβώς η μικροαστική και μεταμοντερνιστική έμφαση στο κοινωνιστικό οδήγησε την Αριστερά να γυρίσει την πλάτη της στο μόνο κίνημα που ως τότε αναγνώριζε, το εργατικό, και να ερωτευτεί με πάθος τα πληθυντικά κινήματα, άνευ επιθετικού προσδιορισμού.

Για ποια κινήματα μιλάμε επιτέλους; Τα κινήματα που μόνο εμείς αναγνωρίζουμε στις συγκινητικές κινήσεις κάποιων ομάδων; Τα κινήματα που κάποτε θα αναπτυχθούν, σε ευκτική έγκλιση, ερήμην της αντικινηματικής λογικής της ελληνικής κοινωνίας; Τα κινήματα που θα γεννήσουμε, όπως ο Δίας την Αθηνά, καταπίνοντας ό,τι μας γυαλίσει ως εμφορούμενο από “κινηματική” λογική; Ή τα κινήματα που μας αποφεύγουν όπως ο διάολος το λιβάνι γιατί (δικαίως) φοβούνται πως μοναδική αιτία του φλερτ με το οποίο τα πολιορκούμε είναι η επιθυμία μας να τα καπελώσουμε; Σε τι αντιστοιχεί αυτή η, ως μαγγανεία, επίκληση των απροσδιόριστων κινημάτων; Και πού τοποθετείται, μέσα σ’ αυτή την ποιητική γενικότητα, η πραγματικότητα της ανυπαρξίας ενός εργατικού κινήματος; Σας αρέσουν τα κινήματα; Κι αν ναι, σας αρέσει ο “αταξικός”, “α-ιδεολογικός” χαρακτήρας τους; Και αν ναι, γιατί αυτό είναι αριστερή επιλογή;

Τα “κινήματα” είναι απλές μειοψηφικές και αγανακτισμένες δράσεις. Ή θα τις ξεπεράσουμε από τα αριστερά, δίνοντάς τους θεωρητικό και πολιτικό υπάβαθρο, δίνοντάς τους μεγαλύτερη κοινωνική στόχευση και, συνεπώς, μεγαλύτερη πολιτική εμβέλεια, άρα αλλάζοντας ουσιαστικά τη φυσιογνωμία τους, ή θα συνεχίσουμε ως κοινωνία να μην έχουμε κινήματα και ως κόμμα να μην τα εκφράζουμε.

Το ότι τα “κινήματα” καθ’ εαυτά είναι εξόχως “απολιτικά” φαινόμενα, εφόσον μία πολιτική “πρωτοπορία” που θα έλεγε κι ο Λένιν, δεν καταφέρνει να αναδείξει την πολιτική τους διάσταση μετατρέποντάς τα (και μετατρέποντας τους ανθρώπους που συμμετέχουν σε αυτά) σε πολιτικά γεγονότα, έγινε για μια ακόμα φορά προφανέστατο στην υπόθεση του άρθρου 16 και στη διάρκεια του Δεκέμβρη. Ο “κοινωνικίστικος”, “κινηματικός” και εντέλει αριστερίστικος λόγος που άρθρωσε ο ΣΥΝ όχι μόνο δεν ανέδειξε την πολιτική ουσία και δεν μετέτρεψε αυτές τις “εξάρσεις” σε πολιτικά γεγονότα, αλλά απογοήτευσε βαθιά έναν κόσμο που αυτό ακριβώς περίμενε από μία γενναία Αριστερά. Ειδικά στην περίπτωση του Δεκέμβρη, ο ΣΥΝ στάθηκε θλιβερά ανίκανος τόσο να ψελλίσει μία ερμηνεία, όσο και να εκμαιεύσει μία πολιτική διάσταση και μία πολιτική συνέχεια. Υπ’ αυτήν την έννοια (και σαφώς μόνο υπ’ αυτήν) άφησε το πεδίο ελεύθερο στην ανάπτυξη τόσο μίας συντηρητικής αντίδρασης, που την εκμεταλλεύτηκε δεόντως η δεξιά και ο μικροαστισμός, όσο και μίας αναρχικής και ως το μεδούλι απολιτικής ασυδοσίας. Η πολυδιαφημισμένη (για εσωτερική κατανάλωση) δράση της Ανοιχτής Πόλης αποτελεί ένα ακόμα έκπαγλο παράδειγμα αποτυχίας της “κινηματικής” λογικής. Περιοριζόμενη σε αποσπασματικές “κινηματικές” δράσεις, η παρέμβαση της Αριστεράς στα δημοτικά πράγματα δεν κατάφερε ούτε να αναδείξει το κοινωνικό, δηλαδή το συνολικό, ούτε βεβαίως να μετατρέψει τις μικρές διεκδικήσεις σε πολιτικές πράξεις.

6. Ο ηγεμονισμός, ανώτατο στάδιο της αυτοακύρωσης

Ώστε δεν ήταν λαμπρή ιδέα η επιλογή ενός μέλους της ΚΟΕ για την δεύτερη θέση του ευρωψηφοδελτίου; (Λαμπρή ιδέα δεν ήταν ασφαλώς η επιλογή για την τελευταία θέση ενός κοριτσιού που φωτογραφήθηκε στην “Εσπρέσσο” και ύμνησε από το “Ε” της “Ελευθεροτυπίας” τη φιλανθρωπία των ιδιωτικών κολεγίων όταν εμείς δεν έχουμε ακόμα ξεμπερδέψει με τα ανοιχτά μέτωπά μας στην Παιδεία, με μοναδικό κριτήριο την αφρικανική του καταγωγή, όπως γενικώς λαμπρή ιδέα δεν είναι η επιπολαιότητα). Και ήταν άραγε λαμπρή ιδέα, για ένα κόμμα που κόπτεται για τα κινήματα (άρα και το φεμινιστικό κίνημα) ότι ανεχθήκαμε επί δύο μήνες την απροκάλυπτη σεξιστική επίθεση που δέχθηκε η Ελένη Σωτηρίου, πολύ περισσότερο μάλιστα ότι την αναπαράγαμε στο εσωτερικό μας; Δεν ήταν λαμπρή ιδέα να δεχτούμε μία “αντιευρωπαΐστρια” στο ακραιφνώς ευρωπαϊστικό ψηφοδέλτό μας ή μήπως η συμμετοχή της Σωτηρίου απέδειξε πόσο δεν έχουμε καταφέρει να μιλήσουμε για την Ενωμένη Ευρώπη με έναν τρόπο που να μην είναι ούτε αριστερίστικος ή κουκουεδίστικος ούτε παραδομένος στη γοητεία του νεοφιλελευθερισμού; Αλλά το πρόβλημα δεν βρίσκεται μόνον εκεί. Η “δόλια παρείσφρηση” μίας εκπροσώπου των “αυθαδιαζόντων μικρών” στη δεύτερη θέση μίας λίστας όπου προφανώς μόνον “μεγάλοι” είχαν θέση, αποκάλυψε πώς εννοούμε τις συμμαχίες. Και οι αντιδράσεις της ηγεσίας του ΣΥΝ, “πτερυγικές” και “ρευματικές”, στο ενδεχόμενο δημιουργίας κάρτας μέλους του ΣΥΡΙΖΑ, κινούν βάσιμες υποψίες πως το πρόβλημα δεν βρίσκεται στην “αδικία” που υφίστανται οι ανένταχτοι και στο ποσόν της πολιτικής ελεημοσύνης που σκοπεύουμε να τους προσφέρουμε, αλλά στο κατά πόσον οι εγκαταβιούντες στην Κουμουνδούρου προτίθενται να επιτρέψουν, όχι στους ανένταχτους να γίνουν “πολιτικά απελεύθεροι”, αλλά στα μέλη του ΣΥΝ να γίνουν από “πολιτικά δουλοπάροικοι” ελεύθεροι συμμέτοχοι στη μοίρα τους.

Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη πολιτική ευφυΐα προκειμένου να αντιληφθεί κανείς γιατί η με το υποδεκάμετρο μέτρηση του μεγέθους της κάθε συνιστώσας είναι αποκριάτικο αστείο και όχι πολιτικό επιχείρημα. Δεν χρειάζεται μεγάλη πολιτική τιμιότητα για να αποδεχτεί κανείς πως η ηγεμονική θέση δεν είναι εκ γενετής (ή μεγέθους) προνόμιο και πως ο ηγεμών, για να γίνει αποδεκτός ως ηγεμών, και μάλιστα σε μια παρέα που επαίρεται για το ανυπότακτο του φρονήματός της, θα πρέπει να επιβληθεί διά του διαρκώς επιβεβαιούμενου κύρους του και όχι διά του τσαμπουκά ή διά των εκβιασμών του επί των μικρών συνιστωσών της συμμαχίας. Και δεν χρειάζεται μεγάλη πολιτική διορατικότητα για να δει επιτέλους η κομματική γραφειοκρατία πως σε μια άδεια πόλη ούτε ο Κρέοντας δεν μπορεί να βασιλέψει και σε ένα άδειο κόμμα δεν χρειάζεται καν φύλακας για να προσέχει τις καρέκλες και το άταφο πτώμα του Πολυνείκη.

Dixi et salvavi animam meam

Έλενα Πατρικίου,
πρώην μέλους του Ρήγα Φεραίου, μέλους του ΣΥΝ

Ούτε ένα βήμα πίσω, του Σταύρου Κοντονή

Το εκλογικό αποτέλεσμα των ευρωεκλογών της 7ης Ιουνίου αποτέλεσε για τον ΣΥΡΙΖΑ σοβαρή ήττα, εάν το δούμε από τη σκοπιά των προσδοκιών, των δυνατοτήτων και της θετικής διαθεσιμότητας χιλιάδων αριστερών, που με προσοχή –και πολλές φορές με ανοχή– παρακολουθούσαν το ενωτικό μας εγχείρημα.

Το χειρότερο όμως είναι ότι το εκλογικό αποτέλεσμα έκλεισε κατά τρόπο αμείλικτο τον κύκλο της τριετούς ανάπτυξης των δυνάμεων της Ριζοσπαστικής Αριστεράς και του πολιτικού της φορέα, του ΣΥΡΙΖΑ.

Η κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε σήμερα και η κρίση που αντιμετωπίζουμε, απολύτως αντίστοιχη του κακού εκλογικού αποτελέσματος, δεν προέκυψαν διά μαγείας, ούτε ήρθαν… από τον ουρανό. Αποτελούν τη φυσική κατάληξη σοβαροτάτων λαθών και επιλογών του Συνασπισμού, ο οποίος θεώρησε ότι το ενωτικό εγχείρημα αποτελεί πεδίο ανάπτυξής του.

Θα πρέπει να θυμηθούμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ως συμμαχία συνιστωσών “ετελεύτησε τον βίον του” παραμονές των ευρωεκλογών του 2004, όταν η ηγεσία του ΣΥΝ θεώρησε καλό να τον διαλύσει, αφού πίστευε τότε ότι οι σύμμαχοι δεν χρειάζονται για να εισέλθει αυτοδύναμα στην ευρωβουλή.

Ο ΣΥΡΙΖΑ ανασυστάθηκε, μετά το 4ο Συνέδριο του ΣΥΝ, όχι πλέον ως συμμαχία συνιστωσών, αλλά ως ο χώρος ενότητας και δράσης της Ριζοσπαστικής Αριστεράς, δηλαδή των πολλών συνιστωσών και των χιλιάδων ανένταχτων αριστερών, που για πρώτη φορά από τη μεταπολίτευση, πείστηκαν ότι συγκροτείται πολιτικός φορέας της Αριστεράς πάνω σε δύο άξονες: α) στην ενότητα των διαφορετικών ομάδων και κινήσεων και β) στην αριστερή Πολιτική ως το αναγκαίο μέσο για την επίτευξη της ενότητας και την αντιμετώπιση της νεοφιλελεύθερης επίθεσης.

Γι’ αυτό ακριβώς είχαμε το ελπιδοφόρο αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών του Σεπτεμβρίου του 2007, όπως επίσης και τη δημοσκοπική έκρηξη που ακολούθησε επί μακρό χρονικό διάστημα.

Τα προβλήματα για τον ΣΥΡΙΖΑ γεννήθηκαν από το 5ο Συνέδριο του ΣΥΝ, ο οποίος πλάι στην ανάπτυξη του ΣΥΡΙΖΑ επέλεξε να αναλωθεί στην ανάπτυξη των κομματικών δυνάμεών του, τονίζοντας μάλιστα, υποκριτικά, ότι αυτό συνδράμει στην ανάπτυξη του ΣΥΡΙΖΑ. Αποτέλεσμα αυτής της απόφασης ήταν η συνεχής πίεση επί του συνόλου των ανένταχτων αριστερών μελών του ΣΥΡΙΖΑ, να ενταχθούν στον ΣΥΝ, ακυρώνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο, στην πράξη, την ενωτική πορεία και τον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ. Θα έπρεπε να είχε καταλάβει η ηγεσία του ΣΥΝ, ότι οι χιλιάδες αριστεροί που προσέτρεξαν στο ενωτικό και αριστερό κάλεσμά μας, δεν προσέτρεξαν για να στελεχώσουν τις συνιστώσες, τις οποίες προ πολλών ετών γνώριζαν, αλλά τον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ, τον οποίο θεώρησαν κοινό μας πολιτικό τόπο. Ιδιαίτερα τον ΣΥΝ και τις πρακτικές του, οι ανένταχτοι αριστεροί τον γνωρίζουν πολύ καλά, αφού δεν είναι υπερβολή να αναφέρουμε ότι οι περισσότεροι υπήρξαν κατά το παρελθόν μέλη του.

Η κοντόφθαλμη και διαλυτική πολιτική της ανάπτυξης του ΣΥΝ εις βάρος και σε αντίθεση με το αναγκαίο προχώρημα και βάθεμα του ΣΥΡΙΖΑ, που η ίδια η κοινωνία και ο λαός της Αριστεράς απαιτούσε, είχε σαν αποτέλεσμα τη σταδιακή και μόνιμη αφυδάτωση του ενωτικού εγχειρήματος και κυρίως να τεθεί η σημερινή ηγεσία του ΣΥΝ υπό την πολιτική και ιδεολογική ηγεμονία της δεξιάς ομάδας του ΣΥΝ, η οποία από την αρχή είχε οριοθετηθεί αρνητικά, ως προς τον ΣΥΡΙΖΑ και πρωτίστως ως προς τη διαμόρφωση της αριστερής πολιτικής, ως αναγκαίας προϋπόθεσης της ενότητας του χώρου.

Δεν είναι τυχαίο ότι η ηγεσία του ΣΥΝ, συνεπικουρούμενη από τη δεξιά ομάδα, πρόκρινε ως καταλληλότερο χώρο συζήτησης των αιτίων της εκλογικής ήττας, όχι τις οργανώσεις του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά τον χώρο του ΣΥΝ, προφανώς γιατί θεωρεί τους υπόλοιπους –συνιστώσες και κυρίως ανένταχτους– αφισοκολλητές εν όψει εκλογών. Αν δεν είχε μεσολαβήσει η συζήτηση που τροφοδοτήθηκε από την παραίτηση του σ. Αλέκου Αλαβάνου, είναι βέβαιο ότι σήμερα θα μιλάγαμε για το τέλος του ΣΥΡΙΖΑ.

Είναι απορίας άξιο το γεγονός ότι ο ΣΥΝ σήμερα όχι μόνο δεν μιλάει ειλικρινά για τα σοβαρά λάθη του, αλλά εξαντλείται σε απόπειρες απολίτικου συμβιβασμού των απόψεων των εσωκομματικών τάσεων και σε συμφωνίες κορυφής.

Γι’ αυτό το λόγο αντί να συζητήσει την ουσία των πέντε σημείων που τέθηκαν στη Γραμματεία του ΣΥΡΙΖΑ στις 2/7/2009 και ήταν: α) η κριτική στην αρνητική στάση της δεξιάς ομάδας, β) η στάση μας απέναντι στους Πράσινους καθ’ όλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου, γ) το ζήτημα της διαρχίας, δ) ο τρόπος που συγκροτήθηκε το ψηφοδέλτιο και ε) το εμφανισθέν κατά την προεκλογική συγκέντρωση ζήτημα του τρίτου πόλου, σήμερα ο ΣΥΝ αναλώνεται σε γενικολογίες και στη σύγκρουση με τις συνιστώσες, μη δεχόμενος τη συζήτηση στη βάση. Από τα παραπάνω πέντε σημεία οι συνιστώσες είναι ανάγκη σήμερα να μην κάνουν ούτε ένα βήμα πίσω και ν’ απαιτήσουν τη συζήτηση στις οργανώσεις του ΣΥΡΙΖΑ. Οποιαδήποτε άλλη στάση αποτελεί συγκάλυψη και περαιτέρω ανοχή στην πατερναλιστική τακτική που ακολουθεί ο ΣΥΝ.

Ιδιαίτερα ως προς την πρακτική που ακολούθησαν επί δύο χρόνια τα μέλη της δεξιάς ομάδας, καλό θα είναι να δοθεί μία οριστική απάντηση στους μόνιμους δολιοφθορείς του ενωτικού εγχειρήματος, γιατί απ’ ό,τι φαίνεται εξέλαβαν την ανοχή μας σαν αδυναμία και σήμερα αυθαδιάζουν.

Τα φαινόμενα περί ευρωστρατού, η μη καταψήφιση της συνθήκης της Λισαβόνας στη Βουλή από τρεις βουλευτές του ΣΥΝ, η μόνιμη διαπάλη για τον κυβερνητισμό και η διάσπαση της παράταξης στις εκλογές της ΠΟΣΔΕΠ από μέλη της “ανανεωτικής τάσης”, αποτελούν τις ποικίλες εκδοχές υπονόμευσης του ΣΥΡΙΖΑ απ’ αυτούς που επιδιώκουν με κάθε τρόπο την πολιτική του κατάρρευση, για να καταστεί ο χώρος της ριζοσπαστικής Αριστεράς εύκολο υλικό για το οικοδόμημα της κεντροαριστεράς.

Σήμερα είναι ανάγκη να απαντήσουμε στα προβλήματα που αναδείχθηκαν από την εκλογική ήττα και την κρίση, με τρόπο πολιτικά ριζοσπαστικό και οργανωτικά προωθητικό.

Για την ανασυγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ χρειάζονται αλλαγές σε ζητήματα οργάνωσης, λειτουργίας και εκπροσώπησης:

  • Συγκρότηση οργανώσεων και εγγραφή μελών σε τοπική και κλαδική βάση.

  • Να σταματήσει η διγλωσσία στη δημόσια παρουσία των κεντρικών επιλογών και αποφάσεων.

  • Να εκλέγεται δημοκρατικά η ηγεσία και τα όργανα, με παράλληλη διασφάλιση του πλουραλιστικού χαρακτήρα του εγχειρήματος.

Σήμερα, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, έχουμε ανάγκη να αποκαταστήσουμε τον ΣΥΡΙΖΑ σαν τη ριζοσπαστική, ενωτική και προπαντός ηθική πολιτική δύναμη, για να εμπνεύσουμε, όσο υπάρχει ακόμη καιρός, τη μεγάλη πλειοψηφία των αγωνιστών της Αριστεράς, που με τόση λαχτάρα στήριξαν την ενωτική μας προσπάθεια και που περιμένουν απ’ όλους αντιστοιχία λόγων και έργων.

Σταύρος Κοντονής,
μέλος της ΑΚΟΑ και συντονιστής του ΣΥΡΙΖΑ Ζακύνθου

Παρέμβαση πανεπιστημιακών του ΣΥΡΙΖΑ

Οι πανεπιστημιακοί που υπογράφουμε αυτό το κείμενο, και που στήριξαν και στηρίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ, αντιδρώντας στην κρίση που περνάει ο χώρος, θέλουμε να καταθέσουμε τα εξής:

  1. Ο ΣΥΡΙΖΑ, ως ενωτικό εγχείρημα της Αριστεράς, που για πρώτη φορά μετά από δεκαετίες διασπάσεων ένωσε παλαιούς και νέους αριστερούς σε κοινά όνειρα, δράση και προοπτικές, είναι ένα ιστορικό στοίχημα που δεν επιτρέπεται να χαθεί. Είναι η μόνη πολιτική δύναμη που μπορεί να οδηγήσει σε αντισυστημική διέξοδο από τη σημερινή κρίση, η μόνη που μπορεί να συνδυάσει κεντρική πολιτική παρέμβαση και κινηματικές πρακτικές.

  2. Είναι απαραίτητο να ξεκαθαριστούν τα θολά στοιχεία της πολιτικής ταυτότητας του ΣΥΡΙΖΑ, στα οποία οφείλεται κατά μεγάλο μέρος και το πρόσφατο εκλογικό αποτέλεσμα που ήταν κάτω από τις προσδοκίες μας. Χρειάζεται να πούμε, ρητά και εμπράκτως, κάποια όχι, όπως, ενδεικτικά:

  • Όχι στον κυβερνητισμό – ο ΣΥΡΙΖΑ είναι η πιο αξιόπιστη (ενδεχομένως η μόνη) ουσιαστική αντιπολίτευση.

  • Όχι στον νεοφιλελευθερισμό – και ειδικότερα, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ξεκαθάρισμα των απόψεων περί συμφώνου σταθερότητας, Μπαρόζο, οδηγίας Μπολκενστάιν, ευρωσυντάγματος, ευρωστρατού, κ.λπ.

  • Όχι στις προσωπικές πολιτικές, τους παραγοντισμούς και τις καρεκλομαχίες.

  • Όχι στην αναζήτηση συμμαχιών χωρίς συγκεκριμένους στόχους, αλλά πρώτα διατύπωση στόχων και μετά αναζήτηση συμπόρευσης και άλλων δυνάμεων για την επίτευξή τους.

Θεωρούμε πως κάθε επίκληση ενότητας γύρω από οποιαδήποτε σημαία χωρίς διευκρίνιση πολιτικών στόχων, επιτείνει τη σύγχυση και σπέρνει απογοήτευση και αδράνεια.

  1. Επείγει η δραστηριοποίηση των μελών του ΣΥΡΙΖΑ σε κατάλληλες οργανωτικές δομές, όπου οι διάφορες συνιστώσες ή τάσεις θα διατηρούν την αυτονομία τους (όχι κόμμα), αλλά όπου τα μέλη θα είναι μεταξύ τους ισότιμα (όχι άλλοι με ενεργή παρουσία και άλλοι ονόματα σε λίστες), και με δημοκρατική λειτουργία (ανάδειξη και ευθύνη οργάνων, διατύπωση πολιτικών προτάσεων κ.λπ.).

  2. Παράλληλα με την οργανωτική αναδιάρθρωση, πρέπει το ταχύτερο δυνατόν (με το τέλος του καλοκαιριού) ο ΣΥΡΙΖΑ να ξεφύγει από την εσωστρέφεια και να στραφεί προς την κοινωνία, για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που τρέχουν και δεν μας περιμένουν, και για να κατεβάσει στον κόσμο τις διεξόδους που προτείνει στο πρόγραμμά του (και των συνιστωσών του), επιζητώντας εξειδίκευση, κριτική και εμπλουτισμό, και αναζητώντας τις κατάλληλες κινηματικές πρακτικές (δηλαδή τις πρακτικές που φέρνουν κόσμο στο κίνημα) και τις κατάλληλες κεντρικές κινήσεις, ώστε να αλλάξει το κλίμα και την ατζέντα.

Είναι καθήκον της σημερινής ηγεσίας, τόσο του ΣΥΡΙΖΑ όσο και των συνιστωσών, να οργανώσουν αυτή την εξόρμηση παράλληλα με την οργανωτική δουλειά, και καθήκον όλων να τους ωθήσουμε προς αυτή την κατεύθυνση.

  1. Από μεριάς μας, αφενός θα συνεχίσουμε και θα εντείνουμε τις προσπάθειές μας στο χώρο του πανεπιστημίου και της εκπαίδευσης γενικότερα, με προσήλωση στην αρχή της αυτονομίας των μαζικών χώρων, και παράλληλα θα ενταχθούμε στις οργανωτικές δομές που διαμορφώνονται, ώστε να αντιπροσωπευθούμε στις συνδιασκέψεις που θα γίνουν. Και ελπίζουμε πως δεν θα είμαστε οι μόνοι από τη βάση του ΣΥΡΙΖΑ που θα προχωρήσουμε σε τέτοιες κινήσεις.

**Πρώτες υπογραφές:
**Βένιος Αγγελόπουλος
Φιλάρετος Αλικαρίδης
Αλέκος Αρβανιτάκης
Σίσσυ Βελισσαρίου
Ερρίκος Βεντούρας
Νίκος Γιαννακάκης
Μαρία Καραμεσίνη
Στάθης Κουβελάκης
Σταύρος Μουδόπουλος
Εύη Ολυμπίτου
Τζίνα Πολίτη
Γιάννης Πρωτονοτάριος
Άλκης Ρήγος
Γεράσιμος Σπαθής
Άννα Σπύρτου
Μιχάλης Σπουρδαλάκης
Ευκλείδης Τσακαλώτος
Γιώργος Φουρτούνης